Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Παρασκευή, Μαΐου 20, 2016

Γέροντος Πορφυρίου : Μέσα μας υπάρχει ένα μέρος της ψυχής που λέγεται «ηθικολόγος»


Τα αποσπάσματα είναι από το βιβλίο: «Βίος και Λόγοι», Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου, έκδ. Ι. Μονής Χρυσοπηγής, Χανιά, 2005 και αποτελούν απομαγνητοφωνημένα λόγια του Γέροντα από αυθόρμητες καθημερινές συνομιλίες του με πνευματικά του παιδιά)
«Όποιος αγαπάει λίγο, δίνει λίγο
όποιος αγαπάει περισσότερο δίνει περισσότερο
κι όποιος αγαπάει πάρα πολύ τι έχει αντάξιο να δώσει;
Δίνει τον εαυτό του…»
…Ο Χριστός θέλει κι ευχαριστείται να σκορπάει τη χαρά, να πλουτίζει τους πιστούς Του με χαρά. Εύχομαι «ίνα η χαρά υμών η πεπληρωμένη». Αυτή είναι η θρησκεία μας. Εκεί πρέπει να πάμε. Ο Χριστός είναι ο Παράδεισος, παιδιά μου. Τι είναι Παράδεισος; Ο Χριστός είναι. Από “δω αρχίζει ο Παράδεισος. Είναι ακριβώς το ίδιο. Όσοι εδώ στη γη ζουν τον Χριστό, ζουν τον Παράδεισο. Έτσι είναι, που σας το λέγω. Είναι σωστό, αληθινό αυτό, πιστέψτε με! Έργο μας είναι προσπαθούμε να βρούμε έναν τρόπο να μπούμε μέσα στο φως του Χριστού. Δεν είναι να κάνει κανείς τα τυπικά. Η ουσία είναι να είμαστε μαζί με τον Χριστό. Να ξυπνήσει η ψυχή και ν” αγαπήσει τον Χριστό, να γίνει αγία. Να επιδοθεί στο θείο έρωτα. Έτσι θα μας αγαπήσει κι Εκείνος. Θα είναι τότε η χαρά αναφαίρετη. Αυτό θέλει πιο πολύ ο Χριστός, να μας γεμίζει από χαρά, διότι είναι η πηγή της χαράς…
…Ο έρωτας προς τον Χριστό είναι κάτι άλλο. Δεν έχει τέλος, δεν έχει χορτασμό. Δίνει ζωή, δίνει σθένος, δίνει υγεία, δίνει, δίνει, δίνει… Κι όσο δίνει, τόσο πιο πολύ ο άνθρωπος θέλει να ερωτεύεται. Ενώ ο ανθρώπινος έρωτας μπορεί να φθείρει τον άνθρωπο, να τον τρελάνει. Όταν αγαπήσομε τον Χριστό, όλες οι άλλες αγάπες υποχωρούν. Οι άλλες αγάπες έχουν κορεσμό. Η αγάπη του Χριστού δεν έχει κορεσμό…
…Ο άνθρωπος έχει τέτοιες δυνάμεις, ώστε να μπορεί να μεταδώσει το καλό ή το κακό στο περιβάλλον του. Αυτά τα θέματα είναι πολύ λεπτά. Χρειάζεται μεγάλη προσοχή. Πρέπει να βλέπομε το καθετί με αγαθό τρόπο. Τίποτα το κακό να μη σκεπτόμαστε για τους άλλους. Κι ένα βλέμμα κι ένας στεναγμός επιδρά στους συνανθρώπους μας. Και η ελάχιστη αγανάκτηση κάνει κακό. Να έχομε μέσα στην ψυχή μας αγαθότητα κι αγάπη. Αυτά να μεταδίδομε. Να προσέχομε να μην αγανακτούμε για τους ανθρώπους που μας βλάπτουν, μόνο να προσευχόμαστε γι” αυτούς με αγάπη. Ό,τι κι αν κάνει ο συνάνθρωπός μας, ποτέ να μη σκεπτόμαστε κακό γι” αυτόν. Πάντοτε να ευχόμαστε αγαπητικά. Πάντοντε να σκεπτόμαστε το καλό. […] Όταν κακομελετάμε, κάποια κακή δύναμη βγαίνει από μέσα μας και μεταδίδεται στον άλλον, όπως μεταφέρεται η φωνή με τα ηχητικά κύματα, και όντως ο άλλο παθαίνει κακό. Γίνεται κάτι σαν βασκανία, όταν ο άνθρωπος έχει για τους άλλους κακούς λογισμούς… Δεν προκαλεί ο Θεός το κακό αλλά η κακία των ανθρώπων. Δεν τιμωρεί ο Θεός, αλλά η δική μας κακή διάθεση μεταδίδεται στην ψυχή του άλλου μυστηριωδώς και κάνει το κακό. Ο Χριστός ποτέ δεν θέλει το κακό. Αντίθετα παραγγέλλει: «Ευλογείτε τους καταρωμένους υμάς…»
Μέσα μας υπάρχει ένα μέρος της ψυχής που λέγεται «ηθικολόγος». Αυτός ο «ηθικολόγος», όταν βλέπει κάποιον να παρεκτρέπεται, επαναστατεί, ενώ πολλές φορές αυτός που κρίνει έχει κάνει την ίδια παρεκτροπή. Δεν τα βάζει όμως με τον εαυτό του αλλά με τον άλλον. Κι αυτό δεν το θέλει ο Θεός. Λέει ο Χριστός στο Ευαγγέλιο: «Ο ουν διδάσκων έτερον σεαυτόν ου διδάσκεις; Ο κηρύσσων μη κλέπτειν, κλέπτεις;». Μπορεί να μην κλέπτομε, όμως φονεύομε. Κακίζουμε τον άλλον κι όχι τον εαυτό μας. Λέμε, π.χ. «Έπρεπε να κάνεις αυτό. Δεν το έκανες, να τι έπαθες!». Στην πραγματικότητα, επιθυμούμε να πάθει ο άλλος κακό. Όταν σκεπτόμαστε το κακό, τότε μπορεί πράγματι να συμβεί. […] Είναι δυνατόν να πει κάποιος: «έτσι που φέρεται ο τάδε θα τιμωρηθεί απ” τον Θεό» και να νομίζει ότι το λέει χωρίς κακία. Δεν φαίνεται καθαρά. Είναι πολύ μυστικό πράγμα τι κρύβει η ψυχή μας και πώς αυτό μπορεί να επιδράσει σε πρόσωπα και πράγματα.
Υπάρχει μια ζωή αόρατη, η ζωή της ψυχής. Αυτή είναι πολύ ισχυρή και μπορεί να επιδράσει στον άλλον, έστω κι αν μας χωρίζουν χιλιόμετρα… Και χωρίς να μιλήσομε, μπορεί να μεταδώσουμε το καλό ή το κακό, όση κι αν είναι η απόσταση που μας χωρίζει απ” τον πλησίον. Αυτό που δεν εκφράζεται έχει συνήθως περισσότερη δύναμη απ” τα λόγια
…Άμα δοθούμε στην αγάπη του Χριστού, τότε όλα θα μεταβληθούν, όλα θα μεταστοιχειωθούν, όλα θα μεταποιηθούν, όλα θα μετουσιωθούν. Ο θυμός, η οργή, η ζήλεια, ο φθόνος, η αγανάκτηση, η κατάκριση, η αχαριστία, η μελαγχολία, η κατάθλιψη, όλα θα γίνουν αγάπη, χαρά, λαχτάρα, θείος έρως. Παράδεισος!
Να χαίρεσθε όσα μας περιβάλλουν. Όλα μας διδάσκουν και μας οδηγούν στον Θεό. Όλα γύρω μας είναι σταλαγματιές της αγάπης του Θεού. Και τα έμψυχα και τα άψυχα και τα φυτά και τα ζώα και τα πουλιά και τα βουνά και η θάλασσα και το ηλιοβασίλεμα και ο έναστρος ουρανός. Είναι οι μικρές αγάπες, μέσα απ” τις οποίες φθάνομε στη μεγάλη Αγάπη, τον Χριστό. Τα λουλούδια, για παράδειγμα, έχουν τη χάρη τους, μας διδάσκουν με το άρωμά τους, με το μεγαλείο τους. Μας μιλούν για την αγάπη του Θεού. Σκορπούν το άρωμά τους, την ομορφιά τους σε αμαρτωλούς και δικαίους. Για να γίνει κανείς χριστιανός, πρέπει να έχει ποιητική ψυχή, πρέπει να γίνει ποιητής…
Προσευχή είναι να πλησιάζεις το κάθε πλάσμα του Θεού με αγάπη και να ζεις με όλα, και με τ” άγρια ακόμη, εν αρμονία…
Ευχαριστώ τον Θεό που μου έδωσε πολλές αρρώστιες. Πολλές φορές του λέω: «Χριστέ μου, η αγάπη Σου δεν έχει όρια!». Το πώς ζω είναι ένα θαύμα. Μέσα στις άλλες μου αρρώστιες έχω και καρκίνο στην υπόφυση. Δημιουργήθηκε εκεί όγκος που μεγαλώνει και πιέζει το οπτικό νεύρο. Γι” αυτό τώρα πια δεν βλέπω. Πονάω φοβερά. Προσεύχομαι όμως σηκώνοντας το Σταυρό του Χριστού με υπομονή. […] Πονάω πολύ, υποφέρω, αλλά είναι πολύ ωραία η αρρώστιά μου. Την αισθάνομαι ως αγάπη του Χριστού… Η αρρώστιά μου είναι μια ιδιαίτερη εύνοια του Θεού, που με καλεί να μπω στο μυστήριο της αγάπης Του και με τη δική Του την χάρη να προσπαθήσω ν” ανταποκριθώ. Αλλά εγώ δεν είμαι άξιος. Θα μου πείτε: «Όλ” αυτά που σου αποκαλύπτει ο Θεός δεν σε κάνουν άξιο;».Αυτά με κατακρίνουν. Γιατί αυτά είναι της χάριτος του Θεού. Δεν είναι τίποτα δικό μου. Ο θεός μου έδωσε πολλά χαρίσματα, αλλά εγώ δεν ανταποκρίθηκα, φάνηκα ανάξιος. Την προσπάθειά όμως ούτε μια στιγμή δεν την άφησα… Γι” αυτό δεν προσεύχομαι να με κάνει ο Θεός καλά. Προσεύχομαι να με κάνει καλό…
Ο θάνατος είναι μία γέφυρα που θα μας πάει στον Χριστό. Μόλις κλείσομε τα μάτια μας, θα τ” ανοίξομε στην αιωνιότητα. Θα παρουσιασθούμε μπροστά στον Χριστό. Στην άλλη ζωή θα ζούμε «εκτυπώτερον» την χάρι του Θεού
Ένα άλλο μυστικό τώρα θα σας πω. Τις νύκτες επικοινωνώ τηλεφωνικώς μ” έναν αγιορείτη ασκητή. Αυτός μελετάει πολύ τους Πατέρες και μου εξηγεί πολλά πράγματα. Συζητούμε πνευματικά ζητήματα. Τρέλα, τί να σας πω! …Αυτό έγινε και σήμερα πρωί πρωί, δηλαδή νύχτα στις τρεις. Οι καμπάνες χτυπούσαν εκείνη την ώρα που συνομιλούσαμε. Επί μισή ώρα κουβεντιάζαμε πάρα πολύ ωραία πράγματα. Ειλικρινά, μεγάλη χαρά αισθάνθηκα, μεγαλύτερη απ” ό,τι μπορώ να σας εκφράσω. Δόξα Σοι ο Θεός!. Ενώ λέγαμε αυτά τα πνευματικά, μου λέει:
– Χτυπάει η καμπάνα για την εκκλησία και τρέχω να προλάβω.
Του λεώ:
– Γέροντα, μη μ” αφήνεις!
– Μετά χαράς μου λέει. Έλα να πάμε στην εκκλησία, να είμαστε μαζί, να βλέπομε τα μεγαλεία του Θεού, την Θεία Λειτουργία, την χάρη του Χριστού. Έλα, δεν υπάρχει απόσταση εν Χριστώ Ιησού των Κυρίω ημών.Καμία απόσταση!
Και «πήγα» μαζί του στην εκκλησία. Όλες τις ώρες μαζί του προσευχόμουνα. Έβλεπα όλες τις ιερές και άγιες εικόνες, τις λαμπάδες, τα κεράκια, τα καντηλάκια να τσιτσιρίζουν. Έβλεπα τους ιερείς να λειτουργούν μεταρσιωμένοι. Ήταν γεμάτη η εκκλησία από ασκητές κι όλοι είχαν μεγάλη χαρά μέσα τους και ψάλλανε: «Δεύτε ίδωμεν πιστοί που εγεννήθη ο Χριστός… Η Γέννησίς σου… Η Παρθένος σήμερον… Χριστός γεννάται δοξάσατε…» Στο «Μετά φόβου Θεού» πήγε να μεταλάβει. Δίπλα του κι εγώ, με τη χάρη του Κυρίου, συγκινημένος. Συγχωράτε με που σας τα λέγω. Έβλεπα όλους τους αδελφούς να δέονται. Αισθάνθηκα μεγάλη αγαλλίαση. Ό,τι έβλεπαν εκείνοι, έβλεπα κι εγώ. Μα ήταν πνευματική πανδαισία αυτή η Λειτουργία με τους αγίους ασκητές, τις χαρούμενες ψυχούλες που τα αισθανόντουσαν όλα, που εζούσανε την εορτή των Χριστουγέννων! Την εζούσανε! Πώς θα ήθελα να ήσασταν κι εσείς, ν” ακούγατε τα λόγια που λέγανε.
Η χαρά μου γίνεται πολύ μεγάλη, όταν ο άλλος μου βεβαιώνει ότι αυτό που «βλέπω» είναι πράγματι έτσι, γιατί καταλαβαίνω πως αυτή η γνώση δεν προέρχεται παρά μόνον εκ Θεού. Να σας πω τι εννοώ. Σας ζητάω πολλές φορές να μου διαβάσετε μια παράγραφο, παραδείγματος χάριν, από κάποιον Πατέρα, και σας λέγω: «Κοιτάξτε στη σελίδα δέκα, στην παράγραφο δύο, στο μέσον της σελίδας και θα το βρείτε αυτό που σας είπα». Ανοίγετε, πράγματι, στη συγκεκριμένη σελίδα, το βρίσκετε, μου το διαβάζετε. Είναι γραμμένο ακριβώς όπως σας το έχω πει. Παραξενεύεσθε εσείς, γιατί μου έρχεται μεγάλη χαρά και λέω: «α! Δεν το ήξερα, πρώτη φορά το ακούω!», ενώ σας το έχω πει πιο πριν απ” έξω. Κι όμως, αλήθεια σας λέγω, δεν λέγω ψέματα. Όντως δεν το ήξερα, διότι ποτέ δεν το είχα διαβάσει πιο πριν. Τη στιγμή που σας είπα την παράγραφο, εκείνη τη στιγμή μου το εφανέρωσε μέσα μου η θεία χάρις, το Άγιον Πνεύμα. Εγώ, όμως τ” άκουσα για πρώτη φορά την ώρα που το διαβάσατε, γιατί ποτέ δεν το είχα διαβάσει και μου έκανε εντύπωση και χάρηκα που επιβεβαιώσατε αυτό που μου εφανέρωσε η θεία χάρις….
Καταλάβατε; Υπάρχουν κι άλλα μάτια, τα μάτια της ψυχής. Με τα μάτια τα σαρκικά μπορεί να βλέπεις περιορισμένα, ενώ μ” εκείνα της ψυχής μπορεί να βλέπεις και πίσω απ” το φεγγάρι. Εσείς βλέπετε με τα μάτια του σώματος. Τα ίδια πράγματα βλέπω κι εγώ με τη χάρη ακόμη πιο καλά, πιο καθαρά. Με τα μάτια τα σαρκικά βλέπεις τα πράγματα εξωτερικά. Με τα μάτια της ψυχής βλέπεις πιο βαθιά. Εσείς βλέπετε εξωτερικά, εγώ βλέπω και πώς είναι εσωτερικά. Βλέπω και διαβάζω την ψυχή του άλλου
Όταν «βλέπω» κάτι με τη χάρη του Θεού, το χαίρομαι πολύ κατά βάθος. Με την εν Κυρίω χαρά. Εκεί που με επισκέπτεται η χάρις του Θεού, εκεί που κοιτάζω και διαβάζω την ψυχή του άλλου διά της θείας χάριτος, τη στιγμή εκείνη η θεία χάρις φέρνει μέσα μου έναν ενθουσιασμό. Με τον ενθουσιασμό εκδηλώνεται η θεία χάρις, που φέρνει ένα είδος φιλικότητος, οικειότητος, αδελφικότητος, ενώσεως. Μετά απ” αυτήν την ένωση έρχεται μεγάλη χαρά, τόση χαρά που πάει να σπάσει η καρδιά μου. Φοβάμαι όμως να εκδηλωθώ. Βλέπω, αλλά δεν μιλάω, έστω κι αν μου το βεβαιώνει η χάρις ότι αυτά είναι αληθινά. Όταν, όμως, με πληροφορήσει η χάρις να μιλήσω, τότε μιλάω. Λέω μερικά πράγματα που ο Θεός φωτίζει να πω απ” την αγάπη μου για όλους. Για να αισθανθεί ο κόσμος το αγκάλιασμα που κάνει ο Χριστός σε όλους μας… […] Σας λέω πολλά που είναι βαθιά, εσωτερικά, δικά μου. Ίσως κάποιος θα με παρεξηγούσε που δεν κρατάω μυστικά τα βιώματά μου, αυτά που μου αποκαλύπτει ο Θεός και λέω τόσα πολλά. Θα πει κανείς ότι είμαι εγωιστής, που λέω κι εγώ τα βιώματά μου. Το κάνω απ” την πολλή μου αγάπη για “σας, τα παιδιά μου. Για να σας ωφελήσω να πάρετε κι εσείς αυτόν τον δρόμο. Τι λέει ο σοφός Σολομών; Κάπως το λέει αυτό… Λέει: «…ούτε μην φθόνω τετηκότι συνοδεύσω, ότι ούτος ου κοινωνήσει σοφία». Κι ακόμη κάτι: «Ουκ αποκρύψω υμίν μυστήρια». […] «Μετάδοση» σημαίνει: Πήρες κάτι; Να το μεταδώσεις από αγάπη. Δεν πιστεύεις ότι έχεις κάτι δικό σου. Είναι του Θεού και το μεταδίδεις. Αυτό είναι αληθινή ταπείνωση
…Κι όταν καμιά φορά βλέπω ότι κάποιος πάει για καταστροφή στη ζωή του, δεν μπορώ να κάνω τίποτα. Του το δείχνω λίγο, δεν καταλαβαίνει. Δεν πρέπει να επέμβω ισχυρά και να περιορίσω την ελευθερία του. Δεν είναι απλό το πράγμα
…Η θρησκεία μας είναι αγάπη, είναι έρωτας, είναι ενθουσιασμός, είναι τρέλα, είναι λαχτάρα του θείου.Είναι μέσα μας όλ” αυτά. Είναι απαίτηση της ψυχής μας η απόκτησή τους. Για πολλούς όμως η θρησκεία είναι ένας αγώνας, μία αγωνία κι ένα άγχος. Γι” αυτό πολλούς απ” τους «θρήσκους» τους θεωρούνε δυστυχισμένους, γιατί βλέπουνε σε τι χάλια βρίσκονται. Κι έτσι είναι πράγματι. Γιατί αν δεν καταλάβει κανείς το βάθος της θρησκείας και δεν τη ζήσει, η θρησκεία καταντάει αρρώστια και μάλιστα φοβερή. Τόσο φοβερή που ο άνθρωπος χάνει τον έλεγχο των πράξεών του, γίνεται άβουλος κι ανίσχυρος, έχει αγωνία κι άγχος και φέρεται υπό του κακού πνεύματος. Κάνει μετάνοιες, κλαίει, φωνάζει, ταπεινώνεται τάχα, κι όλη αυτή η ταπείνωση είναι μια σατανική ενέργεια. Ορισμένοι τέτοιοι άνθρωποι ζούνε τη θρησκεία σαν ένα είδος κολάσεως. Μέσα στην εκκλησία κάνουν μετάνοιες, σταυρούς, λένε: «είμαστε αμαρτωλοί, ανάξιοι» και μόλις βγούνε έξω αρχίζουν να βλασφημάνε τα θεία, όταν κάποιος λίγο τους ενοχλήσει. […] Στην πραγματικότητα, η χριστιανική θρησκεία μεταβάλλει τον άνθρωπο και τον θεραπεύει. Η κυριότερη, όμως προϋπόθεση για να αντιληφθεί και να διακρίνει ο άνθρωπος την αλήθεια είναι η ταπείνωση. Ο εγωισμός σκοτίζει το νου του ανθρώπου, τον μπερδεύει, τον οδηγεί στην πλάνη, στην αίρεση. Είναι σπουδαίο να κατανοήσει ο άνθρωπος της αλήθεια…
…Το ουσιαστικότερο είναι να φεύγεις απ” τον τύπο και να πηγαίνεις στην ουσία. Ό,τι γίνεται, να γίνεται από αγάπη. Η αγάπη εννοεί πάντα να κάνεις θυσίες…
…Ο Χριστός δεν θα μας αγαπήσει άμα εμείς δεν είμαστε άξιοι να μας αγαπήσει. Για να μας αγαπήσει, πρέπει να βρει μέσα μας κάτι το ιδιαίτερο. Θέλεις, ζητάεις, προσπαθείς, παρακαλείς, δεν παίρνεις όμως τίποτα. Ετοιμάζεσαι ν” αποκτήσεις εκεί που θέλει ο Χριστός, για να έλθει μέσα σου η θεία χάρις, αλλά δεν μπορεί να μπει, όταν δεν υπάρχει εκείνο που πρέπει να έχει ο άνθρωπος. Ποιό είναι αυτό; Είναι η ταπείνωση. Αν δεν υπάρχει ταπείνωση, δεν μπορούμε ν” αγαπήσουμε τον Χριστό. Ταπείνωση και ανιδιοτέλεια στη λατρεία του Θεού. «Μή γνώτω η αριστερά σου τι ποιεί η δεξιά σου». Κανείς να μη σας βλέπει, κανείς να μην καταλαβαίνει τις κινήσεις της λατρείας σας προς το θείον. Όλ” αυτά κρυφά, μυστικά, σαν τους ασκητές. Θυμάστε που σας έχω πει για τ” αηδονάκι; Μες στο δάσος κελαηδεί. Στη σιγή. Να πεις πως κάποιος τ” ακούει, πως κάποιος το επαινεί; Κανείς. Πόσο ωραίο κελάηδημα μες στην ερημιά! Έχετε δει πώς φουσκώνει ο λάρυγγας, παθαίνει, μαλλιάζει η γλώσσα. Πιάνει μια σπηλιά, ένα λαγκάδι και ζει τον Θεό μυστικά, «στανεγμοίς αλαλήτοις»…

