Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Απριλίου 16, 2016

ΜΗΝΥΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΣΙΑ ΜΑΡΙΑ ΤΗΝ ΑΙΓΥΠΤΙΑ(ΤΑ ΟΠΛΑ ΤΗΣ ΟΣΙΑΣ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΟΥ ΑΝΤΙΧΡΙΣΤΟΥ)



ΜΙΑ ΜΕΓΑΛΗ ΑΓΙΑ ΕΜΠΛΟΥΤΙΖΕΙ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΩΝ ΑΓΙΟΚΑΤΑΤΑΞΕΩΝ ΚΑΙ ΠΑΡΕΛΑΥΝΕΙ ΝΙΚΗΤΡΙΑ ΣΤΙΣ ΨΥΧΕΣ ΤΩΝ ΠΙΣΤΩΝ !!! 




ΑΠΟ ΤΟΝ ΜΕΓΑΛΟ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗ ΑΚΟΛΟΥΘΟΥΝ ΤΑ ΣΤΙΓΜΙΟΤΥΠΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΤΗΣ ΟΣΙΑΣ, ΟΠΩΣ ΤΑ ΠΕΡΙΕΓΡΑΨΑΝ ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΠΑΤΕΡΕΣ:
      
<<Ἀπὸ τὰ δώδεκα χρόνια της πέρασε στὴν Αἴγυπτο μία ζωὴ ἀσωτίας, ἀφοῦ ἀπὸ τὴν μικρὴ αὐτὴ ἡλικία διέφθειρε τὴν παρθενία της καὶ εἶχε ἀσυγκράτητο καὶ ἀχόρταγο τὸ πάθος τῆς σαρκικῆς μείξεως. Ζώντας αὐτὴν τὴν ζωὴ δὲν εἰσέπραττε χρήματα, ἀλλὰ ἁπλῶς ἱκανοποιοῦσε τὸ πάθος της. Ἡ ἴδια ἐξαγορεύθηκε στὸν Ἀββᾶ Ζωσιμᾶ ὅτι διετέλεσε: «δημόσιον προκείμενη τῆς ἀσωτίας ὑπέκκαυμα, οὐ δόσεώς τινος, μὰ τὴν ἀλήθειαν, ἕνεκεν», κάνοντας δηλαδὴ τὸ ἔργο της δωρεάν,«ἐκτελοῦσα τὸ ἐν ἐμοὶ καταθύμιον». Καὶ ὅπως τοῦ ἀπεκάλυψε, εἶχε ἀκόρεστη ἐπιθυμία καὶ ἀκατάσχετο ἔρωτα νὰ κυλιέται στὸ βόρβορο ποὺ ἦταν ἡ ζωή της καὶ σκεπτόταν ἔτσι ντροπιάζοντας τὴν ἀνθρώπινη φύση.
Λόγω τῆς ἄσωτης ζωῆς καὶ τῆς σαρκικῆς ἐπιθυμίας ποὺ εἶχε, κάποια φορὰ ἀκολούθησε τοὺς προσκυνητὲς ποὺ πήγαιναν στὰ Ἱεροσόλυμα γιὰ νὰ προσκυνήσουν τὸν Τίμιο Σταυρό. Καὶ αὐτὸ τὸ ἔκανε, ὄχι γιὰ νὰ προσκυνήσει τὸν Τίμιο Σταυρό, ἀλλὰ γιὰ νὰ ἔχει πολλοὺς ἐραστὲς ποὺ θὰ ἦταν ἕτοιμοι νὰ ἱκανοποιήσουν τὸ πάθος της. Περιγράφει δὲ καὶ ἡ ἴδια ρεαλιστικὰ  καὶ τὸν τρόπο ποὺ ἐπιβιβάστηκε στὸ πλοιάριο. Καί, ὅπως ἡ ἴδια ἀποκάλυψε, κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ ταξιδιοῦ της δὲν ὑπῆρχε εἶδος ἀσέλγειας ἀπὸ ὅσα λέγονται καὶ δὲν λέγονται, τοῦ ὁποίου δὲν ἔγινε διδάσκαλος σὲ ἐκείνους τοὺς ταλαίπωρους ταξιδιῶτες. Καὶ ἡ ἴδια ἐξέφρασε τὴν ἀπορία της γιὰ τὸ πῶς ἡ θάλασσα ὑπέφερε τὶς ἀσωτίες της καὶ γιατί ἡ γῆ δὲν ἄνοιξε τὸ στόμα της καὶ δὲν τὴν κατέβασε στὸν ἅδη, ἐπειδὴ εἶχε παγιδεύσει τόσες ψυχές. Κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ ταξιδιοῦ αὐτοῦ δὲν ἀρκέστηκε στὸ ὅτι διέφθειρε τοὺς νέους, ἀλλὰ διέφθειρε καὶ πολλοὺς ἄλλους ἀπὸ τοὺς κατοίκους τῆς πόλεως καὶ τοὺς ξένους ἐπισκέπτες. Καὶ στὰ Ἱεροσόλυμα ποὺ πῆγε κατὰ τὴν ἑορτὴ τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, περιφερόταν στοὺς δρόμους «ψυχὰς νέων ἀγρεύουσα».
Αἰσθάνθηκε ὅμως, βαθιὰ μετάνοια ἀπὸ ἕνα θαυματουργικὸ γεγονός. Ἐνῷ εἰσερχόταν στὸ ναὸ γιὰ νὰ προσκυνήσει τὸ Ξύλο τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, κάποια δύναμη τὴν ἐμπόδισε νὰ προχωρήσει. Στὴν συνέχεια στάθηκε μπροστὰ σὲ μία εἰκόνα τῆς Παναγίας, ἔδειξε μεγάλη μετάνοια καὶ ζήτησε τὴν καθοδήγηση καὶ βοήθεια τῆς Παναγίας. Μὲ τὴν βοήθεια τῆς Θεοτόκου εἰσῆλθε ἀνεμπόδιστα αὐτὴ τὴν φορὰ στὸν ἱερὸ ναὸ καὶ προσκύνησε τὸν Τίμιο Σταυρό. Στὴν συνέχεια, ἀφοῦ εὐχαρίστησε τὴν Παναγία, ἄκουσε φωνὴ ποὺ τὴν προέτρεπε νὰ πορευθεῖ στὴν ἔρημο, πέραν τοῦ Ἰορδάνου. Ἀμέσως ζήτησε τὴν συνδρομὴ καὶ τὴν προστασία τῆς Θεοτόκου καὶ πῆρε τὸν δρόμο της πρὸς τὴν ἔρημο, ἀφοῦ προηγουμένως πέρασε ἀπὸ τὴν ἱερὰ μονὴ τοῦ Βαπτιστοῦ στὸν Ἰορδάνη ποταμὸ καὶ κοινώνησε τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων. Στὴν ἔρημο ἔζησε σαράντα ἑπτὰ χρόνια, χωρὶς ποτὲ νὰ συναντήσει ἄνθρωπο.
Κατὰ τὰ πρῶτα δεκαεπτὰ χρόνια στὴν ἔρημο, πάλεψε πολὺ σκληρὰ γιὰ νὰ νικήσει τοὺς λογισμοὺς καὶ τὶς ἐπιθυμίες της, οὐσιαστικὰ γιὰ νὰ νικήσει τὸν διάβολο ποὺ τὴν πολεμοῦσε μὲ τὶς ἀναμνήσεις τῆς προηγούμενης ζωῆς.
Ἡ Ὁσία ζοῦσε δεκαεπτὰ χρόνια στὴν ἔρημο «θηρσὶν ἀνημέροις ταῖς ἀλόγοις ἐπιθυμίαις πυκτεύουσα». Εἶχε πολλὲς ἐπιθυμίες φαγητῶν, ποτῶν καὶ «πορνικῶν ᾀσμάτων» καὶ πολλοὺς λογισμοὺς ποὺ τὴν ὠθοῦσαν πρὸς τὴν πορνεία. Ὅμως, ὅταν ἐρχόταν κάποιος λογισμὸς μέσα της, ἔπεφτε στὴν γῆ, τὴν ἔβρεχε μὲ δάκρυα καὶ δὲν σηκωνόταν ἀπὸ τὴ γῆ «ἕως ὅτου τὸ φῶς ἐκεῖνο τὸ γλυκὺ περιέλαμψεν καὶ τοὺς λογισμοὺς τοὺς ἐνοχλοῦντας μοι ἐδίωξεν». Συνεχῶς προσευχόταν στὴν Παναγία, τὴν ὁποία εἶχε ἐγγυήτρια τῆς ζωῆς τῆς μετανοίας ποὺ ἔκανε. Τὸ ἱμάτιό της σχίσθηκε καὶ καταστράφηκε καὶ ἔκτοτε παρέμεινε γυμνή. Καιγόταν ἀπὸ τὸν καύσωνα καὶ ἔτρεμε ἀπὸ τὸν παγετὸ καὶ «ὡς πολλάκις με χαμαὶ πεσοῦσαν ἄπνουν μεῖναι σχεδὸν καὶ ἀκίνητον».
Ὕστερα ἀπὸ σκληρὸ ἀγῶνα, μὲ τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν συνεχὴ προστασία τῆς Παναγίας, ἐλευθερώθηκε ἀπὸ τοὺς λογισμοὺς καὶ τὶς ἐπιθυμίες, ὁπότε μεταμορφώθηκε τὸ λογιστικὸ καὶ παθητικὸ μέρος τῆς ψυχῆς της, καθὼς ἐπίσης ἐθεώθηκε καὶ τὸ σῶμα της.
Λόγω τῆς μεγάλης πνευματικῆς της καταστάσεως στὴν ὁποία ἔφθασε ἡ Ὁσία Μαρία, ἔλαβε ἀπὸ τὸν Θεὸ τὸ διορατικὸ χάρισμα.
Ἦταν γυμνὴ ἀλλὰ τὸ σῶμα της ὑπερέβη τὶς ἀνάγκες τῆς φύσεως. Λέγει ἡ ἴδια: «Γυνὴ γὰρ εἰμί, καὶ γυμνή, καθάπερ ὁρᾷς, καὶ τὴν αἰσχύνην τοῦ σώματός μου ἀπερικάλυπτον ἔχουσα». Τὸ σῶμα τρεφόταν μὲ τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ: «Τρέφομαι γὰρ καὶ σκέπτομαι τῷ ῥήματι τοῦ Θεοῦ διακρατοῦντος τὰ σύμπαντα». Στὴ περίπτωσή της, ὅπως καὶ σὲ ἄλλες περιπτώσεις Ἁγίων, παρατηροῦμε ὅτι ἀναστέλλονται οἱ ἐνέργειες τοῦ σώματος. Αὐτὴ ἡ ἀναστολὴ τῶν σωματικῶν ἐνεργειῶν ὀφειλόταν στὸ ὅτι ἡ ψυχή της δεχόταν τὴν ἐνέργεια τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ καὶ αὐτὴ ἡ θεία ἐνέργεια διαπορθμευόταν καὶ στὸ σῶμα της: «Ἀρκεῖν εἰποῦσα τὴν χάριν τοῦ Πνεύματος, ὥστε συντηρεῖν τὴν οὐσίαν τῆς ψυχῆς ἀμίαντον».
Ἐκείνη τὴν περίοδο ἀσκήτευε σὲ ἕνα μοναστήρι ὁ Ἱερομόναχος Ἀββᾶς Ζωσιμᾶς († 4 Ἀπριλίου), ποὺ ἦταν κεκοσμημένος μὲ ἁγιότητα βίου. Ἔβλεπε θεία ὁράματα, καθὼς τοῦ εἶχε δοθεῖ τὸ χάρισμα τῶν θείων ἐλλάμψεων, λόγω τοῦ ὅτι ζοῦσε μέχρι τὰ πενήντα τρία του χρόνια μὲ μεγάλη ἄσκηση καὶ ἦταν φημισμένος στὴν περιοχή του. Τότε, ὅμως, εἰσῆλθε μέσα του ἕνας λογισμὸς κάποιας πνευματικῆς ὑπεροψίας, γιὰ τὸ ἂν δηλαδὴ ὑπῆρχε ἄλλος μοναχὸς ποὺ θὰ μποροῦσε νὰ τὸν ὠφελήσει ἢ νὰ τοῦ διδάξει κάποιο καινούργιο εἶδος ἀσκήσεως. Ὁ Θεός, γιὰ νὰ τὸν διδάξει καὶ νὰ τὸν διορθώσει, τοῦ ἀποκάλυψε ὅτι κανένας ἄνθρωπος δὲν μπορεῖ νὰ φθάσει στὴν τελειότητα. Καὶ στὴν συνέχεια τοῦ ὑπέδειξε νὰ πορευθεῖ σὲ ἕνα μοναστήρι ποὺ βρισκόταν κοντὰ στὸν Ἰορδάνη ποταμό.
Ὁ Ἀββᾶς Ζωσιμᾶς ὑπάκουσε στὴν φωνὴ τοῦ Θεοῦ καὶ πῆγε στὸ μοναστήρι τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Βαπτιστοῦ, ποὺ τοῦ ὑποδείχθηκε. Ἐκεῖ συνάντησε τὸν ἡγούμενο καὶ τοὺς μοναχούς, καὶ διέκρινε ὅτι ἀκτινοβολοῦσαν τὴ Χάρη καὶ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ζώντας ἔντονη μοναχικὴ ζωὴ μὲ ἀκτημοσύνη, μὲ μεγάλη ἄσκηση καὶ ἀδιάλειπτη προσευχή.
Στὸ μοναστήρι αὐτὸ ὑπῆρχε ἕνας κανόνας. Σύμφωνα μὲ αὐτόν, τὴν Κυριακὴ τῆς Τυρινῆς πρὸ τῆς ἐνάρξεως τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς, ἀφοῦ οἱ μοναχοὶ κοινωνοῦσαν τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων, προσεύχονταν καὶ ἀσπάζονταν μεταξύ τους, καὶ ἔπειτα ἐλάμβαναν ὁ καθένας  τους μερικὲς τροφὲς καὶ ἔφευγαν στὴν ἔρημο πέραν τοῦ Ἰορδάνου, γιὰ νὰ ἀγωνισθοῦν κατὰ τὴν περίοδο τῆς Τεσσαρακοστῆς τὸν ἀγῶνα τῆς ἀσκήσεως. Ἐπέστρεφαν δὲ στὸ μοναστήρι τὴν Κυριακὴ τῶν Βαΐων, γιὰ νὰ ἑορτάσουν τὰ Πάθη, τὸν Σταυρὸ καὶ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ. Εἶχαν ὡς κανόνα νὰ μὴν συναντᾶ κανεὶς τὸν ἄλλο ἀδελφὸ στὴν ἔρημο καὶ νὰ μὴν τὸν ἐρωτᾶ, ὅταν ἐπέστρεφαν, γιὰ τὸ εἶδος τῆς ἀσκήσεως ποὺ ἔκανε τὴν περίοδο αὐτή.
Αὐτὸν τὸν κανόνα ἐφάρμοσε καὶ ὁ Ἀββᾶς Ζωσιμᾶς. Ἀφοῦ ἔλαβε ἐλάχιστες τροφές, βγῆκε ἀπὸ τὸ μοναστήρι καὶ πορεύθηκε στὴν ἔρημο, ἔχοντας τὴν ἐπιθυμία νὰ εἰσέλθει ὅσο μποροῦσε πιὸ βαθειὰ σὲ αὐτή, μὲ τὴν ἐλπίδα μήπως συναντήσει κάποιον ἀσκητὴ ποὺ θὰ τὸν βοηθοῦσε νὰ φθάσει σὲ αὐτὸ ποὺ ποθοῦσε. Πορευόταν προσευχόμενος καὶ τρώγοντας ἐλάχιστα. Κοιμόταν δὲ ὅπου εὑρισκόταν.
Εἶχε περπατήσει μία πορεία εἴκοσι ἡμερῶν ὅταν, κάποια στιγμὴ ποὺ κάθισε νὰ ξεκουραστεῖ καὶ ἔψελνε, εἶδε στὸ βάθος μία σκιὰ ποὺ ἔμοιαζε μὲ ἀνθρώπινο σῶμα. Στὴν ἀρχὴ θεώρησε ὅτι ἦταν δαιμονικὸ φάντασμα, ἀλλὰ ἔπειτα διαπίστωσε ὅτι ἦταν ἄνθρωπος. Αὐτὸ τὸ ὂν ποὺ ἔβλεπε ἦταν γυμνό, εἶχε μαῦρο σῶμα – τὸ σῶμα αὐτὸ προερχόταν ἀπὸ τὶς ἡλιακὲς ἀκτῖνες – καὶ εἶχε στὸ κεφάλι του λίγες ἄσπρες τρίχες, ποὺ δὲν ἔφθαναν πιὸ κάτω ἀπὸ τὸν λαιμό. Ὁ Ἀββᾶς Ζωσιμᾶς ἔβλεπε τὴν Ὁσία Μαρία, τὴν ὥρα ποὺ προσευχόταν. Ἡ Ὁσία Μαρία ἡ Αἰγυπτία ἀσκοῦσε τὴν ἀδιάλειπτη προσευχὴ καὶ μάλιστα ὁ Ἀββᾶς Ζωσιμᾶς τὴν εἶδε ὅταν ἐκείνη ὕψωσε τὰ μάτια της στὸν οὐρανὸ καὶ ἅπλωσε τὰ χέρια της καὶ «ἤρξατο εὔχεσθαι ὑποψιθυρίζουσα· φωνὴ δὲ αὐτῆς οὐκ ἠκούετο ἔναρθρος». Καὶ σὲ κάποια στιγμή, ἐνῷ ἐκεῖνος καθόταν σύντρομος, «ὁρᾷ αὐτὴν ὑψωθεῖσαν ὡς ἕνα πῆχυν ἀπὸ τῆς γῆς καὶ τῷ ἀέρι κρεμαμένην καὶ οὕτω προσεύχεσθαι».
Ὁ Ἀββᾶς Ζωσιμᾶς προσπάθησε νὰ πλησιάσει, γιὰ νὰ διαπιστώσει τί ἦταν αὐτὸ ποὺ ἔβλεπε, ἀλλὰ τὸ ἀνθρώπινο ἐκεῖνο ὂν ἀπομακρυνόταν. Ἔτρεχε ὁ Ἀββᾶς Ζωσιμᾶς, ἔτρεχε καὶ ἐκεῖνο. Καὶ ὁ Ἀββᾶς κραύγαζε μὲ δάκρυα πρὸς αὐτὸ ὥστε νὰ σταματήσει, γιὰ νὰ λάβει τὴν εὐλογία του. Ἐκεῖνο ὅμως δὲν ἀνταποκρινόταν. Μόλις ἔφθασε ὁ Ἀββᾶς σὲ κάποιο χείμαρρο καὶ ἀπόκαμε, ἐκεῖνο τὸ ἀνθρώπινο ὂν ἀφοῦ τὸν ἀποκάλεσε μὲ τὸ μικρό του ὄνομα, πρᾶγμα ποὺ προκάλεσε μεγάλη ἐντύπωση στὸν Ἀββᾶ, τοῦ εἴπε ὅτι δὲν μπορεῖ νὰ γυρίσει καὶ νὰ τὸν δεῖ κατὰ πρόσωπο, γιατί εἶναι γυναῖκα γυμνὴ καὶ ἔχει ἀκάλυπτα τὰ μέλη τοῦ σώματός της. Τὸν παρακάλεσε, ἂν θέλει, νὰ τῆς δώσει τὴν εὐχή του καὶ νὰ τῆς ρίξει ἕνα κουρέλι ἀπὸ τὰ ροῦχα του, γιὰ νὰ καλύψει τὸ γυμνὸ σῶμα της. Ὁ Ἀββᾶς ἔκανε ὅτι τοῦ εἶπε καὶ τότε ἐκείνη στράφηκε πρὸς αὐτόν. Ὁ Ἀββᾶς ἀμέσως γονάτισε γιὰ νὰ λάβει τὴν εὐχή της, ἐνῷ τὸ ἴδιο ἔκανε καὶ ἐκείνη. Καὶ παρέμειναν καὶ οἱ δυὸ γονατιστοὶ «ἕκαστος ἐξαιτῶν εὐλογῆσαι τὸν ἕτερον».
Ἐπειδὴ ὁ Ἀββᾶς ἀναρωτιόταν μήπως ἔβλεπε μπροστά του κάποιο ἄυλο πνεῦμα, ἐκείνη διακρίνοντας τοὺς λογισμούς του, τοῦ εἶπε ὅτι εἶναι ἁμαρτωλή, ποὺ ἔχει περιτειχισθεῖ ἀπὸ τὸ ἅγιο Βάπτισμα καὶ εἶναι χῶμα καὶ στάχτη καὶ ὄχι ἄυλο πνεῦμα.
Ἡ Ὁσία Μαρία κατὰ τὴν συνάντηση αὐτή, ἀφοῦ ἀποκάλυψε ὅλη τὴν ζωή της, ζήτησε ἀπὸ τὸν Ἀββᾶ Ζωσιμᾶ νὰ ἔλθει κατὰ τὴν Μεγάλη Πέμπτη τῆς ἑπόμενης χρονιᾶς, σὲ ἕναν ὁρισμένο τόπο στὴν ὄχθη τοῦ Ἰορδάνου ποταμοῦ, κοντὰ σὲ μία κατοικημένη περιοχή, γιὰ νὰ τὴν κοινωνήσει, ὕστερα ἀπὸ πολλὰ χρόνια μεγάλης μετάνοιας ποὺ μεταμόρφωσε τὴν ὕπαρξή της. «Καὶ νῦν ἐκείνου ἐφίεμαι ἀκατασχέτῳ τῷ ἔρωτι», τοῦ εἶπε, δηλαδὴ εἶχε ἀκατάσχετο ἔρωτα νὰ κοινωνήσει τοῦ Σώματος καὶ τοῦ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ.
Ὁ Ἀββᾶς Ζωσιμᾶς ἐπέστρεψε στὸ μοναστήρι χωρὶς νὰ πεῖ σὲ κανένα τί ἀκριβῶς συνάντησε, σύμφωνα ἄλλωστε καὶ μὲ τὸν κανόνα ποὺ ὑπῆρχε σὲ ἐκείνη τὴν ἱερὰ μονή. Ὅμως, συνεχῶς παρακαλοῦσε τὸν Θεὸ νὰ τὸν ἀξιώσει νὰ δεῖ καὶ πάλι «τὸ ποθούμενον πρόσωπον» τὴν ἑπόμενη χρονιὰ καὶ μάλιστα ἦταν στεναχωρημένος γιατί δὲν περνοῦσε ὁ χρόνος, καθὼς ἤθελε ὅλος αὐτὸς ὁ χρόνος νὰ ἦταν μία ἡμέρα.
Τὸ ἑπόμενο ἔτος ὁ Ἀββᾶς Ζωσιμᾶς ἀπὸ κάποια ἀρρώστια δὲν μπόρεσε νὰ βγεῖ ἀπὸ τὸ μοναστήρι στὴν ἔρημο, ὅπως ἔκαναν οἱ ἄλλοι πατέρες στὴν ἀρχὴ τῆς Σαρακοστῆς καὶ ἔτσι παρέμεινε στὸ μοναστήρι. Καὶ τὴν Κυριακὴ τῶν Βαΐων, ὅταν εἶχαν ἐπιστρέψει οἱ ἄλλοι πατέρες τῆς Μονῆς, ἐκεῖνος ἑτοιμάσθηκε νὰ πορευθεῖ στὸν τόπο ποὺ τοῦ εἶχε ὑποδείξει ἡ Ὁσία, γιὰ νὰ τὴν κοινωνήσει.
Τὴν Μεγάλη Πέμπτη πῆρε μαζί του σὲ ἕνα μικρὸ ποτήρι τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ, πῆρε μερικὰ σύκα καὶ χουρμάδες καὶ λίγη βρεγμένη φακὴ καὶ βγῆκε ἀπὸ τὸ μοναστήρι γιὰ νὰ συναντήσει τὴν Ὁσία Μαρία. Ἐπειδὴ ὅμως ἐκείνη ἀργοποροῦσε νὰ ἔλθει στὸν καθορισμένο τόπο, ὁ Ἀββᾶς προσευχόταν στὸν Θεὸ μὲ δάκρυα νὰ μὴν τοῦ στερήσει λόγω τῶν ἁμαρτιῶν του τὴν εὐκαιρία νὰ τὴ δεῖ ἐκ νέου.