…Όλο το μυστικό είναι η αγάπη, ο έρωτας στον Χριστό. Το δόσιμο στον κόσμο τον πνευματικό. Ούτε μοναξιά νιώθει κανείς, ούτε τίποτα. Ζει μέσα σ” άλλον κόσμο. Εκεί που η ψυχή χαίρεται, εκεί που ευφραίνεται, που ποτέ δεν χορταίνει…

το είδαμε εδώ

Γέροντας Σωφρόνιος:Η απιστία των παιδιών οφείλεται στους γονείς;



Γέροντας Σωφρόνιος:Η απιστία των παιδιών οφείλεται στους γονείς;

- Τὰ παιδιὰ μας ἔγιναν ἀνίκανα γιὰ τὴν πίστη ἐξ αἰτίας τῶν γονέων...Πῶς ἢ γιατί συμβαίνουν ὅλα αὐτά;

Γέροντας Σωφρόνιος: [...]Ἐπειδὴ οἱ γυναῖκες τῆς ἐποχῆς μας ἔχασαν τὴν ὑψηλὴ αὐτὴ συνείδηση, ἄρχισαν νὰ γεννοῦν προπαντὸς κατὰ σάρκα. Τὰ παιδιὰ μας ἔγιναν ἀνίκανα γιὰ τὴν πίστη. Συχνὰ ἀδυνατοῦν νὰ πιστέψουν ὅτι εἶναι εἰκόνα τοῦ Αἰωνίου Θεοῦ. Ἡ μεγαλύτερη ἁμαρτία στὶς ἡμέρες μας ἔγκειται στὸ ὅτι οἱ ἄνθρωποι βυθίστηκαν στὴν ἀπόγνωση καὶ δὲν πιστεύουν πιὰ στὴν Ἀνάσταση. Ὁ θάνατος τοῦ ἀνθρώπου ἐκλαμβάνεται ἀπὸ αὐτοὺς ὡς τελειωτικὸς θάνατος, ὡς ἐκμηδένιση, ἐνῶ πρέπει νὰ θεωρεῖται ὡς στιγμὴ ἀλλαγῆς τῆς μορφῆς τῆς ὑπάρξεώς μας ὡς ἡμέρα γεννήσεώς μας στὴν ἀνώτερη ζωή, σὲ ὁλόκληρο πλέον τὸ πλήρωμα τῆς ζωῆς ποὺ ἀνήκει στὸ Θεό. Ἀλήθεια, τὸ Εὐαγγέλιο λέει: «Ὁ πιστεύων εἰς τὸν Υἱὸν ἔχει ζωὴν αἰώνιον ὁ δὲ ἀπειθὼν τῷ Υἱῷ οὐκ ὄψεται ζωὴν» (Ἰωάν. 3,36). «Ἀμήν, ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι… ὁ πιστεύων τῷ πέμψαντί με ἔχει ζωὴν αἰώνιον, καὶ εἰς κρίσιν οὐκ ἔρχεται, ἀλλὰ μεταβέβηκεν ἐκ τοῦ θανάτου εἰς τὴν ζωὴν» (Ἰωάν. 5,24). «Ἀμήν, ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐὰν τις τὸν λόγον τὸν ἐμὸν τηρήσῃ, θάνατον οὐ μὴ θεωρήσῃ εἰς τὸν αἰῶνα» (Ἰωάν. 8,51). Παρόμοιες λοιπὸν ἐκφράσεις μποροῦμε νὰ ἀναφέρουμε πολλές.Συχνὰ ἀκούω ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους: Πῶς ἢ γιατί συμβαίνουν ὅλα αὐτά;

Γιατί ἡ πλειονότητα τῶν ἀνθρώπων ἔχασε τὴν ἱκανότητα νὰ πιστεύει; Δὲν εἶναι ἄραγε ἡ νέα ἀπιστία συνέπεια τῆς εὐρύτερης μορφώσεως, ὅταν αὐτὸ ποὺ λέει ἡ Γραφὴ γίνεται μύθος, ἀπραγματοποίητο ὄνειρο;
 

Ἡ πίστη, ἡ ἱκανότητα γιὰ τὴν πίστη, δὲν ἐξαρτᾶται πρωτίστως ἀπὸ τὸν βαθμὸ μορφώσεως τοῦ ἀνθρώπου. Πράγματι παρατηροῦμε ὅτι στὴν ἐποχή μας, κατὰ τὴν ὁποία διαδίδεται ἡ μόρφωση, ἡ πίστη ἐλαττώνεται, ἐνῶ θὰ ἔπρεπε οὐσιαστικὰ νὰ συμβαίνει τὸ ἀντίθετο ὅσο δηλαδὴ πλατύτερες γίνονται οἱ γνώσεις τοῦ ἀνθρώπου, τόσο περισσότερες ἀφορμὲς ἔχει γιὰ νὰ ἀναγνωρίζει τὴ μεγάλη σοφία τῆς δημιουργίας τοῦ κόσμου. Σὲ τί λοιπὸν συνίσταται ἡ ρίζα τῆς ἀπιστίας;
 


Πρὶν ἀπ’ ὅλα ὀφείλουμε νὰ ποῦμε ὅτι τὸ θέμα αὐτὸ εἶναι πρωτίστως ἔργο τῶν γονέων, τῶν πατέρων καὶ τῶν μητέρων. Ἂν οἱ γονεῖς φέρονται πρὸς τὴν πράξη τῆς γεννήσεως τοῦ νέου ἄνθρωπου μὲ σοβαρότητα, μὲ τὴ συνείδηση ὅτι τὸ γεννώμενο βρέφος μπορεῖ νὰ εἶναι ἀληθινὰ «υἱὸς ἀνθρώπου» κατ’ εἰκόνα τοῦ Υἱοῦ τοῦ Ἀνθρώπου, δηλαδὴ τοῦ Χριστοῦ, τότε προετοιμάζονται γιὰ τὴν πράξη αὐτὴ ὄχι ὅπως συνήθως γίνεται αὐτό. Νὰ ἕνα ὑπέροχο παράδειγμα ὁ Ζαχαρίας καὶ ἡ Ἐλισάβετ προσεύχονταν γιὰ πολὺ καιρὸ νὰ τοὺς χαρισθεῖ τέκνο… Καὶ τί συνέβη λοιπόν; «Ὤφθη δὲ αὐτῷ (τῷ Ζαχαρίᾳ) ἄγγελος Κυρίου ἐστὼς ἐκ δεξιῶν τοῦ θυσιαστηρίου τοῦ θυμιάματος. Καὶ ἐταράχθη Ζαχαρίας ἰδών, καὶ φόβος ἐπέπεσεν ἐπ’ αὐτόν. Εἶπε δὲ πρὸς αὐτὸν ὁ ἄγγελος μὴ φοβοῦ, Ζαχαρία διότι εἰσηκούσθη ἡ δέησίς σου, καὶ ἡ γυνή σου Ἐλισάβετ γεννήσει υἱὸν σοι, καὶ καλέσεις τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἰωάννην καὶ ἔσται χαρὰ σοι καὶ ἀγγαλίασις, καὶ πολλοὶ ἐπὶ τῇ γεννήσει αὐτοῦ χαρήσονται. Ἔσται γὰρ μέγας ἐνώπιόν τοῦ Κυρίου… καὶ Πνεύματος Ἁγίου πλησθήσεται ἔτι ἐκ κοιλίας μητρὸς αὐτοῦ, καὶ πολλοὺς τῶν υἱῶν Ἰσραὴλ ἐπιστρέψει ἐπὶ Κύριον τὸν Θεὸν αὐτῶν» (Λουκ. 1,11-16).
Βλέπουμε μάλιστα στὴ συνέχεια ὅτι ὁ Ἰωάννης, εὑρισκόμενος ἀκόμη στὴν κοιλιὰ τῆς μητέρας του, ἀναγνώρισε τὴν ἐπίσκεψη τῆς μητέρας τοῦ Χριστοῦ, σκίρτησε ἀπὸ χαρὰ καὶ ἡ χαρὰ του μεταδόθηκε στὴ μητέρα του. Τότε ἐκείνη γέμισε μὲ προφητικὸ πνεῦμα. Ἄλλο παράδειγμα εἶναι ἡ προφήτιδα Ἄννα.
 


Ἔτσι καὶ τώρα ἂν οἱ πατέρες καὶ οἱ μητέρες θὰ γεννοῦν παιδιὰ συναισθανόμενοι τὴν ἄκρα σπουδαιότητα τοῦ ἔργου αὐτοῦ, τότε τὰ παιδιά τους θὰ γεμίζουν ἀπὸ Πνεῦμα Ἅγιο, ἤδη ἀπὸ τὴν κοιλιὰ τῆς μητέρας καὶ ἡ πίστη στὸν Θεό, τὸν Δημιουργὸ τῶν ἁπάντων, ὡς πρὸς τὸν Πατέρα τους, θὰ γίνει γι’ αὐτὰ φυσική, καὶ καμία ἐπιστήμη δὲν θὰ μπορέσει νὰ κλονίσει τὴν πίστη αὐτή, γιατί «τὸ γεννώμενον ἐκ Πνεύματος πνεῦμα ἐστίν». Ἡ ὕπαρξη λοιπὸν τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ ἐγγύτητά του σὲ μᾶς εἶναι γιὰ μία τέτοια ψυχὴ ὀφθαλμοφανὲς γεγονός. Καὶ ἡ ἀπιστία τῶν πολυμαθῶν ἢ τῶν ἀμαθῶν στὰ μάτια τῶν τέκνων αὐτῶν τοῦ Θεοῦ θὰ εἶναι ἁπλῶς ἀπόδειξη ὅτι οἱ ἄνθρωποι ἐκεῖνοι δὲν γεννήθηκαν ἀκόμη Ἄνωθεν, καὶ ἀκριβῶς ἐξαιτίας τοῦ γεγονότος αὐτοῦ δὲν πιστεύουν στὸν Θεό, διότι εἶναι ἐξολοκλήρου σάρκα, γεννημένοι ἀπὸ σάρκα.
 

Ἐκεῖνο ὅμως ποὺ ἀποτελεῖ πραγματικὸ πρόβλημα γιὰ τὴν Ἐκκλησία, τὸν προορισμό της, εἶναι τὸ πῶς νὰ πείσει τοὺς ἀνθρώπους ὅτι εἶναι ἀληθινὰ τέκνα καὶ θυγατέρες τοῦ αἰωνίου Πατρὸς πῶς νὰ δείξει στὸν κόσμο τὴ δυνατότητα μιᾶς ἄλλης ζωῆς, ὅμοιας πρὸς τὴ ζωὴ τοῦ ἰδίου τοῦ Χριστοῦ, ἢ τὴ ζωὴ τῶν προφητῶν καὶ τῶν ἁγίων. Ἡ Ἐκκλησία ὀφείλει νὰ φέρει στὸν κόσμο ὄχι μόνο τὴν πίστη στὴν ἀνάσταση, ἀλλὰ καὶ τὴ βεβαιότητα γι’ αὐτήν. Τότε περιττεύει ἡ ἀπαίτηση γιὰ ὁποιεσδήποτε ἄλλες ἠθικιστικὲς διδασκαλίες.


πηγή

'Πειρατήριον εστίν ο βίος του ανθρώπου'' Του Σεβ. Μητροπολίτου Καστορίας κ. Σεραφείμ

Ερμηνεύοντας ο Άγιος Κύριλλος, πατριάρχης Ιεροσολύμων την θεραπεία του παραλυτικού της Βηθεσδά, εκτός των άλλων μας αναφέρει και τα εξής: "Ο Χριστός είδε κάποιον κατάκοιτο και ταλαιπωρημένο από τη βαριά του αρρώστια. Διότι είχε μεγάλο βάρος αμαρτιών και πόνο μακροχρόνιας αρρώστιας. Σε αυτόν απευθύνει το ποθητό ερώτημα: "θέλεις να θεραπευθείς;" (Ιω ε΄,7)".


Και δεν είπε τίποτα άλλο, παρά άφησε την ερώτηση στη μέση, διότι η ερώτησή Του ήταν διπλή.

Επειδή ο παραλυτικός δεν ήταν μόνο σωματικά άρρωστος, αλλά και ψυχικά (σύμφωνα με αυτό που του είπε μετά: "Βλέπεις, έχεις γίνει καλά. Από ΄δω και πέρα μην αμαρτάνεις, για να μην πάθεις τίποτε χειρότερο" (Ιω ε΄,14), γι' αυτό τον ρώτησε: "θέλεις να θεραπευθείς;"

Τι μεγάλη που είναι η δύναμη του Γιατρού, που βάζει ως προϋπόθεση της βοήθειάς Του, τη θέληση του αρρώστου!

Διότι, επειδή η σωτηρία προέρχεται από την πίστη, γι΄αυτό ο παραλυτικός άκουσε το "θέλεις", ώστε η θέληση να φέρει τη θεραπεία.

Αυτόν τον λόγο μπορούσε να πει μόνο ο Ιησούς, και όχι οι αισθητοί αρχίατροι. Διότι, αυτοί που θεραπεύουν τα αισθητά νοσήματα, δεν μπορούν να λένε σε όλους: ''Θέλεις να γίνεις καλά;'' Όμως ο Ιησούς και τη θέληση χορηγεί και την πίστη δέχεται και χαρίζει τη δωρεά χωρίς αμοιβή.

1. Ο πόνος λοιπόν της ασθενείας μαζί συγχρόνως με την εγκατάλειψη από τους ανθρώπους ήταν ο σύντροφος του ανθρώπου της προβατικής κολυμβήθρας.

Ο πόνος που το φαινόμενό του είναι πανανθρώπινο και βρίσκεται συγχρόνως σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης.

Μέσα από αυτό το καμίνι της δοκιμασίας περνούν πλούσιοι και φτωχοί, σοφοί και αγράμματοι. Είναι χαρακτηριστικά τα λόγια του Χριστού "εν τω κόσμω θλίψιν έξετε αλλά θαρσείτε, εγώ νενίκηκα τον κόσμον" (Ιω ιστ΄,33)

Τον ονόμασαν σκληρό δυνάστη

Τον διακρίνουμε σε σωματικό πόνο που ταλαιπωρεί το σώμα από την παρουσία της ασθενείας ή από τις διάφορες στερήσεις.

Σε συναισθηματικό πόνο ο οποίος έχει σαν βάση τις διάφορες τραγικότητες στην κοιλάδα αυτή του κλαυθμώνος, παραδείγματος χάριν η παρουσία του θανάτου προσφιλών μας προσώπων, η χηρεία, η ορφάνια και τόσα άλλα τα οποία ο καθένας από εμάς μπορεί να προσθέσει στην καθημερινή του ζωή.

Ο πόνος με τις διάφορες παραλλαγές του αφού δεν μπορούμε απόλυτα να κάνουμε διαχωρισμό, αποτελεί από την ημέρα της πτώσεως των πρωτοπλάστων τον μόνιμο σύντροφο της ζωής του. Γιαυτό και από το στόμα του πολλές φορές βγαίνει ένα γιατί:

Γιατί σε εμένα.....

Γιατί τόσος πόνος.....

Γιατί τόσα δάκρυα στη ζωή μου....

2. Οι θεοφόροι πατέρες της Εκκλησίας μέσα από τη δική τους εμπειρία από την παρουσία του Αγίου Πνεύματος μέσα στην κεκκαθαρμένη καρδία τους μας αναφέρουν:

Για την παιδεία του Θεού, για το παιδαγωγικό του πόνου που γίνεται φάρμακο πολλές φορές της αρρωστημένης από την αμαρτία ψυχής μας.

Έτσι από την παρουσία του πολλές φορές διαπιστώνουμε την ματαιότητα των εγκοσμίων, καταφεύγουμε στην αγάπη του Θεού, ζητούμε το έλεός Του και την θαυμαστή Του παρουσία, αφήνουμε την ζωή της αμαρτίας και διά της μετανοίας οδηγούμεθα στην Χάρη του Θεού.

Γιαυτό και ο προφητάναξ Δαυίδ στον 76ο ψαλμό απευθυνόμενος στον Θεό εν καιρώ θλίψεως λέγει: "εν ημέρα θλίψεώς μου τον Θεόν εξεζήτησα, ταις χερσί μου νυκτός εναντίον αυτού, και ουκ ηπατήθην. απηνήνατο παρακληθήναι η ψυχή μου. εμνήσθην του Θεού και ευφράνθην. ηδολέσχησα, και ωλιγοψύχησε το πνεύμα μου".

3. Ο πόνος, μας υπενθυμίζουν ‘τα πάγχρυσα στόματα του λόγου’, μας προάγει στην πνευματική ζωή και συντελεί στον αγιασμό μας. "Έπαρον τους πειρασμούς και ουδείς ο σωζώμενος" είναι η πατερική εμπειρία.

Μέσα από τους πειρασμούς και τις δυσκολίες αυτής της ζωής αποκτούμε την αρετή της υπομονής και της ανδρείας, οι οποίες μας προάγουν στην αγιότητα.

Αυτό τον πόνο δοκίμασε ο ενανθρωπήσας Υιός και Λόγος του Θεού "ημίν υπολιμπάνων υπογραμμόν ίνα επακολουθήσωμεν τοις ίχνεσιν αυτού" (πρβλ. Α΄ Πέτρ. β΄,21). Αυτόν δοκίμασαν οι άγιοι μάρτυρες.

Αγκαλιά με αυτόν έζησαν οι θεοφόροι πατέρες της Εκκλησίας και όλοι οι άγιοι της πίστεώς μας. Γι΄ αυτό έχει λεχθεί χαρακτηριστικά ότι ο πόνος και οι πειρασμοί τους οποίους αντιμετωπίζουμε μοιάζουν με τους ανέμους που αναγκάζουν το δέντρο να ρίξει βαθύτερες ρίζες στη γη.

Ό,τι είναι η σμίλη ενός γλύπτη, ό,τι είναι το νυστέρι του χειρουργού, ό,τι είναι το κλαδευτήρι του αμπελουργού είναι και ο πόνος για τον κάθε άνθρωπο.

4. Ο απόστολος Παύλος, ο στρατηγός της Εκκλησίας, κατά τον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο, μας δίνει μέσα από την δική του πολυκύμαντη ζωή με την άφθονη παρουσία του πόνου, των πειρασμών και των δοκιμασιών την δική του διάσταση.

Ο πόνος μας βοηθάει στο να αποκτήσουμε το πνεύμα της ταπεινώσεως.

"Εδόθη μοι σκόλοψ τη σαρκί, άγγελος σατάν, ίνα με κολαφίζη, ίνα μη υπεραίρωμαι. Υπέρ τούτου τρις τον Κύριον παρεκάλεσα ἰνα αποστή απ΄ εμού. και είρηκέ μοι. αρκεί σοι η χάρις μου. η γαρ δύναμίς μου εν ασθενεία τελειούται’ (Β΄ Κορ. ιβ΄, 7).

Είναι ένα διδασκαλείο θα λέγαμε στη γλώσσα μας που μας ενισχύει στο να αποκτήσουμε την αρετή της ταπεινώσεως, ώστε στο χώρο της καρδιάς μας να υπάρχει η Χάρις του Θεού.