Μετὰ τὴν θερμὴ προσευχὴ τὴν εἶδε ἀπὸ τὴν ἄλλη πλευρὰ τοῦ Ἰορδάνη ποταμοῦ, νὰ κάνει τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ, νὰ πατᾶ πάνω στὸ νερὸ τοῦ ποταμοῦ «περιπατοῦσαν ἐπὶ τῶν ὑδάτων ἐπάνω καὶ πρὸς ἐκεῖνον βαδίζουσαν». Στὴν συνέχεια ἡ Ὁσία τὸν παρακάλεσε νὰ πεῖ τὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως καὶ τὸ «Πάτερ ἡμῶν». Ἀκολούθως ἀσπάσθηκε τὸν Ἀββᾶ Ζωσιμᾶ καὶ κοινώνησε τῶν ζωοποιῶν Μυστηρίων. Ἔπειτα ὕψωσε τὰ χέρια της στὸν οὐρανό, ἀναστέναξε μὲ δάκρυα καὶ εἶπε: «Νῦν ἀπολύεις τὴν δούλην σου, ὦ Δέσποτα, κατὰ τὸ ῥῆμά σου ἐν εἰρήνῃ· ὅτι εἶδον οἱ ὀφθαλμοί μου τὸ σωτήριόν σου».
Στὴν συνέχεια, ἀφοῦ τὸν παρακάλεσε νὰ ἔλθει καὶ τὸ ἑπόμενο ἔτος στὸ χείμαρρο ποὺ τὴν εἶχε συναντήσει τὴν πρώτη φορά, ζήτησε τὴν προσευχή του. Ὁ Ἀββᾶς ἄγγιξε τὰ πόδια τῆς Ὁσίας, ζήτησε καὶ αὐτὸς τὴν προσευχή της καὶ τὴν ἄφησε νὰ φύγει«στένων καὶ ὀδυρόμενος», διότι τολμοῦσε «κρατῆσαι τὴν ἀκράτητον». Ἐκείνη ἔφυγε κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο ἦλθε, πατώντας δηλαδὴ πάνω στὰ νερὰ τοῦ Ἰορδάνου ποταμοῦ.
Τὸ ἑπόμενο ἔτος, σύμφωνα καὶ μὲ τὴν παράκληση τῆς Ὁσίας, ὁ Ἀββᾶς βιαζόταν νὰ φθάσει «πρὸς ἐκεῖνο τὸ παράδοξο θέαμα». Ἀφοῦ βάδισε πολλὲς ἡμέρες καὶ ἔφθασε στὸν τόπο ἐκεῖνο, ἔψαχνε «ὡς θηρευτὴς ἐμπειρότατος» νὰ δεῖ «τὸ γλυκύτατο θήραμα», τὴν Ὁσία τοῦ Θεοῦ. Ὅμως δὲν τὴν ἔβλεπε πουθενά. Τότε ἄρχισε νὰ προσεύχεται στὸν Θεὸ κατανυκτικά: «Δεῖξόν μοι, Δέσποτα, τὸν θησαυρόν σου τὸν ἄσυλον, ὃν ἐν τῇδε τῇ ἐρήμῳ κατέκρυψας· δεῖξόν μοι, δέομαι, τὸν ἐν σώματι ἄγγελον, οὗ οὐκ ἔστιν ὁ κόσμος ἀπάξιος». Γιὰ τὸν Ἀββᾶ Ζωσιμᾶ ἡ Ὁσία Μαρία ἦταν ἄθικτος θησαυρός, ἄγγελος μέσα σὲ σῶμα, ποὺ ὁ κόσμος δὲν ἦταν ἄξιος νὰ τὸν ἔχει. Καὶ προσευχόμενος μὲ τὰ λόγια αὐτὰ εἶδε «κεκειμένην τὴν Ὁσίαν νεκράν, καὶ τὰς χεῖρας οὕτως ὥσπερ ἔδει τυπώσασαν καὶ πρὸς ἀνατολὰς ὁρῶσαν κειμένην τῷ σχήματι». Βρῆκε δὲ καὶ δική της γραφὴ ποὺ ἔλεγε: «Θάψον, ἀββᾶ Ζωσιμᾶ, ἐν τούτῳ τῷ τόπῳ τῆς ταπεινῆς Μαρίας τὸ λείψανον, ἀποδὸς τὸν χοῦν  τῷ χοΐ, ὑπὲρ ἐμοῦ διὰ παντὸς πρὸς τὸν Κύριον προσευχόμενος, τελειωθείσης, μηνὶ Φαρμουθὶ (κατ’ Αἰγυπτίους, ὅπως ἐστὶ κατὰ Ρωμαίους Ἀπρίλιος), ἐν αὐτῇ δὲ τῇ νυκτὶ τοῦ πάθους τοῦ σωτηρίου, μετὰ τὴν τοῦ θείου καὶ μυστικοῦ δείπνου μετάληψιν». Τὴν βρῆκε δηλαδὴ νεκρή, κείμενη στὴν γῆ, μὲ τὰ χέρια σταυρωμένα καὶ βλέποντας πρὸς τὴν ἀνατολή. Συγχρόνως βρῆκε καὶ γραφὴ ποὺ τὸν παρακαλοῦσε νὰ τὴν ἐνταφιάσει.
Ἡ Ὁσία κοιμήθηκε τὴν ἴδια ἡμέρα ποὺ κοινώνησε, ἀφοῦ εἶχε διασχίσει σὲ μία ὥρα ἀπόσταση τὴν ὁποία διήνυσε τὸ ἑπόμενο ἔτος ὁ Ἀββᾶς Ζωσιμᾶς σὲ εἴκοσι ἡμέρες. Γράφει ὁ Ἅγιος Σωφρόνιος: «καὶ ἥνπερ ὤδευσεν ὁδὸν Ζωσιμᾶς διὰ εἴκοσι ἡμερῶν κοπιῶν, εἰς μίαν ὥραν Μαρίαν διέδραμεν, καὶ εὐθὺς πρὸς τὸν Θεὸν ἐξεδήμησεν». Τὸ σῶμα της εἶχε ἀποκτήσει ἄλλες ἰδιότητες, εἶχε μεταμορφωθεῖ.
Στὴν συνέχεια ὁ Ἀββᾶς Ζωσιμᾶς, ἀφοῦ ἔκλαψε πολὺ καὶ εἶπε ψαλμοὺς κατάλληλους γιὰ τὴν περίσταση, «ἐποίησεν εὐχὴν ἐπιτάφιον». Καὶ μετὰ μὲ μεγάλη κατάνυξη, «βρέχων τὸ σῶμα τοῖς δάκρυσι» ἐπιμελήθηκε τὰ τῆς ταφῆς. Ἐπειδή, ὅμως, ἡ γῆ ἦταν σκληρὴ καὶ ὁ ἴδιος ἦταν προχωρημένης ἡλικίας, γι’ αὐτὸ δὲν μποροῦσε νὰ τὴν σκάψει καὶ βρισκόταν σὲ ἀπορία. Τότε«ὁρᾷ λέοντα μέγαν τῷ λειψάνῳ τῆς Ὁσίας παρεστῶτα καὶ τὰ ἴχνη αὐτῆς ἀναλείχοντα», δηλαδὴ εἶδε ἕνα λιοντάρι νὰ στέκεται δίπλα στὸ λείψανο τῆς Ὁσίας καὶ νὰ γλείφει τὰ ἴχνη της. Ὁ Ἀββᾶς τρόμαξε, ἀλλὰ τὸ ἴδιο τὸ λιοντάρι «οὐχὶ τοῦτον τοῖς κινήμασι μόνον ἀσπαζόμενον, ἀλλὰ καὶ προθέσει», δηλαδὴ τὸ ἴδιο τὸ λιοντάρι καλόπιανε τὸν Ἀββᾶ καὶ τὸν παρακινοῦσε καὶ μὲ τὶς κινήσεις του καὶ μὲ τὶς προθέσεις του, νὰ προχωρήσει στὸν ἐνταφιασμό της. Λαμβάνοντας ὁ Ἀββᾶς θάρρος ἀπὸ τὸ ἥμερο τοῦ λιονταριοῦ, τὸ παρακάλεσε νὰ σκάψει αὐτὸ τὸ ἴδιο τὸν λάκκο, γιὰ νὰ ἐνταφιασθεῖ τὸ ἱερὸ λείψανο τῆς Ὁσίας Μαρίας, ἐπειδὴ ἐκεῖνος ἀδυνατοῦσε. Τὸ λιοντάρι ὑπάκουσε. «Εὐθὺς δὲ ἅμα τῷ σώματι θαπτόμενο», δηλαδὴ μὲ τὰ μπροστινά του πόδια ἔσκαψε τὸ λάκκο, ὅσο ἔπρεπε, γιὰ νὰ ἐνταφιασθεῖ τὸ σκήνωμα τῆς Ὁσίας Μαρίας.
Ὁ ἐνταφιασμὸς τῆς Ὁσίας ἔγινε προσευχομένου τοῦ Ἀββᾶ Ζωσιμᾶ καὶ τοῦ λιονταριοῦ «παρεστῶτος». Μετὰ τὸν ἐνταφιασμὸ ἔφυγαν καὶ οἱ δύο, «ὁ μὲν λέων ἐπὶ τὰ ἔνδον τῆς ἐρήμου ὡς πρόβατον ὑπεχώρησε. Ζωσιμᾶς δὲ ὑπέστρεψεν, εὐλογῶν καὶ αἰνῶν τὸν Θεὸν ἡμῶν».
Καὶ ὁ Ἅγιος Σωφρόνιος, Πατριάρχης Ἱεροσολύμων, καταλήγει ὅτι ἔγραψε αὐτὸ τὸ βίο «κατὰ δύναμιν» καὶ «τῆς ἀληθείας μηδὲν προτιμῆσαι θέλων».
Ὁ βίος τῆς Ὁσίας Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας, δείχνει πῶς μία πόρνη μπορεῖ νὰ γίνει κατὰ Χάριν θεός, πῶς ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νὰ γίνει ἄγγελος ἐν σώματι καὶ πῶς ἡ κατὰ Χριστὸν ἐλπίδα μπορεῖ νὰ ἀντικαταστήσει τὴν ὑπὸ τοῦ διαβόλου προερχόμενη ἀπόγνωση. Στὸ πρόσωπο τῆς Ὁσίας Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας βλέπουμε τὸν ἄνθρωπο ποὺ ἀναζητᾶ τὴν ἡδονὴ καὶ κυνηγᾶ τοὺς ἀνθρώπους γιὰ τὴν ἱκανοποίησή τους, ἀλλὰ ὅμως μὲ τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ μπορεῖ νὰ ἐξαγιασθεῖ τόσο πολύ, ὥστε νὰ φθάσει στὸ σημεῖο νὰ τὴν κυνηγοῦν οἱ Ἅγιοι γιὰ νὰ λάβουν τὴν εὐλογία της καὶ νὰ ἀσπασθοῦν τὸ τετιμημένο της σῶμα, καθὼς ἐπίσης νὰ τὴ σέβονται καὶ τὰ ἄγρια ζῶα.
Ἡ Ὁσία Μαρία ἡ Αἰγυπτία μὲ τὴν μετάνοιά της, τὴν βαθιά της ταπείνωση, τὴν ὑπέρβαση ἐν Χάριτι τοῦ θνητοῦ καὶ παθητοῦ σώματός της, ἀφ’ ἐνὸς μὲν προσφέρει μία παρηγοριὰ σὲ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους, ἀφ’ ἑτέρου δὲ ταπεινώνει ἐκείνους ποὺ ὑπερηφανεύονται γιὰ τὰ ἀσκητικά τους κατορθώματα. Δὲν ἡμέρωσε μόνο τὰ ἄγρια θηρία ποὺ ὑπῆρχαν μέσα της, δηλαδὴ τὰ ἄλογα πάθη, ἀλλὰ ὑπερέβη ὅλα τὰ ὅρια τῆς ἀνθρώπινης φύσεως καὶ ἡμέρωσε ἀκόμη καὶ τὰ ἄγρια θηρία τῆς κτίσεως.
Αὐτὸς εἶναι ὁ σκοπὸς καὶ ὁ πλοῦτος τῆς ἐνανθρωπίσεως τοῦ Χριστοῦ, ποὺ φυλάσσεται μέσα στὴν Ἐκκλησία. Μὲ τὴν ἀποκαλυπτικὴ θεολογία καὶ τὴν ἐν Χριστῷ ζωῇ ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νὰ μεταμορφωθεῖ ὁλοκληρωτικά.>>