Και όπως ένας αθλητής μέσα σε ένα στάδιο κοπιάζει και τρέχει και ιδρώνει, πέφτει και ανίσταται προκειμένου να φθάσει κάποια στιγμή στο τέρμα και να πάρει το βραβείο της νίκης, έτσι και εμείς σε αυτή τη ζωή, απέναντι στις μικρότητες, στα πάθη, στην φιλαυτία και τον εγωϊσμό, εμφανίζεται ο πόνος για να μην υπερφρονούμε "παρ΄ ο δει φρονείν" (Ρωμ. ιβ΄, 3) κατά την Παύλειο αποκάλυψη.

Όταν επιτρέψει ο Θεός τον πόνο, όταν βρεθούμε στην αγριαίνουσα θάλασσα των πειρασμών, όταν τα κύμματα αυτής της ζωής υψώνονται πελώρια και είναι έτοιμα να καταποντήσουν το πλοιάριο της υπάρξεώς μας, τότε θα πρέπει να έχουμε σαν συνοδοιπόρο, αφενός μεν την πίστη στον Κύριο των Δυνάμεων και αφετέρου την βεβαιότητα της αγάπης Του και της ζωντανής παρουσίας Του.

Θα πρέπει να θυμόμαστε τον λόγο Του "ιδού εγώ μεθ΄ υμών ειμί, πάσας τας ημέρας" (Ματθ. κη΄, 20). Και η προσευχή μας θα πρέπει να είναι όπως του αποστόλου Πέτρου: "Κύριε σώσόν με" (Ματθ. ιδ΄, 30’).

Έτσι θα απολαμβάνουμε την θεία παράκληση και θα ακούμε την γλυκιά φωνή του Χριστού "θέλεις υγιής γενέσθαι;"

Γιατί "Ιησούς και το θέλειν χαρίζεται, και το πιστεύειν λαμβάνει, και την δωρεάν αμισθί χαρίζεται" (Ομιλία εις τον παραλυτικόν τον επί την κολυμβήθραν, Αγ.Κυρίλλου Ιεροσολύμων, κεφ. δ΄).


Κυριακή τού Παραλύτου (Ιω. 5,1-15) Του Μιχαήλ Χούλη Θεολόγου


Κοντά στην προβατική πύλη του φρουρίου των Ιεροσολύμων, απ’ όπου οδηγούσαν τα πρόβατα για τις θυσίες, υπήρχε (και σώζεται μέχρι σήμερα) μια δεξαμενή που στα Εβραϊκά λέγεται Βηθεσδά, δηλαδή «σπίτι αγάπης» ή «οίκος ευσπλαχνίας» και είχε πέντε στοές (υπόστεγα με καμάρες). Σ’ αυτές κείτονταν πολλοί άρρωστοι, τυφλοί, κουτσοί, παράλυτοι, που περίμεναν να αναταραχθεί το νερό. Γιατί κάπου-κάπου ένας άγγελος κατέβαινε στη δεξαμενή κι ανατάραζε το νερό. Ο πρώτος λοιπόν που έμπαινε μετά την ταραχή του νερού γινόταν καλά, απ’ οποιαδήποτε αρρώστια και αν υπέφερε. Δεν επρόκειτο δηλαδή για ιαματικά λουτρά, αλλά για ευεργεσία και έλεος από το Θεό, αφού μόνο ο πρώτος κάθε φορά εισερχόμενος θεραπευόταν και μάλιστα από κάθε ασθένεια.


Εκεί υπήρχε ένας άνθρωπος που υπέφερε 38 χρόνια απ’ την ασθένειά του. Δηλαδή όλοι τον γνώριζαν, ήξεραν την πάθησή του και πόσο ταλαιπωρημένος ήταν. Επομένως και η θεραπεία του από τον Χριστό, που θα φανεί στη συνέχεια, δεν ήταν παρά ένα ακόμη θαύμα από την πηγή της Χάριτος, τον Θεάνθρωπο Κύριο.  Όταν τον είδε ο Ιησούς κατάκοιτο, και ξέροντας ότι πολύ καιρό ήδη βρισκόταν εκεί, του λέει: «Θέλεις να γίνεις καλά;». Του απάντησε ο άρρωστος: «Κύριε, δεν έχω κανέναν άνθρωπο για να με βάλει στη δεξαμενή, όταν ταραχθεί το νερό. ενώ δε εγώ πλησιάζω, άλλος κατεβαίνει πριν από μένα». Ο Χριστός, αν και γνωρίζει τα βάθη των ανθρώπων, ρώτησε τον παραλυτικό για να προκαλέσει σ’ αυτόν υπαρξιακή κίνηση επιστροφής και αγάπης προς τον Θεό. Ήθελε να ξυπνήσει την κοιμισμένη πνευματικότητα του αρρώστου και να την προσανατολίσει και πάλι προς μετάνοια και ζήτηση του απείρου ελέους του Κυρίου. Ιδιαίτερα ο σύγχρονος άνθρωπος ξεχνά τον Θεό και το νόημα της ζωής του, βουτηγμένος σε επίπλαστες πολλές φορές έγνοιες της καταναλωτικής κοινωνίας μας, ενώ «ενός έστι χρεία» (Λουκ. 10,42), όπως τονίζει ο Ιησούς. Δηλαδή, ένα πράγμα είναι κυρίως αναγκαίο: Η στροφή προς Αυτόν τον ίδιο, η σύναψη σχέσεων μαζί Του, η συνάντηση μετά του προσώπου Του, αφού είναι ο δοτήρ απάντων των αγαθών. 

Του λέει ο Ιησούς: «Σήκω, πάρε το κρεβάτι σου και περπάτα». Κι αμέσως έγινε υγιής ο άνθρωπος και πήρε το κρεβάτι του και περπατούσε. Εμφανής είναι λοιπόν η παντοδυναμία του Θεού, με πλήθος θεραπειών που προσέφερε, όχι μόνο όσο ζούσε σωματικά εν μέσω των ανθρώπων, αλλά και δια των αμέτρητων θαυμάτων Του, που δια των αγίων επενεργούνται στο διάβα της ιστορίας.

Μα ήταν Σάββατο εκείνη την ημέρα. Έλεγαν λοιπόν οι Ιουδαίοι στον θεραπευμένο: «Είναι Σάββατο. δεν σου επιτρέπεται να σηκώνεις το κρεβάτι». Εδώ φαίνεται η σκληροκαρδία ορισμένων ανθρώπων, οι οποίοι δεν ενδιαφέρονται πραγματικά για τα προβλήματα και τις ανάγκες των άλλων, αλλά κυρίως για το γράμμα του νόμου και τους τύπους. Η γνήσια αγάπη όμως δεν μένει στα φαινόμενα, αλλά συναντά τα πρόσωπα και εφευρίσκει λύσεις, ελκύοντας έτσι και την χάρη του Θεού. Για μας τους χριστιανούς η Κυριακή -το Σάββατο  για τους Ιουδαίους- ανήκει πράγματι στο Θεό και τη λατρεία Του, εν παραλλήλω όμως με την υπηρεσία και προσφορά προς τους άλλους και όχι μονόπλευρα. Ο Χριστός είναι ο Κύριος του Σαββάτου. καί ως δημιουργός του κόσμου καί ως αρχηγός της Εκκλησίας. Γι’ αυτό και θαυματουργούσε τα Σάββατα ώστε να καταλάβουν οι Ισραηλίτες πως έχουν μπροστά τους τον ίδιο τον Κύριο της δόξης και όχι έναν απλό άνθρωπο.

Τους απάντησε ο πρώην άρρωστος: «Αυτός που μ’ έκανε καλά, εκείνος μου είπε: Πάρε το κρεβάτι σου και περπάτα». Τον ρώτησαν λοιπόν: «Ποιος είναι ο άνθρωπος που σου είπε ‘πάρε το κρεβάτι σου και περπάτα;’». Όμως ο θεραπευμένος δεν γνώριζε ποιος είναι. γιατί ο Ιησούς ξέφυγε, επειδή υπήρχε πολύς κόσμος σ’ αυτό μέρος. Απομακρυνόταν δηλαδή γρήγορα ο Ιησούς μετά την τέλεση του πλήθους των θαυμάτων Του: (α) για να αποφύγει την επιδερμική περιέργεια εκεί που δεν υπήρχε καρδιακή αναζήτησή Του, (β) για να μην τον αναγορεύσουν πολιτικό-στρατιωτικό μεσσία, όπως οι Ιουδαίοι εσφαλμένα περίμεναν ότι θα είναι ο Εκλεκτός του Θεού, και (γ) γιατί ήταν η ενσάρκωση της ταπείνωσης, την οποία έδειξε όχι μόνο όταν γεννήθηκε εν πτωχεία και ως άνθρωπος, όχι μόνο όταν κυνηγήθηκε βρέφος από τον Ηρώδη και βρέθηκε πρόσφυγας στην Αίγυπτο, αλλά και με την περιφρόνηση που του έδειχναν πολλοί, τα μεγάλα βασανιστήρια που υπέφερε και το Σταυρό που υπέστη για τη λύτρωση όλων.

Μετά απ’ αυτά, βρήκε ο Ιησούς στο ναό τον άλλοτε παραλυτικό και του είπε: «Δες, έγινες καλά. μην αμαρτάνεις πια, για να μην σου συμβεί τίποτα χειρότερο». Ο πρώην κατάκοιτος πήγε δηλαδή στο ναό για να ευχαριστήσει το Θεό για την υγεία που απέκτησε, πράγμα που διδάσκει και εμάς να μην ξεχνάμε το Θεό, αλλά να αποδίδουμε ευγνωμοσύνη και όχι αχαριστία. Ο Χριστός τον πληροφορεί ότι ο Θεός δεν αρέσκεται στην αμαρτία (αστοχία, αποτυχία ως προς την τελειοποίηση του προσώπου και το καθ’ ομοίωση) και ότι αποσύρει την χάρη και το έλεος Του σε όσους δεν μετανοούν. Όχι γιατί δεν τους αγαπάει ο Θεός (είναι αλήθεια ότι δεν κάνει διακρίσεις ο Θεός), αλλά διότι εκ φύσεως είναι άγιος και δεν αναπαύεται στο κακό, την διαφθορά, την δουλεία στα πάθη. Και προσφέρει την προστασία του, την αγάπη και το φως του προσώπου Του σε εκείνους που οικειοθελώς τα δέχονται, τα αναζητούν και βαδίζουν εν ελευθερία στο θέλημά Του και όχι σε εκείνους που τα αρνούνται, διότι δεν παραβιάζει ποτέ την θέληση των ανθρώπων. Έφυγε αμέσως μετά ο πρώην παράλυτος και ανάγγειλε στους Ιουδαίους (όχι από φθόνο, αλλά από ευγνωμοσύνη) την ευεργεσία του Θεού, αναγνωρίζοντας έτσι τον Ιησού ως σωτήρα και Θεό του. Η πράξη του επισημαίνει και σε μας να μην ξεχνάμε, αλλά και στους άλλους να μιλάμε για την αγάπη του Θεού, εκεί που υπάρχουν ευνοϊκές συνθήκες και μας ζητείται λόγος.

Μια σημαντική παρατήρηση είναι ακόμη εδώ το γεγονός ότι ο θεραπευθείς διαπίστωσε ότι υπάρχει Θεός, διαπίστωσε την ευεργεσία που του έκανε ο Θεός, αλλά δεν ήξερε ποιος είναι ο Χριστός (που είναι η ενσάρκωση του Θεού). Πήγε όμως στο ναό και τον συνάντησε εκεί. Στη γνήσια συνάντηση δηλαδή με τον Χριστό, που είναι το ζητούμενο και η σωτηρία των ανθρώπων, μας οδηγεί όχι η ορθολογιστική έρευνα, αλλά η προσφυγή στην αλήθεια της Εκκλησίας, η μυστηριακή ζωή, η Πατερική ερμηνευτική των Ευαγγελίων και η εν ταπεινώσει προσευχή.

Ο παραλυτικός ήταν ολομόναχος. «Νεκρός» από οικογένεια, φίλους, συγγενείς, γνωστούς. Το φαινόμενο παρατηρείται ιδιαίτερα στις μεγαλουπόλεις όπου, αν και σφύζουν από ζωή, πολλοί άνθρωποι υποφέρουν από μοναξιά, δεν έχουν καμία παρηγοριά ή χωλαίνει η υγιής κοινωνικότητα.  Όταν έχεις όμως τον Χριστό, έχεις τα πάντα. Ο ίδιος είναι δηλαδή το πλήρωμα της ζωής, η αφθονία του Πνεύματος. Όταν προσεύχεσαι σ’ Αυτόν δεν σου αρνείται την απάντησή Του. Και δεν εγκαταλείπει το ποίμνιό Του, όπως η Εκκλησία –που είναι η συνέχειά Του επί της γης- συνδράμει ψυχοσωματικά τους ανθρώπους, χωρίς διακρίσεις. Αυτόν τον «νεκρό» οργανικά και κοινωνικά άνθρωπο, ο Χριστός «ανέστησε». Είναι ο χορηγός της Ζωής και της ψυχοσωματικής υγείας. Τον επανέφερε στο κοινωνικοθρησκευτικό πρότερο περιβάλλον του. Του προσέφερε τη δυνατότητα εργασίας, σύναψης συναισθηματικών σχέσεων, χαράς και ψυχαγωγίας. Δεν φτάνει όμως αυτό για να ζήσει κανείς εν τελειότητι ζωής. Απαιτείται η δωρεά του Παρακλήτου, της οποίας μόνο ο Ιησούς Χριστός είναι χορηγός.

Ο παραλυτικός ήταν όπως φαίνεται άνθρωπος της υπομονής και της κατανόησης. Τον είχε οδηγήσει εκεί η βαριά ασθένειά του. Αποδεχόταν τους συνανθρώπους του όπως είναι. Με τα χαρίσματα και τις ατέλειές τους. Με τα μικρά και τα μεγάλα ελαττώματά τους. Η αρρώστια, του προσέφερε ύψιστο μάθημα ζωής και ανθρωπιάς. Το μήνυμα προς όλους εμάς σήμερα είναι να μην αποθαρρυνόμαστε από την άδικη ενδεχομένως στάση ορισμένων εναντίον μας, αλλά να αφήνουμε την λύση στο Θεό και στο θέλημά Του, με την προσευχή και την ταπείνωσή μας. Εκεί που εμείς δεν μπορούμε να αλλάξουμε τον κόσμο, ας αφήνουμε με υπομονή την κτίση στα χέρια του Δημιουργού της. Εκείνος γνωρίζει και μεριμνά για όλα. Κυρίως να αντιληφθούμε ακόμη ότι, σε πολλές περιπτώσεις αρνητικών σχέσεων και σύγκρουσης με τους γύρω μας, στην ουσία, και αν ψάξουμε στο βάθος, ίσως να φταίμε εμείς και όχι οι άλλοι. Ο εγωισμός όμως δεν μας αφήνει να το διαπιστώσουμε.

Θα πρέπει οπωσδήποτε να επισημάνουμε ότι το ανθρώπινο σώμα δεν θεωρείται στον Χριστιανισμό υποδεέστερο της ψυχής, όπως πίστευαν ο Πλάτωνας, ο Μάρκος Αυρήλιος και ο Πλωτίνος. Δεν είναι τάφος ή φυλακή της ψυχής, όπως στον ελληνορωμαϊκό κόσμο πρέσβευαν, ή η έδρα της αμαρτίας. Ούτε αποτελεί ένα απλό περιτύλιγμα της ψυχής ή ένα φθαρμένο ‘ρούχο’ χωρίς μέλλον, καθώς ισχύει στην ινδουιστική φιλοσοφία. Για την Εκκλησία ο άνθρωπος είναι ψυχοσωματικό ον, είναι πρόσωπο που εκφράζεται ψυχοσωματικά και το σώμα είναι προορισμένο για την αιωνιότητα. Η χριστιανική άσκηση ελευθερώνει το σώμα από τα πάθη που φθείρουν, όχι τον άνθρωπο από το σώμα του. Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος εύστοχα το επεσήμανε λέγοντας: «Δεν θέλουμε να απομακρύνουμε τη σάρκα, αλλά τη φθορά. Όχι το σώμα αλλά το θάνατο…. Το σώμα έγινε έργο του Θεού, η φθορά όμως και ο θάνατος εισήχθησαν από την αμαρτία»  (Ε.Π.Ε., τ. 36, σελ. 127).

Σπουδαία παράμετρος είναι στο σημείο αυτό η επεξήγηση πως η δύναμη του Θεού και το έλεός Του δεν ανευρίσκονται μόνο στην υγεία, αλλά -όσο κι αν φαίνεται παράλογο στην κοσμική σκέψη- ιδιαίτερα στον πόνο και την ασθένεια. Ο άνθρωπος που πάσχει και δοκιμάζεται νοιώθει πολύ περισσότερο τι ζημιά είναι για την ανθρωπότητα το κακό, τι σημαίνει στεναχώρια και πόνος, νοιώθει πόσο κοντά είναι με τους συμπαθούντες συνανθρώπους του, βιώνει μοναδικά την αξία της υγείας και την αγάπης και μαθαίνει να εμπιστεύεται το Θεό. Άλλωστε, μόνο υπερβαίνοντας τον εγωισμό του συναντάται αληθινά ο άνθρωπος με το Θεό. Σε τι ωφελεί πράγματι η τέλεια υγεία, αν ο άνθρωπος δεν νοιώθει την ανάγκη του Θεού ή αλλιώς αυτοθεώνεται; Ο απόστολος Παύλος αναφέρει ότι για να μην υπερηφανεύεται, ο Θεός του έδωσε ένα αγκάθι στο σώμα του (ίσως κάποιο δερματικό νόσημα) για να τον κρατάει ταπεινό. «Γι’ αυτό το αγκάθι στο σώμα, γράφει ο ίδιος, τρεις φορές παρακάλεσα τον Κύριο να το διώξει από πάνω μου. Η απάντησή του ήταν: ‘Σου αρκεί η χάρη μου, γιατί η δύναμή μου φανερώνεται στην πληρότητά της μέσα σ’ αυτήν την αδυναμία σου’. Με περισσότερη καύχηση, συνεχίζει, θα καυχηθώ λοιπόν για τις ταλαιπωρίες μου, για να κατοικήσει μέσα μου η δύναμη του Χριστού» (Β΄ Κορ. 12,7-9). Έτσι, η θεραπεία εξαρτάται βέβαια από τον Θεό και την πίστη των ασθενών (και έχουν συμβεί θαυματουργικά αμέτρητες ιάσεις στην ιστορία), αλλά και η μη σωματική θεραπεία, η παραμονή δηλαδή στην ασθένεια ακόμη κι αν ο ασθενής προσεύχεται, ανήκει και αυτή στο σχέδιο του Θεού, για εκείνους που κρίνει ότι μέσω της ασθένειας και του πόνου γίνονται καλύτεροι, μετανοούν και ταπεινώνονται πραγματικά. Για πολλούς εξάλλου, η διάσταση της πίστης, τα υπαρξιακά νοήματα και η αναζήτηση της αλήθειας αναδύονται σε καταστάσεις φθοράς και πόνου -και όχι υγείας, ευτυχίας ή ακόμη σε ψευδαισθήσεις παντοδυναμίας.

Είναι αλήθεια πως αυτούς που έχουν εγκαταλείψει οι άνθρωποι επισκέπτεται ο Θεός. Ο Θεός δεν αφήνει μόνο και αβοήθητο τον άνθρωπο που υποφέρει. Κανένας δεν πρέπει να απελπίζεται. Όταν παρακαλάμε τον Θεό, εκείνος εκχέει την αγάπη του, ΌΧΙ ΟΜΩΣ ΌΠΟΤΕ ΘΕΛΟΥΜΕ ΕΜΕΙΣ, ΑΛΛΑ ΌΠΟΤΕ ΕΚΕΙΝΟΣ ΚΡΙΝΕΙ ΣΩΣΤΟ. Δεν πρέπει ποτέ ως χριστιανοί να ξεχνάμε ότι ανώτερη κατάσταση και από αυτήν την ψυχοσωματική υγεία είναι Η ΣΧΕΣΗ ΚΑΙ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΜΕΣΩ ΤΗΣ ΠΙΣΤΗΣ, ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ ΚΑΙ ΘΕΙΑΣ ΜΕΤΑΛΗΨΗΣ ΜΕ ΤΟ ΘΕΟ. Αυτή σώζει και όχι η οργανική μόνο υγεία μας. Ο Χριστός με τις θεραπείες που πραγματοποίησε, και η Εκκλησία με το μυστήριο του Ευχελαίου και την αγιαστική Χάρη που εκείνος της χορήγησε, μάς δείχνουν ότι ο καινούργιος κόσμος του Θεού είναι απελευθέρωση από τη φθορά και το θάνατο και ζωή εν αγάπη και αδελφοσύνη. Απαραίτητη προϋπόθεση είναι η μετάνοια και η ταπείνωση. Αυτός είναι ο υγιής δρόμος επανένωσης του ανθρώπου με τον Θεό και τους συνανθρώπους μας. 

    ΒΟΗΘΗΜΑΤΑ:

2.             Κυριακοδρόμιο, εκδ. ‘Άρτος Ζωής’, Αθ. 2011.

3.             Κων/νου Γρηγοριάδη, ‘Λόγος και ύπαρξη’, τ. α΄, έκδ. β΄, εκδ. ‘Η Μεταμόρφωσις του Σωτήρος’, Μήλεσι Αττικής, Αθ. 2001.

4.             Μ. Μπέγζου-Αθ. Παπαθανασίου, ‘Θέματα χριστιανικής ηθικής’, γ΄ Λυκείου, ΟΕΔΒ, Αθ. 2007.

5.             Τιμοθέου Κιλίφη, αρχιμ. ‘Τα τέσσερα Ευαγγέλια και Πράξεις αποστόλων’, α΄ τόμος, 4η έκδ., Αθήνα.