Η ΑΠΕΛΠΙΣ ‘’ΠΡΟΣΔΟΚΙΑ’’, ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΠΙΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΠΑΠΑ ΦΡΑΓΚΙΣΚΟΥ ΣΤΗ ΛΕΣΒΟ
Του Β. Χαραλάμπους, θεολόγου
Δεν είναι λίγοι εκείνοι οι οποίοι συναρτούν το καλύτερο αύριο, τόσο για το μεταναστευτικό πρόβλημα γενικότερα, όσο και για την συνεπακόλουθη κατάσταση στη Λέσβο λόγω του προσφυγικού προβλήματος ειδικότερα, με την ‘’εντυπωσιακή’’ από κοσμική άποψη, επίσκεψη του Πάπα Φραγκίσκου στη Λέσβο.

Τέτοιες προσδοκίες είχαν και κάποιοι από την επίσκεψη του προηγούμενου Πάπα στην Κύπρο, ότι θα γίνει δήθεν αρωγός η επίσκεψή του, για επίλυση του προβλήματος τη κατοχής.  Το αποτέλεσμα;  Είδαν ακόμα πιο καθαρά το πραγματικό πρόσωπο της Τουρκίας και του Ερτογάν.
Το πλήθος των δημοσιογράφων έχουν καταγράψει λεπτό προς λεπτό την αρωγή του Πάπα Φραγκίσκου, στους πρόσφυγες, μιας αρωγής όμως που δεν συνοδεύτηκε έστω και από μικρό μέρος του πλεονάσματος του Βατικάνειου πλούτου.
Με λύπη έβλεπες πλακάτ να αναγράφουν το ποιητικό ομοιοκατάληκτο «Pope is our hope» (Ο Πάπας είναι η ελπίδα μας).  Δεν χρειάζεται να αναφέρομε ότι καμιά αναφορά δεν γίνεται για τους δύο συνοδεύοντες αυτόν, κανονικούς Ιεράρχες της Εκκλησίας.  Υπάρχει κανείς που αμφιβάλλει ότι το επίκεντρο της δημοσιότητας είναι ο της Ρώμης ‘’αλάθητος’’;   Αντί να ελπίζουν «καλώς και σοφώς εις τον Θεόν» κατά τον Άγιον Ισαάκ τον Σύρον, τρέφουν μάταιες ελπίδες στον εκτός Εκκλησίας Πάπα.
Όταν θα παρέλθουν οι μέρες τούτες, θα αντιληφθούν και το ποιόν των προσδοκώμενων καρπών της ‘’εντυπωσιακής’’ αυτής επίσκεψης και θα ομολογήσουν ότι ‘’εποιήσαν ουδέν’’.   πηγή

Πρωτοπρ. Ἄγγελος Ἀγγελακόπουλος : Παπική καί οἰκουμενιστική φιλαρχία




Ἐν Πειραιεῖ 16-4-2016
ΠΑΠΙΚΗ ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΙΚΗ ΦΙΛΑΡΧΙΑ
πρωτοπρεσβ. π. Ἄγγελος Ἀγγελακόπουλος, ἐφημ. Ἱ. Ν. Ἁγίας Παρασκευῆς Νέας Καλλιπόλεως Πειραιῶς
Ὁ Χριστός, ἀγαπητοί μου, ἀνεβαίνει γιά τελευταία φορά στά Ἱεροσόλυμα. Πηγαίνει, γιά νά θυσιαστεῖ. Προλέγει στούς μαθητές Του τί θ’ἀκολουθήσει, γιά νά μή βρεθοῦν ἀπροετοίμαστοι. Οἱ μαθητές, ὅμως, ἀλλοῦ ἔχουν τό νοῦ τους. Νομίζουν ὅτι ὁ Χριστός θ’ἀναγορευθεῖ ἐπίγειος βασιλιάς. Δύο μάλιστα ἀπ’αὐτούς, ὁ Ἰάκωβος καί ὁ Ἰωάννης, Τόν πλησιάζουν καί Τοῦ ζητοῦν νά τούς δώσει τίς πρῶτες θέσεις δίπλα Του. Οἱ μαθητές νόμισαν πώς ὁ Χριστός ἦλθε, γιά νά γκρεμίσει τά παλάτια, τούς βασιλεῖς καί τούς ἄρχοντες, ὅτι θά κυριαρχήσει στόν κόσμο καί ὅτι θά εἶναι σάν τούς παλαιούς αὐτοκράτορες, θά’χει σπαθιά, σπιρούνια κλπ. Ἔβαλαν μάλιστα καί τήν μητέρα τους πρέσβειρα στόν Χριστό καί ζήτησαν νά καθίσουν δεξιά καί ἀριστερά στόν θρόνο Του. Ζητοῦσαν – νά τό ποῦμε μέ σύγχρονη ὀρολογία - ὑπουργιλίκια.
Καί ὁ Χριστός τί τούς ἀπάντησε; «Οὐκ οἴδατε τί αἰτεῖσθε»[1], δηλ. δέν ξέρετε τί ζητᾶτε. Νά ζητᾶτε ὄχι πρωτοκαθεδρίες, ἀλλά τήν τελευταία θέση˙ ὄχι ἐξουσίες, ἀλλά διακονία˙ ὄχι δόξες, ἀλλά ταπείνωση. Ὁ θρόνος μου δέν εἶναι ἐδῶ στή γῆ, εἶναι ἐπάνω στά οὐράνια. 

Στήν Οὐράνια Βασιλεία δέν θά κυβερνοῦν ἄρχοντες αὐτοῦ τοῦ κόσμου, πού γκρεμίζουν, σφάζουν καί αἱματοκυλοῦν τήν ἀνθρωπότητα. Πάνω στόν θρόνο θά εἶναι καί θά κυβερνᾶ τό ἑσφαγμένο ἀρνίο[2]. Τό ποιοί θά καθίσουν δεξιά καί ἀριστερά νά μήν σᾶς ἐνδιαφέρει. Κάτω ἐδῶ στή γῆ, δεξιά μου θά δεῖτε σύντομα ἕνα ληστή μετανοημένο, πού θά πεῖ τό «Μνήσθητί μου Κύριε ἐν τῇ βασιλείᾳ σου»[3], καί ἀριστερά ἕναν ἄλλο ληστή, πού θά μέ βλασφημήσει. Πάνω στόν οὐρανό τό ποιός θά καθίσει δεξιά καί ἀριστερά, ἄλλος θά τό ὁρίσει. Ἐσεῖς κοιτάξτε νά ἐργάζεστε ταπεινά, χωρίς φιλοδοξίες. Αὐτή εἶναι ἡ δουλειά σας. 
Ὅταν, λοιπόν, ὁ Χριστός εἶδε ὅτι οἱ ὑπόλοιποι δέκα μαθητές ἀγανάκτησαν γι’αὐτό τό «ρουσφέτι» - θά λέγαμε – πού ζητοῦσαν οἱ δύο μαθητές, τούς κάλεσε ὅλους καί τούς δώδεκα καί τούς εἶπε : «Οἴδατε ὅτι οἱ δοκοῦντες ἄρχειν τῶν ἐθνῶν κατακυριεύουσιν αὐτῶν». Ἄς προσέξουμε ἐδῶ τήν φράση τοῦ Κυρίου «οἱ δοκοῦντες ἄρχειν», δηλ. αὐτοί πού νομίζουν ὅτι εἶναι ἄρχοντες καί ἡγεμόνες, βασιλεῖς καί κυβερνῆτες, πρωθυπουργοί καί πρόεδροι. Πάνω ἀπ’ὅλους πραγματικός ἄρχων εἶναι ὁ Ἅγιος Τριαδικός Θεός. Ἀπο’κεῖ ἀντλοῦν ὅλοι τήν ἐξουσία. Ὅμως, δέν τό γνωρίζουν καί δέν τό ἀποδέχονται καί νομίζουν πώς αὐτοί εἶναι οἱ ἀρχηγοί καί πώς αὐτοί κατευθύνουν τήν πορεία τοῦ κόσμου καί τῆς ἱστορίας. Αὐτοί, λοιπόν, πού νομίζουν ὅτι εἶναι ἄρχηγοί τῶν ἐθνῶν, ἀσκοῦν κυριαρχία καί βία πάνω στά ἔθνη. «Καί οἱ μεγάλοι κατεξουσιάζουσιν αὐτῶν», καί οἱ κατά κόσμον μεγάλοι ἀσκοῦν ἐξουσία πάνω στά ἔθνη. «Οὐχ οὕτω δέ ἔσται ἐν ὑμῖν». Ἀλλά, σ’ἐσᾶς τούς μαθητές μου καί γενικά στούς χριστιανούς δέν πρέπει νά γίνεται ἔτσι. Κατά κάποιο τρόπο, ὁ Χριστός ἐπέπληξε πλαγίως τούς δύο μαθητές, πού ζητοῦσαν προνόμια καί ἐξουσίες καί νά προηγοῦνται τῶν ἄλλων, ἐνώπιον ὅλων τῶν μαθητῶν. «Ἀλλ’ ὅς ἐάν θέλῃ γενέσθαι μέγας ἐν ὑμῖν, ἔσται ὑμῶν διάκονος, καί ὅς ἐάν θέλῃ ὑμῶν γενέσθαι πρῶτος, ἔσται πάντων δοῦλος». Ἐδῶ ἔχουμε τήν ἀνατροπή τῶν ἀξιῶν τῆς ζωῆς. Ὅποιος θέλει νά εἶναι μέγας, νά εἶναι διάκονος, καί ὅποιος θέλει νά εἶναι πρῶτος, νά εἶναι δοῦλος ὅλων. Μᾶς διδάσκει ἐδῶ ὁ Χριστός τήν ἀρετή τῆς ταπεινώσεως καί τῆς ἀφανείας. Καί φέρνει σάν παράδειγμα τόν ἴδιο Του τόν Ἑαυτό : «Καί γάρ ὁ υἱός τοῦ ἀνθρώπου οὐκ ἦλθε διακονηθῆναι, ἀλλά διακονῆσαι». Δέν βλέπετε ἐμένα, πού μοῦ ζητᾶτε ἀξιώματα, δόξες καί τιμές; Ἐγῶ δέν ἦρθα στή γῆ, γιά νά διακονηθῶ καί ν’ ἀπολαύσω ἀρχές καί ἐξουσίες, ἀλλά θέλησα νά σᾶς δώσω παράδειγμα ταπεινώσεως καί διακονίας. «Καί δοῦναι τήν ψυχήν αὐτοῦ λύτρον ἀντί πολλῶν»[4], καί νά δώσω ἀκόμα καί τή ζωή μου ὡς λύτρο καί ἀντάλλαγμα, γιά νά ἐλευθερωθοῦν πολλοί ἀπό τόν διάβολο, τήν ἁμαρτία καί τόν θάνατο.
Μέ τά παραπάνω, ὁ Κύριος μᾶς διδάσκει ὅτι πρέπει ν’ ἀποφεύγουμε τό μεγάλο πάθος τῆς φιλαρχίας. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, θρηνώντας γιὰ τὰ δεινὰ τῶν ἐκκλησιαστικῶν διαιρέσεων, κήρυττε ὅτι ἡ κυριότερη αἰτία τους εἶνε ἡ φιλαρχία. «Οὐδὲν οὕτως Ἐκκλησίαν δυνήσεται διαιρεῖν, ὡς φιλαρχία. Οὐδὲν οὕτω παροξύνει τὸν Θεὸν, ὡς τὸ Ἐκκλησίαν διαιρεθῆναι»[5], δηλ. τίποτα δέν μπορεῖ νά διαιρέσει ἔτσι τήν Ἐκκλησία, ὅπως ἡ φιλαρχία. Τίποτε δέν παροξύνει τόσο τόν Θεό, ὅπως τό νά διαιρεθεῖ ἡ Ἐκκλησία.
Σύμφωνα μέ τόν Σεβ. Μητρ. πρώην Φλωρίνης κυρό Αὐγουστῖνο Καντιώτη[6], ἐνσάρκωση τῆς φιλαρχίας εἶναι ὁ ἐπάρατος Παπισμός, κατὰ τὸν ὁποῖο ὄχι ἡ ἐνεργή πίστη, ἀλλά ἡ τυφλὴ ὑπακοὴ στὸν «Πάπα», καὶ ἐὰν ἀκόμη αὐτός διατάσσει ἀντίθετα πρὸς τὸ γνήσιο πνεῦμα τοῦ Εὐαγγελίου, συνιστᾶται ὡς τὸ ἰδεῶδες, ὡς ἡ ὑψίστη ἀρετή. Ὁ «Πάπας» εἴδωλο, ὁ «Πάπας» Θεός! Λαοὶ καὶ ἔθνη «αὐτοῦ καὶ μόνον ἀκούετε». Καὶ ὄχι μόνο ἡ ἀξίωση νὰ ὑποταχθεῖ ὅλος ὁ χριστιανικὸς κόσμος σ’ ἕνα καὶ μόνο ἄνθρωπο, πού εἶναι περιβεβλημένος μὲ ἀπολυταρχικὴ ἐξουσία ἐπὶ τῶν ψυχῶν καὶ τῶν σωμάτων, εἶναι ἀξίωση ἀντιχριστιανική, ἀλλὰ καὶ τὰ μέσα, τὰ ὁποῖα μεταχειρίζεται ἀνέκαθεν ὁ Παπισμὸς γιά τήν ἐπικράτησή του στόν κόσμο, εἶναι κι αὐτὰ ἀντιχριστιανικά. Πρόχειρη ἀπόδειξη ἔχουμε ἐμεῖς ἐδῶ στήν Ἑλλάδα τὸν Οὐνιτισμό, πού εἶναι Δούρειος ἵππος καί σατανικὸ μηχάνημα τοῦ Παπισμοῦ μέ σκοπό τήν ἐκπόρθηση τῶν ψυχῶν τῶν Ὀρθοδόξων. Προσφάτως ὁ αἱρεσιάρχης «Πάπας» κ. Φραγκῖσκος «προσέλαβε» ἕναν Ἰσπανό Βενεδικτῖνο καλόγηρο, τόν κ. Μανουέλ Νίν, τόν ἔντυσε μέ Ὀρθόδοξα Ἀρχιερατικά Ἄμφια καί τόν ἐνθρόνισε στήν ὁδό Ἀχαρνῶν, μέσα στά κανονικά ὅρια τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Ἀθηνῶν ὡς Οὐνίτη Ἑλληνόρυθμο Ἐπίσκοπο τῆς ἀνύπαρκτης Ἑλληνικῆς Οὐνιτικῆς κοινότητας[7].
Ὁ Παπισμὸς εἶναι ἀπεριφράστως ἡ ἀνατροπὴ θεμελιωδῶν νόμων τῆς Ἐκκλησίας, τοῦ γνησίου χριστιανισμοῦ. Σύμφωνα μέ τήν Ἁγία Γραφή ρίζα, κεφαλή καί θεμέλιο, πάνω στό ὁποῖο στηρίζεται ὁλόκληρο τὸ χριστιανικὸ οἰκοδόμημα, εἶναι ὁ Θεάνθρωπος Λυτρωτής, ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός. Αὐτὸς εἶναι τὸ «Α» καὶ τό «Ω» τῆς πίστεώς μας, τῆς ἐλπίδας καὶ τῆς ἀγάπης. Αὐτὸς εἶναι ὁ Ἀρχηγός. Ἡ φωνή τοῦ Πατρός, πού ἀκούστηκε ἀπό τόν οὐρανό στόν Ἰορδάνη καὶ στό ὄρος Θαβὼρ, Αὐτὸν ἐγκαθίδρυε στήν Ἐκκλησία ὡς ἀρχηγὸ αἰώνιο. «Οὖτος ἐστιν ὁ Υἱός μου ὁ ἀγαπητὸς, ἐν ὦ ηὐδόκησα˙ αὐτοῦ ἀκούετε»[8]. Ἡ πίστη στόν Χριστὸ, ἡ ἐνεργή πίστη, πού ἐκδηλώνεται μέ τήν ἀπόλυτη ὑπακοή στίς ἐντολές Του καὶ τίς ἐλάχιστες ἀκόμη, εἶναι νόμος θεμελιώδης τῆς Ἐκκλησίας. Χωρίς αὐτή τήν πίστη, δὲν νοεῖται Ἐκκλησία.
Παραλλήλως, ἐπίσημος καί θεμελιώδης νόμος στήν Ἐκκλησία, τὴν ὁποία ἵδρυσε ὁ Θεάνθρωπος Κύριος, εἶναι ὅτι ὅσες φορές μεταξὺ τῶν πιστῶν παρουσιάζονται σοβαρές διαφωνίες σχετικά μέ τήν πίστη, τήν πράξη καὶ τή λατρεία, οἱ διαφωνίες αὐτές νά μή λύνονται ἀπό ἕνα μόνο μέλος τῆς Ἐκκλησίας, ὁποιαδήποτε ἐπίσημη θέση, ἁγιότητα καὶ σοφία κι ἄν κατέχη, ἀλλὰ ἀπὸ τό σύνολο, ἀπὸ τήν Ἐκκλησία, πού συνέρχεται καὶ συσκέπτεται ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι σέ Σύνοδο[9].
Καί τούς δύο αὐτοὺς θεμελιώδεις νόμους, οἱ ὁποῖοι ἀφοροῦν τὴν πίστη καί τήν διοίκηση τῆς Ἐκκλησίας, ἀνέτρεψε ὁ Παπισμός. Στήν Ἐκκλησία ἀρχηγὸς ὁ «Πάπας». Στήν Ἐκκλησία τὸ ἀλάνθαστο ἔχει ὁ «Πάπας». Στήν Ἐκκλησία ὁ «Πάπας» τὸ πᾶν. Ὁ «Πάπας», καταδιωκόμενος ἀπὸ τό δαιμόνιο τῆς ἑωσφορικῆς ὑπερηφανείας, σφετερίσθηκε ὅλες τίς ἐξουσίες, ἔστησε τὸν θρόνο του ὑπεράνω τῶν νεφελῶν, ἄνοιξε τὸ στόμα του καί, ὡς ἄλλος Ναβουχοδονόσορ, εἶπε : «Ἔθνη καὶ λαοὶ μὲ βλέπετε; Πέστε καὶ προσκυνήστε με. Ὑπεράνω λαϊκῶν, μοναχῶν, διακόνων, ἐπισκόπων, μητροπολιτῶν, ἀρχιεπισκόπων, πατριαρχῶν, τοπικῶν καὶ αὐτῶν ἀκόμη τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, «θείω δικαίω» εἶμαι ἐγώ. Ὅταν βρίσκομαι ἐπὶ τῆς καθέδρας μου καὶ μιλῶ, μιλῶ ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ καὶ οἱ ἀποφάσεις μου εἶναι ἀλάνθαστες. Εἶμαι ὁ μοναδικὸς τοποτηρητὴς τοῦ Χριστοῦ ἐπὶ τῆς γῆς. Οἱ πιστοὶ σ’ ἐμὲνα στρατιῶτες κηρύττουν σ’ὅλο τὸν κόσμο τὸ σύνθημα : «Ὅπως ὑπάρχει ἕνας Θεός, ἕνας ἥλιος τὴν ἡμέρα, μία σελήνη τὴν νύκτα, ἔτσι ὁ Θεὸς ἔδωσε στὴν Ἐκκλησία μόνον ἕναν ἄρχοντα, τὸν Πάπα». Ἀλλά, σ’ἐμὲνα ὄχι μόνο οἱ ἐκκλησιαστικοὶ, ἀλλὰ καὶ οἱ πολιτικοὶ ἄρχοντες ὀφείλουν νὰ ὑπακοῦν σέ ὅλα. Τά δύο μαχαίρια, πού ἀναφέρει τό Εὐαγγέλιο[10], συμβολίζουν τὴν πνευματικὴ καὶ τὴν κοσμικὴ ἐξουσία. Καὶ τά δύο αὐτά μαχαίρια πρέπει νὰ κρατῶ καὶ νὰ διαχειρίζωμαι ἐγώ. Ἀπό’ μένα πηγάζει κάθε ἐξουσία. Ἀλλοίμονο, ὅμως, σ’αὐτόν, πού ἀντιτάσσεται στίς θελήσεις μου»… Οἱ Πάπες, ἐὰν εἶχαν ἕνα καὶ μόνο κόκκο πραγματικῆς εὐσεβείας, θὰ ἔπρεπε νὰ ντρέπονται, ἐπειδή προβάλλουν τέτοιες μωρές καὶ ἀντιχριστιανικές ἀξιώσεις, καὶ τὸ χείριστο, ἐπειδή ἀγωνίζονται γιὰ τὴν ἐπιβολὴ τους στό σύνολο τῆς Χριστιανοσύνης.
Οἱ Ὀρθόδοξοι, ἀκούγοντας καὶ βλέποντας αὐτά, πού ἐνεργοῦνται ἀπὸ τόν Παπισμό, θυμόμαστε τήν Ἀποκάλυψη τοῦ Εὐ. Ἰωάννου : «Καὶ εἶδον ἄλλο θηρίον ἀναβαῖνον ἐκ τῆς γῆς καὶ εἶχε κέρατα δύο ὅμοια ἀρνίω, καὶ ἐλάλει ὡς δράκων»[11]. Ὁ Παπισμὸς φαίνεται ὡς ἀρνίο, ἀλλά εἶναι θηρίο δικέρατο. Καί ὁ νῦν «Πάπας» κ. Φραγκῖσκος προβάλλεται ὡς ὁ «Πάπας» τῶν πτωχῶν καί τῶν ἀδυνάτων καί ὅτι θέλει μιά Ἐκκλησία γιά τούς πτωχούς καί τούς ἀδυνάτους, ἀλλά εἶναι ἀκριβῶς τό ἀντίθετο[12].
Τὴν ἴδια πλάνη τοῦ «Πάπα» περί παγκοσμίου πρωτείου ἐξουσίας καί ἀλαθήτου φαίνεται νὰ διακινδυνεύουν σήμερα καὶ οἱ Οἰκουμενιστές τοῦ Φαναρίου, οἱ ὁποῖοι ἐζήλωσαν ἐξουσία ἐπὶ τῆς γῆς. Οἱ Οἰκουμενιστές σήμερα ἀποδέχονται τήν ἱερότητα τοῦ πρωτείου τοῦ «Πάπα» καί ὅτι ἡ Ἐκκλησία ἔχει ἀνάγκη τό παπικό πρωτεῖο[13]. Ἀναγνωρίζουν τόν αἱρεσιάρχη «Πάπα» ὡς καθολική κεφαλή τῆς Ἐκκλησίας μέ ἀποστολή διακονίας[14]. Προσπαθοῦν νά συνδέσουν καί νά ἐπιτύχουν τήν ἄμικτη μίξη μεταξύ τοῦ παπικοῦ πρωτείου ἐξουσίας καί τῆς ὀρθόδοξης συνοδικότητας. Καί τό χειρότερο εἶναι ὅτι, ἀπαρνούμενοι τήν ἰσότητα τῶν Προσώπων τῆς Ἁγίας Τριάδος, πιστεύουν ὅτι ὁ ἑκάστοτε Οἰκουμενικός Πατριάρχης εἶναι πρῶτος ἄνευ ἴσου, δηλ. Πάπας τῆς Ἀνατολῆς[15].
Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί! Ἐναντίον αὐτῆς τῆς μοναρχικῆς, τῆς ἀπολυταρχικῆς ἐξουσίας, τῆς ἀντιχριστιανικῆς ἀξιώσεως τοῦ «Πάπα» καί τῶν Οἰκουμενιστῶν ἐξανίσταται ἡ Ὀρθόδοξη συνείδηση. Ἐναντίον τῶν ὑπερφιάλων σχεδίων τῆς Ρώμης καί τοῦ Φαναρίου ἀγωνίσθηκαν οἱ ἅγιοι πατέρες μας καί ἀγωνίζονται καί οἱ σημερινοί πατέρες μας, «ἑπόμενοι τοῖς ἁγίοις πατρᾶσι», καὶ διέσωσαν καί διασώζουν ἀκόμη τὴν ἀνεξαρτησία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία εἶναι τὸ πάμφωτο πλοῖο, ἡ ἀληθὴς κιβωτὸς τοῦ εὐσεβοῦς μας Ἔθνους, κατὰ τίς ζοφερότατες αὐτές ἡμέρες τῆς ἱστορίας του. Στήν Ἐκκλησία ὑπάρχει τὸ γνήσιο, τὸ ἀκίβδηλο, τὸ ἀκριβές, τὸ ἀπαραχάρακτο, ἡ ἀνώτερη ἀντίληψη, ἡ ἐναργέστερη σύλληψη καὶ ἐκφορὰ τῶν ἀθανάτων ἰδεῶν τοῦ χριστιανισμοῦ. Ὁ Παπισμὸς ὡς διοίκηση εἶναι καρκίνωμα. Ὡς ἰδέα εἶναι ἕνα ψεῦδος, ἕνας μῦθος, ποὺ ἔπλασε ἡ ἀμάθεια καὶ ἀρχομανία τῶν ἐκκλησιαστικῶν ἀρχόντων τῆς Ρώμης. Καὶ τέτοια ψεύδη καὶ εἴδωλα ἡ Ὀρθόδοξη Ἑλλὰδα δὲν πρέπει νά προσκυνήσει ποτέ. Διότι, ἀκούει τὴν σάλπιγγα τοῦ Ἀπ. Παῦλου : «Ἠγοράσθητε τιμῆς˙ μὴ γίνεσθε δοῦλοι ἀνθρώπων»[16]. Οἱ Παπολάτρες καί Παπόφιλοι τοῦ Φαναρίου καί τῆς Ἑλλάδας, ὅπως ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαῖος καί ὁ Μακ. Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος κ. Ἱερώνυμος Β΄, οἱ ὁποῖοι, μέ τήν συνεργασία τῆς ἀθεϊστικῆς πολιτικῆς ἐξουσίας, παρανόμως, ἀντικανονικῶς καί ἀντισυνοδικῶς ἔφεραν αὐτές τίς ἡμέρες γιά δεύτερη φορά τόν αἱρεσιάρχη «Πάπα» στήν ἁγιοτόκο καί ἠρωοτόκο Ἑλλάδα, καί δή στό ἡγιασμένο νησί τῆς Λέσβου τῆς Παναγίας Ἁγιάσου, τοῦ Ταξιάρχη καί τῶν ἀντιπαπικῶν ἁγίων Ραφαήλ, Νικολάου καί Εἰρήνης, κακῶς ἐκτιμοῦν τὴν κατάσταση καὶ νομίζουν, προφασιζόμενοι τό προσφυγικό πρόβλημα, ὅτι ἐπέστη ἡ στιγμή τῆς ψευδενώσεως μέ τόν «Πάπα» καί τούς ἀλλοθρήσκους.
Βαδίζοντας, λοιπόν, ἀγαπητοί μου, πρός τό ἐκούσιο καί Ἄχραντο Πάθος τοῦ Χριστοῦ, ἡ σημερινή εὐαγγελική περικοπή μᾶς ὑποδεικνύει δύο πρότυπα ζωῆς. Ἀπό τή μιά μεριά τό πρότυπο τῆς δυνάμεως, τῆς ἐξουσίας καί τῆς κυριαρχίας, τό ὁποῖο σαγηνεύει ὅλους τούς ἀνθρώπους. Καί ἀπό τήν ἄλλη πλευρά τό πρότυπο καί ὁ δρόμος τῆς ταπεινώσεως, τῆς θυσίας, τοῦ Σταυροῦ καί τοῦ θανάτου. Μέ ἄλλα λόγια, ὑπάρχει ὁ δρόμος τοῦ κοσμικά πανίσχυρου αἱρεσιάρχη «Πάπα» καί τῶν παναιρετικῶν Οἰκουμενιστῶν˙ ὁ δρόμος τοῦ κοσμικοῦ κράτους τοῦ «Πάπα» καί τῶν Οἰκουμενιστῶν, οἱ ὁποῖοι ἔχουν συνασπισθεῖ μέ τούς ἰσχυρούς τῆς γῆς. Ἀλλά, ὑπάρχει καί ὁ δρόμος τῆς ταπεινῆς καί ἑσταυρωμένης Ὀρθοδοξίας, τήν ὁποία ἀκόμη καί σήμερα σταυρώνουν ὁ «Πάπας», οἱ Οἰκουμενιστές καί οἱ ἰσχυροί καί δυνατοί τῆς γῆς. Πάντως, «οἱ δοκοῦντες ἄρχειν τῶν ἐθνῶν», αὐτοί, πού νομίζουν ὅτι ἄρχουν τῶν ἐθνῶν, δέν θά εἶναι στό τέλος νικητές. Νικητής θά εἶναι ὁ πρᾶος, ταπεινός, γλυκύς καί Ἑσταυρωμένος Ἰησοῦς καί ὅλοι ὅσοι θ’ἀκολουθήσουν τήν ζωή Του, πού εἶναι ζωή ταπεινώσεως, ἀφανείας, ἀποκρύψεως, ἀγάπης, συγγνώμης, ἀλλά καί ὁμολογίας. Μακάρι μαζί μ’αὐτούς νά εἴμαστε κι ἐμεῖς. Ἀμήν!