Ο Ιεροσολύμων, το Αυτοκέφαλον και ο Οικουμενισμός ακυρώνουν την Μ. Σύνοδον

Ορθόδοξος Τύπος Εφημερίδα
Του κ. Διονυσίου Πελέκη του Αλεξίου, δικηγόρου Αθηνών

ΠΡΟΣ
Την Διαρκή Ιεράν Σύνοδον της Εκκλησίας της Ελλάδος, νομίμως εκπροσωπουμένην υπό του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών κ.κ. Ιερωνύμου του Β’, οδός Ι. Γενναδίου 14, ενταύθα.
ΑΝΑΦΟΡΑ
Μακαριώτατε, Άγιοι Αρχιερείς, ευλογείτε.
Πολύς, μέχρις υπερβολής και υπό πολλών, γίνεται εσχάτως λόγος και μέγας εκφράζεται από τους πιστούς ορθοδόξους χριστιανούς προβληματισμός περί της φερομένης ως συγκαλουμένης και μελλούσης να λάβη χώραν εις την Ελλάδα με τον πρωτότυπον τίτλον «Αγίας και Μεγάλης Συνόδου». Ανέτρεξα σε όσες πηγές κατώρθωσα, μη ων και ειδικός, αλλά ως τίτλους Συνόδου εύρον: Οικουμενική η Τοπική, τινές των οποίων εχαρακτηρίσθησαν «ληστρικαί», αποδοκιμασθείσαι και μη συναριθμούμεναι. Αγίαν και Μεγάλην Σύνοδον δεν ανεύρον, δι’ ον λόγον και διερωτώμαι καλοπίστως αν πρόκειται περί Συνόδου στα πρότυπα των Πατερικών παραδόσεων, ο δε προσήκων, κατά την ταπεινότητά μου, χαρακτηρισμός θα ήτο της Οικουμενικής τοιαύτης, εφ’ όσον δεν θα εγίνετο δι’ αντιπροσώπων εκάστης εκ των 14 Ορθοδόξων Εκκλησιών, αλλά δια του συνόλου των Ορθοδόξων Αρχιερέων.
Ανέγνωσα με πολλήν προσοχήν, πολλά από όσα έχουν γράψει οι ειδικοί. Είδον και τα θέματα, που τελικώς, ύστερα από διαδοχικές περικοπές, θα απασχολήσουν την εν λόγω Σύνοδον. Από συζητήσεις μου με αδιαμφισβητήτων ήθους, γνώσεως και φωτισμού Θεολογικήν προσωπικότητα είχα πληροφορηθεί, προ διετίας περίπου, ότι κύρια θέματα της Συν­όδου θα ήσαν η επικύρωσις των 8ης (επί Μεγάλου Φωτίου) και 9ης (επί Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά) Οικουμενικών Συν­όδων, που εσήμαινε ενασχόληση με το Δόγμα (Φιλιόκβε, πρωτείον, αμέθεκτον ουσίας, μεθεκτόν ΑΚΤΙΣΤΩΝ ενεργειών, πάταξις του actus Purus κ.λ.π.)
Ησθάνθην αγαλλίασιν, ιδιαιτέρως δια την πραγματοποίησιν της 8ης και την δι’ αυτής επικύρωσιν της ανεπικυρώτου, σημαντικωτάτης, 7ης, κυρίως, όμως, διότι κατά την ογδόην Οικουμενικήν Σύνοδον συνετρίβησαν τα «πομφολυγοπαφλάσματα» (Αριστοφ. Βάτραχοι. 2. 365) περί Filioque και περί Πρωτείου του ακρίτως, εκ πολιτικών λόγων, δια να διασπασθή και το unum religium της Ρωμανίας (το 800 στο Aachen ο Καρλομάγνος είχε διασπάσει το unum imperium), καταξεσχίσαντος δια του Σχίσματος (;) τον άρραφον χιτώνα του Χριστού Επισκόπου της Ρώμης η Πατριάρχου της Δύσεως, νοσηρώς μεταλλαγέντος επί φασιστικού καθεστώτος εις Αρχηγόν κράτους με την συνθήκην του Λατερανού του 1929, στηρίζων τα μυθεύματά του και εις το ψευδοθέσπισμα του Μεγάλου Κωνσταντίνου, του Γενάρχου της Ρωμιοσύνης. Και έκρινα ότι με τα σοβαρά αυτά δογματικά θέματα θα φωτίσουν τους πιστούς οι πρωτοστατούντες και δεν θα ευρεθώμεν προ ανουσίου αγαπολογίας και σταυροφιλημάτων, όπου θα κυριαρχή η φλυαρία περί του επαράτου οικουμενισμού και αγαπολογίας και συζητήσεις περί το άνηθον, το κύμινον και το ηδύοσμον.
Επειδή, όμως, και εγώ ως πιστόν, επιτρέψατέ μου να λέγω τούτο, μέλος της Εκκλησίας, θα δώσω λόγον εις τον Θεόν δια την στάσιν μου επί ενός τόσον σοβαρού θέματος, οίον είναι η υπό την άνω επίκλησιν ΠΑΝΟΡΘΟΔΟΞΟΣ Σύνοδος και τα κατ’ αυτήν καταντήσαντα να τίθενται τελικώς θέματα, ανήσυχος, δι’ όσα θα προσυμβούν και θα επακολουθήσουν, θα ήθελα να θέσω υπ’ όψιν σας τα εξής:
  1. Πιστεύω ότι δεν ημπορεί να ονομάζεται Σύνοδος, ούτε υπό την επινοηθείσαν πρωτόφαντον ονομασίαν της, η συγκρότησις αυτής από εν πολλοστημόριον των Ορθοδόξων Επισκόπων, αδιάφορον πως επιλεγησομένων. Και αρίστων έτι. Δοθέντος, μάλιστα, ότι, άλλο τερατώδες αυτό, ψήφον δεν θα έχει ο κάθε Επίσκοπος, ως προσωπικήν, κοινώς γνωστήν, και υπεύθυνον συμβολήν εις τις ληφθησόμενες αποφάσεις, αλλά η επί μέρους εκάστη εκ των 14 Εκκλησιών. Υπό τοιαύτην συγκρότησιν, πρόκειται δια μίαν ΣΥΝΔΙΑΣΚΕΨΙΝ δι’ αντιπροσωπευτικών μικρών ομάδων και επ’ ουδενί λόγω περί Συνόδου, όταν δεν μετέχουν όλοι οι φέροντες τον τρίτον βαθμόν της Ιερωσύνης, δυνάμενοι και δικαιούμενοι, ν’ αντιταχθούν και ν’ αρνηθούν το κύρος όσων θα αποφασισθούν, με άμεσον τον κίνδυνον ενδοορθοδόξων σχισματικών ενεργειών, αλλά και διακεκριμένης ορθοδοξότητος κληρικοί των δύο κατωτέρων βαθμών, γνωστού όντος ότι το μείζον βάρος της Α Οἰκουμενικῆς Συνόδου έφερεν ο Διάκονος Μέγας Άγιος Αθανάσιος και ο ολιγογράμματος θαυματουργός Άγιος Σπυρίδων.
Το κύρος των αποφάσεων της Συνδιασκέψεως αυτής θα είναι αντίστοιχον της συγκροτήσεώς της, αφού οι αποφάσεις μπορούν να ληφθούν με οκτώ η και ολιγώτερες, εν απουσία τινών, κατά περίπτωσιν, ψήφους, όπως συνέβη με την ασυγχωρήτου προχειρότητος, όλως εσφαλμένην, απόφασιν της 24ης Μαΐου 2005 περί διαγραφής από των Διπτύχων των Ορθοδόξων Εκκλησιών του Πατριάρχου Ιεροσολύμων Μακαριωτάτου Ειρηναίου του Α , αι ανεπίτρεπτοι μεθοδείαι εκπτώσεως του οποίου, άνευ παραιτήσεως, χηρείας και τοποτηρητείας, απέρρευσαν ουσιαστικώς από την δι’ επτά ψήφων ληφθείσαν αυτήν απόφασιν και θα αποτελούν διαρκές όνειδος δια τους παντοίους κρατούντες, το οποίον δεν εξαλείφει ούτε η πρόσφατη, μάλλον καιροσκοπική, και από τύψεις συνειδήσεως συγγνώμη και το χειροφίλημα του ενορχηστρωτού της Στάσης εν Ιεροσολύμοις, προς τον Πατριάρχη Ειρηναίο, ο οποίος έφθασε στην άκρα ταπείνωση να προσέλθη και να ευχηθεί την 22 Μαρτίου 2016 στην Αίθουσα του Θρόνου του Πατριαρχείου τον μόνον Χειροτονηθέντα υπ’ Αυτού Αρχιερέα κ. Θεόφιλο για την ονομαστική του εορτή! Και, πως να λησμονήση κανείς την προβεβλημένην θέσιν του Μακαριστού Σεραφείμ: «Ουδείς ασφαλέστερος εχθρός του ευεργετηθέντος»!
  1. Ακύρως και παρανόμως συντίθεται η ως άνω «Σύνοδος», αφού είναι γνωστόν, τοις πάσιν, και εις τον Οικουμενικόν Πατριάρχην κ. Βαρθολομαίον, ότι εις το Πατριαρχείον της Αγίας Πόλεως έχει επέλθει βιαία, παράνομος και αντικανονική διακοπή της Αποστολικής διαδοχής, με τον τρόπον καθ’ ον κατέλαβεν τον Πατριαρχικόν θρόνον ο από Θαβωρείου κ. Θεόφιλος. Δεν κατέχει νομίμως τον θρόνον και συνεπώς, νομοκανονικώς, καθιστά άκυρον την συγκρότησιν της Συνδιασκέψεως αυτής, όπως και αν ονομασθή, η οποία ελπίζω και εύχομαι να μη πραγματοποιηθεί. Και οι έχοντες πίστιν Χριστού αντιλαμβάνονται το διατί.
Με το υπ’ αριθμ. Πρωτ. 76 / 4 Μαρτίου / 19 Φεβρουαρίου 2013 εκ 31 σελίδων έγγραφον, (ευρίσκεται εις χείρας και του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου μας κ. Ιερωνύμου) που υπογράφει και ο ουδέποτε παραιτηθείς νόμιμος Πατριάρχης κ. Ειρηναίος, σταλέν προς τους προκαθημένους των δέκα τριών Εκκλησιών, αποδεικνύεται πλήρως η παράνομος και αντικανονική κατάληψις του Θρόνου, και συνεπώς η παράνομος συμμετοχή του Ιεροσολύμων εις την Σύνοδον. Ημπορούν, αλήθεια, οι παραλήπται του εγγράφου επτά Πατριάρχαι και εξ Αρχιεπίσκοποι να «θάψουν» το μέγα τούτο πρόβλημα, το οποίον καταδεικνύει την ακυρότητα της συγκροτήσεως της «Συν­όδου»;
  1. Κατά τον Ιερόν Κανόνα ΛΔ των Αγίων Αποστόλων «τους Επισκόπους εκάστου έθνους ειδέναι χρη τον εν αυτοίς Πρώτον». Προ της συγκλήσεως της Συνόδου αυτής πρέπει να λυθή το θέμα αυτό δια την Ελλάδα.
Η Ρωσία έχει ένα Πρώτον. Το ίδιο η Ρουμανία, η Γεωργία, η Σερβία, η Βουλγαρία. Η Ελλάδα έχει ένα «αυτοκέφαλον». Χωριστό το τύποις Αυτοκέφαλο, χωριστές οι «Νέες (αν και υπέργηρες) χώρες, «εντός-εκτός και επί τα αυτά» της Αυτοκεφάλου, χωριστή η Κρήτη ως «ημιαυτόνομος», ενώ έχει ιδίαν Επαρχιακή Σύνοδο, ως οιονεί Πρώτον, χωριστή η Δωδεκάννησος. Και επικινδύνως μεμιγμένη η αρμοδιότης επί του Ελληνικωτάτου Αγίου Όρους, ανέκαθεν, μέχρι του 1345, υπαγομένου εις τον Αυτοκράτορα και όχι εις τον Πατριάρχην, εκκλησιαστικώς δε εις τον Μητροπολίτην Θεσσαλονίκης, προ της ιδρύσεως ιδίας Μητροπόλεως Ιερισσού και Αγίου Όρους.
Το Σύνταγμά μας, δια λόγους ήκιστα ικανοποιητικούς, ανέχεται, εκ προδήλου αγνοίας, αυτήν την πολυδιάσπασιν.
Δεν θα εισέλθω σε ιστορικές αναφορές ούτε εις τον Τόμον του 1850, ούτε στους νόμους Σ και ΣΑ, ούτε στις Πατριαρχικές Πράξεις των ετών 1866 (Επτάνησα), 1882 (Θεσσαλία) και 1928 (ΝΕΑΙ ΧΩΡΑΙ). Και η τελευταία αυτή Πατριαρχική Πράξις υπ’ αριθμ. 4 του 1928, η οποία ισχύει ως τριμερές νομικόν σύμφωνον μεταξύ Πατριαρχείου, αυτοκεφάλου Εκκλησίας της Ελλάδος και Ελληνικού Κράτους (κυρωτικός νόμος 3615/1928). Και ως τοιούτον διεθνές νομικόν, κυρίως, και Εκκλησιαστικόν συγχρόνως κείμενον και σύμφωνον, τριμερές, δέον να αντιμετωπισθή οριστικώς, αμέσως. Άλλως δεν έχει κανένα λόγον συμμετοχής η τύποις Αυτοκέφαλος Εκκλησία της Ελλάδος στην Σύνοδον αυτήν. Αυτήν την άποψιν υπεστήριζα και υποστηρίζω. Είναι τριμερής διεθνής, νομικού, καθαρώς χαρακτήρος, σύμβασις. Και κάθε μονομερής εκ μέρους του Πατριαρχείου ενέργεια είναι προδήλως παράνομος, πέραν του ότι θα συνιστά εχθρικήν, προς την Ελλάδα και κραυγαλέως αντίθετον εναντίον του άνω Ιερού Κανόνος ενέργειαν, με όλας τας εντεύθεν συνεπείας.
Είναι καιρός, πλέον, τα τρία μέρη να συνεννοηθούν και να εφαρμόσουν δι’ όλο το Ελληνικό Κράτος τον ως άνω Ιερόν Κανόνα, αναγνωρίζοντας συνταγματικώς, νομοθετικώς και δια χωριστών Πράξεων του Πατριαρχείου της Ελληνικής Πολιτείας και της Εκκλησίας της Ελλάδος, τον Αρχιεπίσκοπον Αθηνών ως Πρώτον του Ελληνικού Έθνους, εχόμενοι άπαντες αφ’ ενός του Πλατωνικού ρήματος, «Πάσα δη κοινωνία ευρυθμίας τε και ευαρμοστίας δείται» και αφ’ ετέρου, κυρίως, του ρήματος του Αγίου Φωτίου: «Είωθε τα θρησκευτικά τοις πολιτικοίς συμμεταβάλλεσθαι». Τα πολιτικά ενοποίησαν την Ελλάδα ολικώς από του 1946. Τα θρησκευτικά, ανεπιτρέπτως, την καταξεσχίζουν και μεταβάλλουν το Αυτοκέφαλον εις Τετρακέφαλον και πλέον. Ως πότε;
Είναι απαράδεκτον η Εκκλησία της Ελλάδος να φέρεται καταξεχισμένη και η Βουλγαρία, Γεωργία κ.λπ. να εκπροσωπούν ενιαίως η κάθε μία την Εκκλησίαν του Κράτους της, και μάλιστα δια Πατριαρχών, υπερκειμένων του Έλληνος Πρώτου, ο οποίος θα έπρεπε να κατέχη εκκλησιαστικώς και νομικώς την αμέσως μετά την Κων/πολιν θέσιν, όταν είναι κοινώς γνωστόν ότι όλοι οι Εκκλησιαστικοί Ηγήτορες της Ορθοδοξίας πρώτιστον μέλημα έχουν την εκμάθησιν και γνώσιν της Ελληνικής γλώσσης και έχουν από τους Έλληνες διδαχθή την πίστιν του Χριστού μας και στις Ελληνικές πηγές και στις Ελληνικές Θεολογικές Σχολές προστρέχουν για παν ο,τι αφορά εις την Ορθοδοξίαν.
  1. Είναι αντίθετον προς την Ορθόδοξον Παράδοσιν, το ότι η Σύνοδος αυτή δεν ασχολείται καθόλου με τα ταλανίσαντα παντοιοτρόπως την πίστιν μας δόγματα. Κανείς λόγος για το Filioque, για το Πρωτείον, για το αλάθητον και πολλά άλλα.
Και είναι απορίας άξιον γιατί δεν φέρεται ως θέμα η 8η Οικουμενική Σύνοδος, η ανάγνωση των πρακτικών και του «Πορίσματος» της οποίας καταδεικνύει κατά τον πλέον κατηγορηματικόν τρόπον τον καθαρώς και πλήρως αιρετικόν χαρακτήρα της Παπωσύνης. Αν κάποιοι, άγνωστον (;) πόθεν ελαυνόμενοι, έχουν γράψει εις τα παλαιότερα των υποδημάτων τον Άγιον Μάρτυρα Πατρο-Κοσμάν και παραβλέπουν ταύτα και συμπροσεύχονται και συνιερουργούν με τους αιρετικούς με τις ολίγες γνώσεις μου, αφού αναφερθώ εις την γενικής ισχύος αρχήν ότι είναι απηγορευμένη αυστηρώς η μετά των αιρετικών communicatio in sacris, activa και passiva, και τέτοια είναι προδήλως η συμπροσευχή και συλλειτουργία, θα τους υπομνήσω τον αυστηρότατον λόγον του Αγίου Μαξίμου, του Ομολογητού, καθ ον «Εκείνας οίδεν αγίας και εγκρίτους συνόδους, ο ευσεβής της Εκκλησίας Κανών, ας ορθότης δο­γμάτων έκρινεν». Πρώτα, λοιπόν, το Δόγμα. Τα άλλα όλα έπονται και επιβάλλεται να στοιχούν τω Δόγματι.
  1. Τίθεται ως θέμα, και είναι το κύριον, καίριον και αποφασιστικόν,το εξής: «Σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας προς τον λοιπόν Χριστιανικόν κόσμον» και η «Αποστολή της Ορθοδόξου Εκκλησίας εν τω συγχρόνω κόσμω».
Σπεύδω να ξεκαθαρίσω, ότι κανείς ρόλος δεν επιφυλάσσεται στην Ορθόδοξον Εκκλησίαν, εάν συνεχίσει να συσχηματίζεται και να διαλέγεται ως ίση προς ίσους με τους αιρετικούς, τους Πάπες, και τους παναιρετικούς «χριστιανούς» της αμετρήτου πληθώρας των παντοειδών προτεσταντών. Είναι βέβαιον, ότι με κάθε επαφήν μαζί τους, χάνει, ζημιώνεται και ζημιώνει την πίστιν του Λαού εις την τρισήλιον θεότητα του Χριστιανισμού. Και γι’ αυτό θα κριθή αυστηρά, από τον Μόνον Κριτήν, τον Κύριόν μας.
Διαφεύγει, αλήθεια, οποιουδήποτε των Ορθόδοξων Πατριαρχών, Αρχιεπισκόπων και Επισκόπων ο ΜΕ Ἱερὸς Αποστολικός Κανών, καθ’ ον :
«Επίσκοπος η Πρεσβύτερος η Διάκονος αιρετικοίς συνευξάμενος, μόνον, αφοριζέσθω, ει δε επέτρεψαν αυτοίς οι Κληρικοί ενεργήσαί τι, καθαιρείσθαι;» Επιτρέπεται να ερμηνεύεται, παραμένων ανεφάρμοστος, ο Ιερός ούτος Κανών «όπως βολεύει» τον καθένα;
Σωρεία Κεφαλών της Ορθοδοξίας, ακολουθούντες Αθηναγόραν και Μεταξάκην, πόσες φορές έχουν παραβεί αυτόν τον Κανόνα, θύματα, εκούσια, του απαισίου Οικουμενισμού; Και τι λόγον θα δώσουν στον Θεόν εν ημέρα κρίσεως ; Πως «συμμειγνύεται» ο Πατριάρχης μας και οι Μητροπολίται μας με τους αιρετικούς ; Και οι πρόγονοί μας ήταν κατηγορηματικοί: «Ην δε κακοίσι συμμίσγης, απολείς και τον εόντα νόον» (ΞΕΝ Απομν. 1.2.19). Και πολλοί διερωτώνται, «Έχει ιδιαίτερες σχέσεις ο Αρχιησουΐτης Φραγκίσκος με κάποιες κεφαλές της Ορθοδοξίας; Πολλά περίεργα συμβαίνουν».
Προσοχή, λοιπόν, σ’ αυτές τις παγίδες του Διαβόλου. Προστατεύσατε, Άγιοι Πατέρες της Ορθοδόξου Εκκλησίας το συγχυσμένο ποίμνιον του Χριστού μας. Και μη λησμονείτε ότι θα είναι πολύ αυστηροτέρα η κρίσις δι’ υμάς παρά δια τους εκτραπέντας, ως έλεγεν ο αείμνηστος Γέρων π. Θεόκλητος Διονυσιάτης, διότι δεν τηρείται η μόνη ενδεδειγμένη Ορθόδοξος στάσις. Δηλαδή : Να επισημαίνεται πάντοτε ανυποχωρήτως και απεριστρόφως, ότι ημάρτησαν εις τον Χριστόν μας, Τον επρόδωσαν, έφυγαν από την ποίμνην Του και να γυρίσουν το ταχύτερον πίσω. Όχι άλλα λόγια η ανόητα καλοπιάσματα.
Η θεμελιουμένη εις τις περί κτιστών ενεργειών του Κυρίου μας εξοργιστική βλακεία περί vicarious Christi του «αλαθήτου» εκλαμβάνει τον Χριστόν μας ως βιομήχανον, που τον ώρισεν αντιπρόσωπόν Του; Πως ανέχεται κάθε Χριστιανός τέτοιαν ύβριν του Θεανθρώπου Κυρίου μας, που μας διαβεβαίωσε ότι είναι διαρκώς μεθ’ ημών εις τους αιώνας και ρυθμίζει, μόνος Αυτός, ου άνευ ουδέν έξεστι γενέσθαι, την συνόλην ζωήν μας στις έσχατες λεπτομέρειες με τις άκτιστες ενέργειές Του, «διότι θέλει πάντα ανθρώπους σωθήναι και εις επίγνωσιν αληθείας ελθείν;
Με μεγίστη αυστηρότητα να επισημανθή εις τους παπικούς και προτεστάντας, ότι εξέκκλιναν και συνεπώς ηχρειώθησαν. Να μιμηθούν τον Άσωτον, να μετανοήσουν και να γυρίσουν πίσω. Τα περί ενώσεως των Εκκλησιών χωρίς μετάνοιαν των αποστατών, είναι αντίχριστος εφεύρεσις. Ανακατεύεται το καθαρό γάλα με «χαλασμένο»; Ακόμη και στο Σύνταγμά μας (αρ. 3 παραγρ. 1) γίνεται ρητώς λόγος ότι «Κεφαλή της Μιας, Αγίας, Καθολικής και Ορθοδόξου Αποστολικής Εκκλησίας είναι ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός». Είναι δυνατόν, άγιοι Προκαθήμενοι Αρχιερείς να δεχθούμε, ότι «εμερίσθη», ετμήθη σε δύο η τρία μέρη η Κεφαλή, δηλαδή ο Χριστός μας;
Ο Κύριος να μας φυλάξη από τόσο βαρύ αμάρτημα, όπως το διαπράττει ο Πάπας και οι λοιποί «Χριστιανοί». Ένα μόνο λόγον ειπέτε τους: Μετανοήστε ειλικρινά. Και επιστρέψετε. Πορεία δική μας προς την Ρώμη είναι ανεπίτρεπτη, διαβολική. Ο μακαριστός Γέρων Θεόκλητος ήτο κατηγορηματικά αρνητικός. Ποίαν Θεολογίαν σπουδάζουν εκεί οι Ορθόδοξοι, εν κοινωνία και ποικίλη συνεργασία με τους Ιησουίτες, ο κορυφαίος των οποίων Πάπας συμπροσεύχεται και εναγκαλίζεται με τον Πατριάρχη μας «εν φιλήματι Αγίω»; Πως ανταλλάσουν την έρημον του Αγίου Όρους, κορυφαίου «Αγιοτόκου Ορθοδόξου Πανεπιστημίου», με τα Παπικά κολλέγια; Ποίος εξ αυτών έφθασε την Αγιωσύνην των Αγιορειτών; Αυτοί υποχρεούνται, γονυκλινείς, «ιματισμένοι και σωφρονούντες», να επιστρέψουν. Είναι η μόνη λύσις κατά Χριστόν. Παν άλλο είναι έργον του Πονηρού. Μη οκνήσετε, λοιπόν, «στις σχέσεις Ορθοδοξίας με τις άλλες «εκκλησίες» (τρόπος του λέγειν) να ζητήσετε επιμόνως το κατά τον Κύριον: «Ίνα ώσιν εν». Αυτό και μόνο φθάνει, δια να δικαιώση αυτήν την Σύναξιν, ίνα δικαιούται να λέγεται Σύνοδος. Η προσευχή αυτή του Κυρίου μας να φωτίση και να οδηγήση τα βήματα των Ορθοδόξων. Καμμία Ένωσις «Εκκλησιών» δεν είναι νοητή Ορθοδόξως. Μόνον επιστροφή νοείται και επιβάλλεται και πρέπει να αξιούται ακλονήτως και ανοθεύτως. Άλλες «εκκλησίες δεν υπάρχουν. Μία είναι η Αγία, Καθολική και Αποστολική, δηλαδή η Ορθοδοξία. Γι’ αυτό αυτή η προσεχής Σύνοδος έπρεπε να θεωρηθεί Οικουμενική. Ως έχει καλλίτερα να μη πραγματοποιηθεί. Ακόμη και διότι πρέπει να λυθούν προηγουμένως τα υπό 1, 2 και 3 τιθέμενα ανωτέρω σοβαρότατα θέματα.
Εν πάση δε περιπτώσει η Ελληνική Εκκλησία, εκδηλούσα το συνοδεύον την υπόστασίν της διεκκλησιαστικόν της κύρος, οφείλει προ πάσης ενάρξεως της Συνδιασκέψεως να καταθέσει γραπτήν δήλωσιν ότι: Η συμμετοχή της τελεί υπό δύο Όρους: Πρώτον ότι από 1-9-2016 θα εφαρμοσθεί απαρεγκλίτως δι’ όλην την Ελληνικήν Επικράτειαν ο ΛΔ Αποστολικός Κανών. Δεύτερον ότι θα αποκατασταθή Κανονική και Νόμιμος Αποστολική διαδοχή εις την Αγίαν Πόλιν.
Εν Αθήναις τη 5/4/2016
Ασπαζόμενος μετά του προσήκοντος σεβασμού
την δεξιάν εκάστου και εκζητών τας ευχάς σας