[1] Μἀρκ. 10, 38.
[2] Ἀποκ. 5, 6, 12 καί 13, 8.
[3] Λουκ. 23, 42.
[4] Μάρκ. 10, 42-45.
[5] ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ, 11η ὁμιλία εἰς τήν πρός Ἐφεσίους Ἐπιστολή, ΕΠΕ 41, ἐκδ. Γρηγόριοςὁ  Παλαμᾶς, Θεσ/κη 1979, σ. 706, στίχοι 6-8.
[6] ΣΕΒ. ΜΗΤΡ. ΠΡΩΗΝ ΦΛΩΡΙΝΗΣ ΚΥΡΟΥ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ ΚΑΝΤΙΩΤΗΣ, «Κονκορδάτον; «Ἀδελφοί, τιμῆς ἠγοράσθητε˙ μή γίνεσθε δοῦλοι ἀνθρώπων» (Ἀπ. Παῦλος Α΄ Κοριν. 7, 23)», ἐν Χριστιανική Σπίθα, ἔτος ΙΒ΄, Κοζάνη, Αὔγουστος 1956, ἀριθμ. φύλλου 186, http://www.augoustinos-kantiotis.gr/?p=41827#more-41827 καί τοῦ ἰδίου, Πνευματικά Σαλπίσματα Ὀρθοδόξου Ζωῆς καί Ὀμολογίας (ἐπιτομή ἄρθρων καί κηρυγμάτων), ἐκδ. Ὀρθόδοξος Κυψέλη, Θεσ/κη 2008, σσ. 47-51.
[7] Ἀκατανόητοι ἐλιγμοί τῆς Ρώμης 2-2-2016, http://www.romfea.gr/epikairotita-xronika/6300-akatanoitoi-eligmoi-tis-romis
[8] Ματθ. 3, 17 καί 17, 5.
[9] Ματθ. 18, 12.
[10] Λουκ. 22, 38.
[11] Ἀποκ. 13, 11.
[12] ΣΕΒ. ΜΗΤΡ. ΔΡΥÏΝΟΥΠΟΛΕΩΣ, ΠΩΓΩΝΙΑΝΗΣ ΚΑΙ ΚΟΝΙΤΣΗΣ κ. ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΑΙ ΠΕΙΡΑΙΩΣ κ. ΣΕΡΑΦΕΙΜ, Ἐπιστολή πρός τόν Πάπα 14-4-2014, http://imp.gr/images/Epikairothta_2014/PAPAS%20EPISTOLH%20ellhnika.pdf
[13]«Βαρύταται κατηγορίαι ἐπί αἱρέσει ἐναντίον τοῦ φιλοπαπικοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Περγάμου», Ὀρθόδοξος Τύπος  (13-4-2012) 1,7 καί Bose Ἰταλίας, Ὀρθόδοξος Τύπος (16-7-1999) καί Ὀρθόδοξος Χριστιανικός Ἀγωνιστικός Σύλλογος «ΑΓΙΟΣ ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΣΤΟΥΔΙΤΗΣ» καί Φιλορθόδοξος Ἕνωσις «ΚΟΣΜΑΣ ΦΛΑΜΙΑΤΟΣ», «Οἱ βασικές κακοδοξίες τοῦ αἱρετικοῦ ἐπισκόπου κ. Ζηζιούλα», Κοσμᾶς Φλαμιάτος 10 (Σεπτέμβριος-Ὀκτώβριος 2011) 15.
[14] ΑΡΧΙΜ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΨΑΝΗΣ, Τό κείμενο τῆς Ραβέννας καί τό πρωτεῖο τοῦ Πάπα, Ἅγιον Ὄρος, 30 Δεκεμβρίου 2007,  Ἐν Συνειδήσει. Οἰκουμενισμός. Ἱστορική καί κριτική προσέγγιση, ἔκδ. Ἱ. Μ. Μ. Μετεώρου, Ἅγια Μετέωρα, Ἰούνιος 2009, σσ. 90-99, http://aktines.blogspot.gr/2013/08/blog-post_663.html.
[15] ΣΕΒ. ΜΗΤΡ. ΠΡΟΥΣΣΗΣ κ. ΕΛΠΙΔΟΦΟΡΟΣ, «Ἡ ἄρνηση ἀναγνωρίσεως πρωτείου τινός στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἑνός πρωτείου τό ὁποῖο δέν μπορεῖ νά ἐνσαρκώσει παρά κάποιος Πρῶτος - τουτέστι κάποιος Ἐπίσκοπος, ὁ ὁποῖος ἔχει τό προνόμιο νά εἶναι ὁ πρῶτος μεταξύ τῶν ἀδελφῶν του Ἐπισκόπων - συνιστᾶ αἵρεση. Εἶναι ἀπαράδεκτο αὐτό πού συνήθως λέγεται ὅτι ἡ ἑνότητα μεταξύ τῶν Ὀρθοδόξων διασφαλίζεται εἴτε ὑπό μιᾶς κοινῆς πίστεως καί λατρείας εἴτε ὑπό τοῦ θεσμοῦ τῆς Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Καί οἱ δύο αὐτοί παράγοντες εἶναι ἀπρόσωποι, ἐνῶ στήν ὀρθόδοξη θεολογία μας ἡ ἀρχή τῆς ἑνότητάς μας εἶναι πάντοτε ἕνα πρόσωπο. Πράγματι, ὅπως στό ἐπίπεδο τῆς Ἁγίας Τριάδος ἡ ἀρχή τῆς ἑνότητας δέν εἶναι ἡ θεία οὐσία, ἀλλά τό πρόσωπο τοῦ Πατρός (ἡ «μοναρχία» τοῦ Πατρός), ἔτσι καί στό ἐκκλησιολογικό ἐπίπεδο, στήν τοπική ἐκκλησία, τό σημεῖο τῆς ἑνότητας δέν εἶναι τό πρεσβυτέριο ἤ ἡ κοινή λατρεία τῶν χριστιανῶν, ἀλλά τό πρόσωπο τοῦ Ἐπισκόπου. Ἑπομένως, ἐπί πανορθοδόξου ἐπιπέδου ἡ ἀρχή τῆς ἑνότητας δέν μπορεῖ νά στηρίζεται ἐπί μιᾶς ἰδέας ἤ ἑνός θεσμοῦ, ἀλλά πρέπει νά εἶναι κάποιο πρόσωπο, ἄν βέβαια θέλουμε νά παραμείνουμε συνεπεῖς στή θεολογία μας», ἐν Ἐπίσκεψις  698 [31-03-2009], Σύναξη Κληρικῶν καί Μοναχών, ««Οὐκ ἐσμέν τῶν Πατέρων σοφώτεροι»˙ ἀναίρεση τῆς ἐπιχειρηματολογίας τοῦ Οἰκουμενισμοῦ μέ ἀφορμή τήν ὁμιλία τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου στή Μεγίστη Λαύρα», Φώτης Κόντογλου, έκδ. Σύναξη Ὀρθοδόξων Ρωμηῶν, Τρίκαλα, Χριστούγεννα 2011, σ. 82 καί Ὀρθόδοξος Τύπος (2-12-2011) 6 καί Θεοδρομία ΙΓ΄ (Ὀκτώβριος-Δεκέμβριος 2011) 635-636. ΣΕΒ. ΜΗΤΡ. ΠΡΟΥΣΗΣ κ. ΕΛΠΙΔΟΦΟΡΟΣ, Primus sine paribus, Ἀπάντησις εἰς τό περὶ πρωτείου κείμενον τοῦ Πατριαρχείου Μόσχας 8-1-2014, http://www.amen.gr/article/rimus-sine-paribus-apantisis-eis-to-per-prwteiou-keimenon-tou-patriarxeiou-mosxas
[16] Α΄ Κορ. 7, 23. 