Ἐξομολόγησις καί πνευματικὴ καθοδήγησις Γέρων Γερμανὸς Σταυροβουνιώτης




Ἡ Ἐκκλησία ἔχει δύο τρόπους καθοδηγήσεως τῶν ψυχῶν: Τήν ἀκρίβεια καί τήν οἰκονομία. Τά ζητήματα, πού ἐπιδέχονται οἰκονομία, ὁ Πνευματικός πρέπει νά τά χειρίζεται μέ προσοχή, προσευχή καί διάκριση, ὥστε νά προκύπτη ὠφέλεια καί ὄχι βλάβη. Στά ζητήματα ὅμως, πού δέν εἶναι ἐπιδεκτικά οἰκονομίας, νά εἶναι αὐστηρότατος, γιά νά μή κατακριθῆ ἐν ἡμέρᾳ Κρίσεως ὡς θεομάχος.

Ὁ Πνευματικός κατά τό Μυστήριο τῆς Ἱερᾶς Ἐξομολογήσεως ἔχει τή δυνατότητα νά κάνη οἰκονομία καί συγκατάβαση μέσα στά ὅρια τῶν Ἱερῶν Κανόνων, δηλαδή μέχρι ἐκείνου τοῦ σημείου, πού δέν θά βλάψη τόν ἐξομολογούμενο. Διότι ἡ οἰκονομία δέν γίνεται, γιά νά ἐπαναπαυθῆ καί νά παραμείνη ὁ ἐξομολογούμενος στίς πτώσεις του, ἀλλά γιά νά παρακινηθῆ νά τίς ξεπεράσει.

Ὑπάρχουν ζητήματα στήν Ἐξομολόγηση, γιά τά ὁποῖα ὁ Πνευματικός πρέπει νά χρησιμοποιήση καί τό μέτρο τῆς συγκαταβάσεως καί οἰκονομίας, προκειμένου νά φέρη τόν ἐξομολογούμενο στήν ὁδό τῆς σωτηρίας. Ὑπάρχουν ὅμως καί ἄλλα ζητήματα, στά ὁποῖα δέν μπορεῖ κατ’ οὐδένα λόγο νά γίνη οἰκονομία. Γιά παράδειγμα δέν χωρεῖ συγκατάβαση, ἄν ὁ ἐξομολογούμενος ἐμμένει στή μνησικακία, ζητᾶ ἐκδίκηση, δέν συγχωρεῖ αὐτόν, πού τοῦ ἔφταιξε, εἴτε δίκαια, εἴτε ἄδικα. Δέν μπορεῖ ἀκόμη νά γίνη συγκατάβαση σ’ αὐτόν πού ἐπιμένει ἀμετανόητα σέ αἱρετικά φρονήματα ἤ καί δέν πείθεται νά ἀποχωρήση ἀπό ἀντιχριστιανικές μυστικές θρησκεῖες, ὅπως εἶναι π.χ. ἡ Μασωνία. Εἶναι ἐπίσης τελείως ἀνεπίδεκτα οἰκονομίας τά κωλύματα Ἱερωσύνης. Δέν ἐπιτρέπεται δηλαδή σέ καμμιά περίπτωση νά δοθῆ συμμαρτυρία, γιά νά προσέλθη στίς τάξεις τῆς Ἱερωσύνης κάποιος, πού ἔπεσε σέ βαριά σαρκικά ἁμαρτήματα, ὅπως εἶναι οἱ πρίν τό γάμο του σεξουαλικές σχέσεις, ἔστω καί μέ αὐτήν ἀκόμη τήν ἀρραβωνιαστικιά του, ἀλλά καί κάθε ἄλλη ἔξω ἀπό τόν γάμο του σεξουαλική σχέση, ὅπως εἶναι ἡ πορνεία, ἤ ἡ μοιχεία, ἤ ἡ ἀρσενοκοιτία. Οἱ Πνευματικοί, πού συγκαταβαίνουν σέ τέτοιες περιπτώσεις καί δίνουν συμμαρτυρία, φέρουν τεράστια εὐθύνη ἐνώπιόν τοῦ Θεοῦ. Ἀλίμονο καί σ’ ἐκείνους πού κρύβουν τέτοια ἁμαρτήματα ἀπό τόν Πνευματικό, γιά νά ὑποκλέψουν συμμαρτυρία, καί νά γίνουν ἀναξίως ἱερεῖς!

Ὁ στόχος τοῦ Πνευματικοῦ, ὅταν ἐξομολογῆ, εἶναι τό νά κερδηθῆ ὁ ἁμαρτωλός!

Πολλοί ἐγκαταλείπουν τόν Πνευματικό τους καί προστρέχουν σέ ἄλλο, ὁ ὁποῖος, ὅπως λέγουν, τούς "ἀναπαύει" καλύτερα. Χρειάζεται ὅμως πολλή προσοχή στό θέμα αὐτό, διότι ὅπως δυστυχῶς ὑπάρχει "καλή ἀνάπαυση", ὑπάρχει καί "κακή ἀνάπαυση". Ἄν κάποιος Πνευματικός ἐξασθενίζη στή συνείδηση τοῦ ἐξομολογουμένου τή σοβαρότητα κάποιων πτώσεών του ἤ τοῦ ἐπιτρέπει νά κοινωνῆ τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων, παρ’ ὅτι πέφτει σέ σοβαρά ἁμαρτήματα, τέτοιου εἴδους "ἀνάπαυση" καταποντίζει, ὄχι μόνο τόν ἐξομολογούμενο, ἀλλά καί τόν Πνευματικό.

Τά ἐπιτίμια εἶναι φάρμακα, πού τά ἐπιβάλλει ὁ Πνευματικός, γιά νά κλείση τό τραῦμα, καί νά θεραπευθῆ ἡ ἀσθένεια τοῦ ἐξομολογουμένου. Τά ἐπιτίμια προλαμβάνουν τήν ἐπανάληψη τῆς ἁμαρτίας. Ἄν δέν μπῆ τό κατάλληλο ἐπιτίμιο σέ κάποια σοβαρή πτώση, εἶναι πολύ εὔκολο αὐτή νά ξανασυμβῆ.

Οἱ ἱεροί Κανόνες τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων εἶναι ἐξίσου θεόπνευστοι, ὅπως ἀκριβῶς θεόπνευστα εἶναι καί τά Δόγματα, τά ὁποῖα διευκρίνησαν καί διετύπωσαν οἱ ἴδιες ἐκεῖνες Ἅγιες Οἰκουμενικές Σύνοδοι. Γι’ αὐτόν ἀκριβῶς τόν λόγο ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης χαρακτήρισε τό "Πηδάλιον" μέ τά ἑξῆς ὑπέροχα λόγια: "Αὕτη ἡ βίβλος εἶναι ἡ μετά τάς Ἁγίας Γραφὰς Ἁγία Γραφή, ἡ μετά τήν Παλαιάν καί Καινήν Διαθήκην Διαθήκη. Τά μετά τά πρῶτα καί θεόπνευστα λόγια δεύτερα καί θεόπνευστα λόγια. Αὕτη ἐστι τά Αἰώνια Ὅρια, ἅ ἔθεντο οἱ Πατέρες ἡμῶν, καί Νόμοι οἱ ὑπάρχοντες εἰς τόν αἰώνα καί ὑπέρ πάντας τούς ἐξωτερικούς καί βασιλικούς νόμους ὑπερέχοντες…"

Ἐκεῖνος, πού πραγματικά μετανοεῖ γιά τήν ἁμαρτία του καί ἔχει γνήσια ταπείνωση, δέχεται ἀγόγγυστα τό ἐπιτίμιο, πού ἔκρινε κατάλληλο νά τοῦ βάλη ὁ Πνευματικός. Ἐκεῖνος, πού γογγύζει γιά τό τυχόν ἐπιτίμιο, πού τοῦ ἐπιβλήθηκε, αὐτός ὁπωσδήποτε δέν συνειδητοποίησε τό μέγεθος τῆς ἁμαρτίας, στήν ὁποία περιέπεσε, δέν κατανοεῖ τό βάθος τοῦ Μυστηρίου τῆς Μετανοίας καί Ἐξομολογήσεως, καί μέ τήν πρώτη εὐκαιρία πάλιν θά ξαναπέση, ἴσως καί σέ χειρότερα.