Η στάμνα

Του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Καστορίας κ.κ. Σεραφείμ
Η θαυμαστή διατροφή του ισραηλιτικού λαού στη φοβερή εκείνη έρημο με το ουρανόσταλτο μάννα, καθώς μας διηγείται το βιβλίο της Εξόδου γίνεται υπόθεση αναφοράς στον Ακάθιστο Ύμνο από τον Άγιο Ιωσήφ τον Υμνογράφο, καθώς η στάμνα η χρυσή, που περιείχε το μάννα και βρισκόταν στην κιβωτό της Διαθήκης, προτυπώνει την Υπεραγία Θεοτόκο.
Γιατί απλούστατα, «η Παναγία, κατά την Ορθόδοξη πίστη, είναι η κορυφή και το τέλος όλης της Παλαιάς Διαθήκης, και σ' αυτήν αναφέρονται όλες οι προεικονίσεις και προτυπώσεις και προφητείες της Παλαιάς Διαθήκης. Είναι η αποκορύφωση και ο καρπός όλης της Παλαιοδιαθηκικής παιδαγωγικής προετοιμασίας της ανθρωπότητας για την υποδοχή του σαρκωθέντος Θείου Σωτήρα. Γι' αυτό την ονομάζει ο ιερός Δαμασκηνός «θυγατέρα του Αδάμ», ενώ τον Δαβίδ τον ονομάζει «προπάτορα και θεοπάτορα», από τη ρίζα του οποίου «κατ'επαγγελίαν» γεννήθηκε η Παναγία»1. Γι’ αυτό και ο ιερός υμνογράφος αναφερόμενος σε αυτό το γεγονός της Παλαιάς Διαθήκης, εξυμνεί την Παναγία ως στάμνα : «Xαίρε στάμνε μάννα φέρουσα, το γλυκαίνον τα των ευσεβών αισθητήρια»2.
Α. Στάμνα η Παναγία και μάλιστα πολύ ανώτερη χρυσίου, καθώς λάμπει στο φως της Καινής Διαθήκης και φωτίζει τα μάτια των πιστών, ώστε να κατανοήσουν πως ο Θεός διάλεξε το οστράκινο αυτό σκεύος για να διακονήσει το σχέδιο της θείας ενανθρωπήσεως. Αυτή έφερε, όπως θα γράψει ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, στην άχραντη γαστέρα της τον Μονογενή Υιό και Λόγο του Θεού. «Γι’ αυτό και όλος ο κόσμος, ο νοητός και ο αισθητός, έγινε δια το τέλος τούτο, για την Κυρία Θεοτόκο· και η Κυρία Θεοτόκος έγινε πάλι δια τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν»3, όπως γράφει ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης. Και ο Άγιος Γρηγόριος Νεοκαισαρείας θα αιτιολογήσει : «Επειδή η Μαρία, ενώ έφερε σάρκα, την άφθαρτη πολιτεία είχε κατακτήσει, και αφού έζησε με αρετές διάφορες, βίωσε τον ανώτερο άνθρωπο· γι' αυτό και ο Λόγος του Θεού Πατρός την αξίωσε να σαρκωθεί εξ' αυτής κατά τη θεία Του ενανθρώπηση... ο ασώματος ήρθε προς αυτήν που είχε σώμα, αφού αυτή μετήλθε την άφθαρτη πολιτεία με αγνεία και έζησε ενάρετη ζωή»4.
Έτσι, η θεοδόχος γαστέρα της θα αντικαταστήσει τη χρυσή στάμνα στην ιστορία της Παλαιάς Διαθήκης, αφού θα φέρει μέσα της την ουράνια τροφή, τον Σωτήρα Χριστό. Αυτό το ουράνιο μάννα δεν θα αποτρέπει το θάνατο από την πείνα, αλλά κυρίως το θάνατο από την αμαρτία. Ο Άρτος της Ζωής, ο οποίος αρτοποιήθηκε στα πανάχραντα σπλάχνα της, γίνεται για τον κάθε άνθρωπο «αθανασίας μάννα». Γι’ αυτό και την υμνολογούμε : «αθανασίας μάννα Χριστόν φέρουσα, στάμνε λογική, πικρίας ψυχοφθόρων παθών εκλύτρωσαί με, Παρθένε Παναγία»5.
Β. Χαίρε στάμνε μάννα φέρουσα
Η χρυσή στάμνα που βρισκόταν στην Κιβωτό της Διαθήκης και διατηρούσε απλώς το ουράνιο μάννα για να θυμίζει στον περιούσιο λαό του Θεού τη διατροφή του στην έρημο, γίνεται στην Καινή Διαθήκη ο τύπος της Εκκλησίας. Δεν κρατά το θησαυρό της κλεισμένο στη Σκηνή του Μαρτυρίου, αλλά τον προσφέρει σε κάθε Ευχαριστιακή Σύναξη ως «φάρμακο αθανασίας, αντίδοτο του μη αποθανείν»6, κατά την έκφραση του Αγίου Ιγνατίου του Θεοφόρου σε όσους θέλουν να είναι ενωμένοι με τον Υιό της, εις άφεσιν αμαρτιών και εις ζωήν αιώνιον. Άλλωστε Εκείνος δήλωσε κατηγορηματικά στους μαθητές Του : «εγώ ειμί ο άρτος ο ζων ο εκ του ουρανού καταβάς· εάν τις φάγη εκ του άρτου τούτου, ζήσεται εις τον αιώνα»7. Γι’ αυτό και κάθε φορά που κοινωνούμε των Αχράντων Μυστηρίων, ευχαριστούμε αυτήν την πνευματική στάμνα για την ουράνιο τροφή που μας χάρισε : «Ευχαριστώ σοι, ότι ηξίωσάς με τον ανάξιον κοινωνόν γενέσθαι του Αχράντου Σώματος και του Τιμίου Αίματος του Υιού σου»8.
Την παρακαλούμε ακόμη να ικετεύσει τον Υιό και Θεό της να μην μας αποδείξει «κενούς της Χάριτός του αλλά να μας αξιώσει της παναγίας Σαρκός Του και του τιμίου και ζωοποιού Αίματός Του και να μας κάνει υιούς φωτός πορευομένους κατά τας αγίας αυτού εντολές»9.
Σ’ αυτήν την στάμνα, «την φέρουσα το μάννα το γλυκαίνον τα των ευσεβών αισθητήρια», απευθυνόμαστε κι εμείς απόψε με αυτήν την Ακολουθία του Ακαθίστου Ύμνου. Το βλέμμα της και η μορφή της χαρίζουν στον καθένα μας ουράνιο μύρο και βάλσαμο παρηγορίας και ελπίδος. Κι όπως μία μάνα ξέρει να δίνει κάτι ξεχωριστό στα παιδιά της, έτσι και η δική μας μάνα, η Παναγία, γλυκαίνει τις πληγές στον πονεμένο, ενδυναμώνει την πίστη του και του χαρίζει ανάπαυση και παρηγορία. Σταλάζει παρηγοριά και ελπίδα σ’ αυτόν που είναι απελπισμένος από τα κύματα της ζωής και τις μέριμνες του βίου, δείχνοντας με το χέρι της το πρόσωπο του Υιού της, που μόνο δι’ Αυτού μπορεί να φτάσει κανείς με ασφάλεια στη Βασιλεία των Ουρανών.
Σ’ αυτήν ας καταθέτουμε, όχι μόνο απόψε αλλά πάντοτε, την ελπίδα μας και την προσδοκία μας, επαναλαμβάνοντας την προσευχή του Ηλία Μηνιάτη : «Εσέ παρακαλούμεν και ημείς οι ανάξιοι δούλοι σου, πίπτοντες εις τους αχράντους σου πόδας, να μας γενής καταφυγή και αντίληψις. Προς σε τον αχείμαστο λιμένα του ελέους, ερχόμαστε από την πικράν θάλασσαν των κοσμικών ηδονών, δια να εύρωμεν ανάπαυσιν των ψυχών μας… Κι αν τα πολλά μας αμαρτήματα μας εμποδίζουσι την παρρησίαν προς τον Δεσπότην μας Χριστόν, παρακάλεσέ τον να μας λυτρώση και να μας αξιώση της ουρανίου του Βασιλείας»10.