Ὅπως ὁ γιατρός δέν πρέπει νά ξεγελᾶ τόν ἄρρωστο, κρύβοντάς του τή σοβαρότητα τῆς ἀσθένειάς του καί στερώντας τον τά ἀναγκαῖα φάρμακα, παρομοίως πρέπει νά ἐνεργῆ καί ὁ Πνευματικός. Εἶναι ἀδύνατο νά ὁδηγῆ στή σωτηρία τούς ἀνθρώπους, ἄν στή συνείδησή τους ἀπαμβλύνη καί δικαιολογῆ κάποιες ἁμαρτίες, πού μερικές φορές μπορεῖ νά εἶναι καί θανάσιμες.

Ὡς Γέροντάς σας καί Πνευματικός σας, κάθε ἡμέρα εἶμαι νοερῶς κοντά σας. Μή νομίζετε ὅτι σᾶς ξεχνῶ.Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος λέγει "ἀπὼν τῷ σώματι, παρών δέ τῷ πνεύματι" (Α’ Κορ. 5,3). Δηλαδή νοερῶς, μέ τό πνεῦμα εἶμαι παρών, ἄν καί ἀπουσιάζω σωματικά. Ναί! Μέ τή σκέψη καί τίς προσευχές μου εἶμαι πάντοτε πλησίον σας, ἔστω κι ἄν σωματικά βρίσκωμαι πολύ μακριά. Ἄς εἶναι, κι ἀπό μακριά, ἔχω τήν ἔγνοια καί τή φροντίδα σας.

Μή νομίζετε ὅτι εἶστε μόνοι στόν ἀγώνα σας. Ὁ Γέροντάς σας βρίσκεται δίπλα σας, μαζί σας.

Ἄν σέ πλακώση ἡ στενοχώρια καί σοῦ βάλη ὁ πειρασμός τόν λογισμό νά μή πᾶς στόν ναό, οὔτε τό Ἀπόδειπνο νά κάνης, καί τά παρόμοια, νά ἐνθυμηθῆς πώς ὁ Πνευματικός καί ὁ Γέροντάς σου εἶναι δίπλα σου νοερῶς, καί σέ παρακολουθεῖ. Καί θά λυπηθῆς πολύ, ἄν ὑποκύψης στόν πειρασμό, καί δέν ἀντισταθῆς σ’ αὐτόν. Μή τό ξεχνᾶτε πώς πράγματι ὁ Γέροντάς σας εἶναι πάντοτε κοντά σας μέ τίς προσευχές του, καί σᾶς παρακολουθεῖ.

Κι ἄν ὅλοι γύρω σου σ’ ἐγκαταλείψουν, δέν πρέπει νά ἐπιτρέψης στόν ἑαυτό σου νά αἰσθάνεται πώς δέν ἔχεις ἀνθρώπινο στήριγμα. Γιατί ὁ Πνευματικός σου σοῦ ὑπόσχεται πώς θά ἔχη τή φροντίδα καί τήν ἔγνοια σου.

Ἀφοῦ ξέρης πώς σέ ἀγαπᾶ ὁ Θεός καί ὁ Πνευματικός σου, δέν πρέπει νά φοβᾶσαι! Νά σκέφτεσαι ὅτι, "κι ἄν δέν μοῦ ἀπομείνη τίποτα στόν κόσμο νά στηριχθῶ, νά ἀκουμπήσω, νά σταθῶ, ὅμως ὑπάρχει ὁ πανταχοῦ παρών Θεός. Γι’ αὐτό καί δέν μπορῶ ν’ ἀπελπισθῶ. Κοντά μου βρίσκεται κι ὁ Πνευματικός μου, καί μπορῶ νά στηριχθῶ." "Τί δύναται νά μᾶς χωρίση ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ; Θλίψη; Στενοχωρία; Ξίφος; Κίνδυνος; Θάνατος; " (πρβλ. Ρωμ. 8,35). Τίποτε δέν μπορεῖ νά μᾶς χωρίση ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, ὅταν ἔχουμε τήν πίστη καί ἐλπίδα μας σ’ Αὐτόν.

Ὅταν ἔχης ἀνάγκη νά ’δης τόν Πνευματικό σου, κι ἀναλογίζεσαι πώς εἶναι πολύ μακριά, καί εἶναι δύσκολο νά τόν συναντήσης τή στιγμή ἐκείνη, πού ἔχεις ἀνάγκη, τότε νά ἔχης ὑπόψη σου, καί νά τό πιστεύης, πώς ὁ Πνευματικός σου πατέρας, ἄν καί εἶναι "ἀπών τῷ σώματι", εἶναι ὅμως "παρών τῷ πνεύματι" (Α΄, Κορ. 5,3) [δηλαδή ἄν καί ἀπουσιάζη σωματικά, εἶναι ὅμως παρών πνευματικά], καί παρακαλεῖ τόν Θεό νά σ’ ἐνδυναμώνη καί νά σέ σώζη.

Τό ἄν θά "φύγη" (σ.σ ἐννοεῖ ὁ Γέροντας τό νά ἀποθάνη) σύντομα ὁ Πνευματικός σου, σημαίνει ὅτι ὁ Θεός τό παρεχώρησε αὐτό. Καί ὁ Κύριος θά φροντίση ὁπωσδήποτε γιά τό συμφέρον τῆς ψυχῆς σου καί γιά τή σωτηρία σου. Κάποιος ἄλλος θά βρεθῆ νά τόν ἀντικαταστήση. "Ὁ πιστεύων εἰς ἐμέ, κἄν ἀποθάνη ζήσεται" (Ἰωάν. 11, 26). Ἄν κάποιος πιστός ἀποθάνη, θά ζήση ὅμως στήν ἄλλη ζωή. Κι ἄν ἀποθάνη ὁ Πνευματικός σου, ὅμως θά ζῆ κοντά στόν Θεό. Καί θά πρεσβεύη σ’ Αὐτόν γιά τά πνευματικά του παιδιά. Θά παρακαλῆ καί γιά σένα, νά σέ δυναμώνη ὁ Κύριος καί νά σέ στηρίζη!

Ἐγώ πιστεύω στήν εὐσπλαχνία τοῦ Θεοῦ. Αὐτός θά σέ βοηθήση ν’ ἀπαλλαγῆς ἀπό τόν πειρασμό, πού ἔχεις. Πρέπει ὅμως νά κάνης ὑπομονή, κι ἐγώ θά παρακαλῶ τόν Θεό γιά σένα, ὅσο μπορῶ. Κι ἐσύ ὅμως πρέπει νά παρακαλῆς νά σέ ἐλεήση ὁ Θεός. Καί θά’ ρθῆ σίγουρα ἡ λύτρωση.

Πάντοτε ἡ ἐξομολόγηση στόν Πνευματικό πρέπει νά εἶναι καθαρή. Νά μή ἀποκρύπτη ὁ ἐξομολογούμενος ἐν γνώσει του καμμία ἁμαρτία του. Καί τότε θά ’χη τή συγχώρηση ἀπό τόν Θεό. Ὅταν ἡ ἐξομολόγηση εἶναι εἰλικρινής, τότε ἀκριβῶς εἶναι πού βρίσκει ὁ ἐξομολογούμενος ἔλεος, παρηγορία καί ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν του.

Ὡς Πνευματικός σας, ἐλπίζω καί πιστεύω πώς σιγά σιγά θά γίνετε ὅπως σᾶς θέλει ὁ Θεός. Ἐγώ, ὅσο μπορῶ, θά σᾶς βοηθῶ. Ἀλλά καί σεῖς πρέπει νά ὑπακούετε σέ ὅσα σᾶς λέγω. Πέραν τούτου, εἶναι τοῦ Θεοῦ δουλειά. Καί ἡ δική σας σωτηρία εἶναι καί δική μου σωτηρία.

Γιά ὅσους προσέρχονται σέ μένα, καί μέ ἐμπιστεύονται, καί γίνονται πνευματικά μου παιδιά, γι’ αὐτούς θεωρῶ τόν ἑαυτό μου ὑπεύθυνο ἐνώπιον Θεοῦ καί ἀνθρώπων. Καί θεωρῶ καθῆκον μου νά ἐκπληρώσω στό ἀκέραιο τήν ὑποχρέωσή μου ἀπέναντι σ’ αὐτά τά πρόσωπα. Ἡ σωτηρία τῶν πνευματικῶν μου παιδιῶν εἶναι ταυτόχρονα καί δική μου σωτηρία.

Τὸ ἀηδόνι καὶ τὸ γεράκι

«Ἄκουσε, γεράκι, τὸ καηµένο τ᾿ ἀηδόνι.

Ἡ ζωή µου εἶναι στὴν ἐξουσία σου, ὅπως καὶ τὸ πέταγµά µας αὐτὸ µέσα στὰ σύννεφα, ὅπου δὲν εἶχα φτάσει ποτέ.

Ἀλλὰ ἄκουσέ µε: Ἀπὸ τὶς µυστικὲς πηγὲς τῆς φύσης ἐρχόταν µιὰ ἤπια πνοὴ καὶ συναντοῦσε µιὰν ἄλλη, ἐξίσου ἤπια, µέσα στὸ στῆθος µου. 

Αὐτὴ ἡ πνοὴ γινόταν τραγούδι, ὅπως καὶ τὸ φύλλωµα τοῦ δέντρου ποὺ µὲ φιλοξενοῦσε, ὅπως τὰ ἄστρα ποὺ ἔλαµπαν ψηλά. 

Ἡ ὀµορφιὰ τῶν πραγµάτων ποὺ ἦταν γύρω µου µὲ συγκινοῦσε καὶ µεταβαλλόταν σὲ µουσική. 

Εἶδα κι ἐσένα νὰ ἔρχεσαι καταπάνω µου, καὶ ὁ φόβος µου νικήθηκε ἀπὸ τὸ θαῦµα τῆς γρήγορης καὶ µεγαλόπρεπης πτήσης σου, ποὺ τὴ θαύµαζα σὰν δῶρο τῶν θεῶν. 

Ἀλλὰ τὴ στιγµὴ ἐκείνη, ἀπὸ άπροσµέτρητο βάθος, ἑτοιµάζονταν ν᾿ ἀναβρύσουν ἀπὸ µένα τραγούδια θλίψης γιὰ ἕνα ρόδο ποὺ τὸ µάδησε ὁ ἀέρας. 

Τὰ ἄρχιζα, τὰ τραγούδια αὐτά, ἐγὼ πού, ὅταν ξεσποῦσε ὁ κεραυνός, ἔνιωθα νὰ µοῦ τρέµει τὸ στῆθος, καθὼς ἤµουν µαζεµένο µέσα στὸ νέο φύλλωµα. 

Ἄφησέ µε νὰ ζήσω µιὰ στιγµὴ µόνο, ὅσο γιὰ νὰ βγάλω στὸν αἰθέρα καὶ γιὰ τὸ αὐτί σου τὸ θησαυρὸ ποὺ αἰσθάνοµαι µέσα µου. Μὴ σκοτώσεις αὐτὸ ποὺ πρέπει νὰ γεννηθεῖ!».

Καθὼς τὸ ἀηδόνι µιλοῦσε, τὸ γεράκι χαλάρωνε τὸ ἁρπακτικὸ νύχι του, καὶ µὲ τὸ ἄλλο ἔκανε φιλικὸ νεῦµα στὸ ἀηδόνι, ποὺ ὅµως τὴ στιγµὴ ἐκείνη ξεψύχησε. 

Γέρ.Ιάκωβος Τσαλίκης: Οι άνθρωποι παιδί μου είναι τυφλοί και δεν βλέπουν το τι γίνεται μέσα στο ναό στη Θεία Λειτουργία

«Οι άνθρωποι, παιδί μου, είναι τυφλοί και δεν βλέπουν το τι γίνεται μέσα στο ναό στη Θεία Λειτουργία. Μια φορά λειτουργούσα και δε μπορούσα να κάνω Μεγάλη Είσοδο από αυτά που έβλεπα.

Ο ψάλτης συνεχώς επαναλάμβανε: «ως τον Βασιλέα των όλων υποδεξόμενοι», οπότε ξαφνικά νιώθω να με σπρώχνει κάποιος από τον ώμο και να με οδηγεί στην Αγία Πρόθεση. 
Νόμισα ότι ήταν ο ψάλτης και είπα: «Ο ευλογημένος! Τόση ασέβεια! Μπήκε από την Ωραία Πύλη και με σπρώχνει! Γυρίζω και βλέπω μια τεράστια φτερούγα που την είχε περάσει ο Αρχάγγελος από τον ώμο μου και με οδηγούσε να κάνω τη Μεγάλη Είσοδο.

Τι γίνεται μέσα στο Ιερό κατά τη διάρκεια της Θείας Λειτουργίας…».

Μερικές φορές δε μπορώ ν΄ αντέξω και κάθομαι στην καρέκλα, οπότε ορισμένοι συλλειτουργοί νομίζουν ότι κάτι δεν πάει καλά με την υγεία μου, αλλά δεν ξέρουν τι βλέπω και τι ακούω. Τι φτερούγισμα, παιδί μου, οι Άγγελοι! Μόλις ο Ιερέας πει το «Δι΄ ευχών», φεύγουν οι Ουράνιες Δυνάμεις και μέσα στο Ιερό έχουμε απόλυτη ησυχία…»

Γέροντας Ιάκωβος Τσαλίκης

Πηγή

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...