1 Αρχιμ. Καλλιστράτου Ν. Λυράκη, «Η Παρθενομήτωρ», εκδ. Ενάτη, Αθήνα 2003, σελ. 51
2 Δ' Ωδή Κανόνος του Ακαθίστου Ύμνου
3 Μοναχού Θεοκλήτου Διονυσιάτου, «Μαρία, η Μητέρα του Θεού», Θεσσαλονίκη 1998, σελ. 51
4 Αρχιμ. Καλλιστράτου Ν. Λυράκη, «Η Παρθενομήτωρ», εκδ. Ενάτη, Αθήνα 2003, σελ. 50-51
5 «Παρακλητική», Όρθρος Τρίτης, ήχος γ’
6 Αγ. Ιγνατίου του Θεοφόρου, «Επιστολή προς Εφεσίους», ΧΧ, 2, ΕΠΕ 4,90 (Αποστολικοί Πατέρες)
7 Ιω. 6,51
8 Ευχή ευχαριστίας μετά τη Θεία Μετάληψη
9 «Ψαλτήριον προσευχητικόν», έκδ. Ιερόν Κουτλουμουσιανόν ΚελλίονΑγίου Ιωάννου του Θεολόγου, Άγιον Όρος 2015, σελ. 110
10 Γεωργία Π. Κουνάβη, «Παναγία και Εκκλησία», Αθήνα 1986, σελ. 179

"Αγιώτατε" Πάπα Ρώμης κ. Φραγκίσκο, Λυπούμεθα πολύ, αλλά δεν μπορούμε να Σας δώσουμε την καρδιά μας! Δεν μπορούμε να Σας δώσουμε ένα κομμάτι της καρδιάς μας, διότι είσθε Υπηρέτης της πλάνης!

"<<Αγιώτατε >>Πάπα Ρώμης κ. Φραγκίσκο,

Λυπούμεθα πολύ, 


αλλά δεν μπορούμε να Σας δώσουμε την καρδιά μας!

Δεν μπορούμε να Σας δώσουμε ένα κομμάτι της καρδιάς μας,

                                                  διότι είσθε Υπηρέτης της πλάνης!"


Αγαπητέ Πάπα, δεν μπορούμε να σας δώσουμε την καρδιά μας διότι είστε Υπηρέτης της Πλάνης!

Ο Πάπας Ρώμης κ. Φραγκίσκος επισκέπτεται την νήσο Λέσβο. Τα πράγματα θα δείξουν πόσο χρήσιμη θα είναι η επίσκεψις αυτή. Οπωσδήποτε η επίσκεψις του Πάπα είναι μια ευκαιρία, ώστε να λάμψη το μεγαλείο Του, το κοσμικό μεγαλείο Του. Διότι ο Πάπας δεν είναι μόνον θρησκευτικός Ηγέτης, δηλαδή Πατριάρχης των Ρωμαιοκαθολικών, αλλά και αρχηγός Κράτους, Αρχηγός του Κράτους του Βατικανού.

Εν τούτοις αν ατενίσουμε τον Μεγάλο Επισκέπτη μας ως θρησκευτικό Ηγέτη, δυστυχώς δεν μπορούμε να νοιώθουμε υπερήφανοι γι’ Αυτόν. Για πολλούς και σοβαρούς λόγους!

Αλλά και για ένα ακόμη πρόσθετο λόγο:

Ο Πάπας της Ρώμης δεν ευρίσκεται εις πλάνην μόνον ως προς το Δόγμα, δηλαδή την Ευαγγελική αλήθεια, αλλά και εξ απόψεως χριστιανικής Ηθικής!

Ιδού η απόδειξις:

Προ ολίγων μόλις ημερών, εξέδωσε ΜΗΝΥΜΑ υπέρ των ομοφυλοφίλων. «Ιστορική στροφή έκανε χθες ο Πάπας Φραγκίσκος, ανοίγοντας και επισήμως τις πόρτες της Εκκλησίας στους ομοφυλοφίλους. Κάλεσε την Καθολική Εκκλησία να γίνει πιο ανεκτική στην πράξη, χωρίς να αλλάξει κάποιο από τα επίσημα δόγματα. Ο Πάπας προέτρεψε τους ιερείς σε όλο τον κόσμο να αποδέχονται τους ομοφυλοφίλους, τους διαζευγμένους πιστούς και όσους ζουν σε «παράτυπες» καταστάσεις» (βλ. ΕΣΤΙΑ, 9.04.2016).

Ωραία, κατ’ αρχήν είναι τα λόγια αυτά και αποδεκτά από κάθε σωστό χριστιανό! Υπάρχει όμως ένα κενό, ένα μεγάλο κενό! Ώφειλε ο Πάπας πρώτα να καταδικάσει το πάθος της ανωμάλου σαρκικής επαφής, της ομοφυλοφιλίας, και έπειτα να συστήσει την συμπάθεια προς τους κυριευμένους από το πάθος αυτό!

Και τούτο, διότι η Εκκλησία καταδικάζει την αμαρτία, δέχεται όμως τον αμαρτωλόν, όταν αυτός προσέρχεται εν μετανοίᾳ στους κόλπους Της και ζητεί το έλεος του Θεού.

Υπερασπιστή μας επικαλούμεθα τον Άγιον Ιωάννη τον Χρυσόστομο, ο οποίος κάποτε είπε τα λόγια ταύτα: «… Οὐ τόν ἄνθρωπον ἀποστρέφομαι, ἀλλά τήν πλάνην μισῶ καί ἐπισπάσασθαι ν’ ἀποσπάσω τόν ἄνθρωπον (ἀπ’ αὐτήν) βούλομαι».

Αγιώτατε Πάπα Ρώμης κ. Φραγκίσκο,

Λυπούμεθα πολύ, αλλά δεν μπορούμε να Σας δώσουμε την καρδιά μας!

Δεν μπορούμε να Σας δώσουμε ένα κομμάτι της καρδιάς μας, διότι είσθε Υπηρέτης της πλάνης!

+ Ο ΚΑΛΑΒΡΥΤΩΝ & ΑΙΓΙΑΛΕΙΑΣ ΑΜΒΡΟΣΙΟΣ 

Ὁμιλία εἰς τὴν Ε΄Κυριακὴν τῶν νηστειῶν Ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς





Εἰς τό Ὄνομα τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Ἰδού ἡ πέμπτη Κυριακή τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, ἡ Κυριακή [πού σφραγίζει τήν ἑβδομάδα] τῶν μεγάλων ἀγρυπνιῶν καί τῶν μεγάλων ἀσκήσεων, τήν ἑβδομάδα τῶν μεγάλων θρήνων καί ἀναστεναγμῶν, ἡ Κυριακή τῆς πιό μεγάλης μεταξύ τῶν ἁγίων γυναικῶν Ἁγίας, τῆς ὁσίας μητρός ἡμῶν Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας...

Σαράντα ἑπτά χρόνια ἔκανε στήν ἔρημο, καί ὁ Κύριος τῆς ἔδωσε ἐκεῖνο πού σπάνια δίνει σέ κάποιον ἀπό τούς Ἁγίους. Χρόνια ὁλόκληρα δέν γεύθηκε ψωμί καί νερό. Στήν ἐρώτησι τοῦ ἀββᾶ Ζωσιμᾶ ἐκείνη ἀπάντησε: «Οὐκ ἐπ’ ἄρτῳ μόνῳ ζήσεται ἄνθρωπος» (Ματθ. δ΄ 4). Ὁ Κύριος τήν ἔτρεφε μέ ἕναν ἰδιαίτερο τρόπο καί τήν ὡδηγοῦσε στήν ἐρημητική ζωή, στούς ἐρημητικούς της ἀγῶνες.

Καί ποιό ἦταν τό ἀποτέλεσμα; Ἡ Ἁγία μετέτρεψε τήν κόλασί της σέ παράδεισο! Νίκησε τόν διάβολο καί ἀνέβηκε ψηλά στόν Θεό! Πῶς, μέ τί; Μέ τήν νηστεία καί τήν προσευχή, μέ νηστεία καί προσευχή! Διότι ἡ νηστεία, ἡ νηστεία μαζί μέ τήν προσευχή, εἶναι δύναμις πού νικᾶ τά πάντα. Ἕνας θαυμάσιος ὕμνος τῆς Μεγ. Τεσσαρακοστῆς λέγει: «ἀκολουθήσωμεν τῷ διά νηστείας ἡμῖν, τήν κατά τοῦ διαβόλου νίκην ὑποδείξαντι, Σωτῆρι τῶν ψυχῶν ἡμῶν». Μέ τήν νηστεία μᾶς ἔδειξε τήν νίκη κατά τοῦ διαβόλου... Δέν ὑπάρχει ἄλλο ὅπλο, δέν ὑπάρχει ἄλλο μέσον.

Νηστεία! Ἰδού τό μέσον γιά νά νικήσῃς τόν διάβολο, τόν κάθε διάβολο. Παράδειγμα νίκης, ἡ ἁγία Μαρία ἡ Αἰγυπτία. Τί θεία δύναμις ἡ νηστεία! Νηστεία δέν εἶναι τίποτε ἄλλο παρά νά σταυρώνῃς τό σῶμα, νά σταυρώνῃς τό σῶμα, νά σταυρώνῃς ὁ ἴδιος τόν ἑαυτό σου.

Ἐφ’ ὅσον ὑπάρχει σταυρός, ἡ νίκη εἶναι σίγουρη. Τό σῶμα τῆς πρώην πόρνης τῆς Ἀλεξανδρείας, τῆς Μαρίας, μέ τήν ἁμαρτία παραδόθηκε στήν δουλεία τοῦ διαβόλου. Ἀλλά ὅταν ἀγκάλιασε τόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ, ὅταν πῆρε αὐτό τό ὅπλο στά χέρια της, νίκησε τόν διάβολο. Νηστεία εἶναι ἡ ἀνάστασις τῆς ψυχῆς ἐκ νεκρῶν. Ἡ νηστεία καί ἡ προσευχή ἀνοίγουν τά μάτια τοῦ ἀνθρώπου, ὥστε νά ἀντικρύσῃ καί νά καταλάβῃ πραγματικά τόν ἑαυτό του, νά ἰδῇ τόν ἑαυτό του. Βλέπει τότε ὅτι κάθε ἁμαρτία στήν ψυχή του εἶναι ὁ τάφος του, ὁ τάφος, ὁ θάνατός του. Καταλαβαίνει ὅτι ἡ ἁμαρτία μέσα στήν ψυχή του δέν κάνει τίποτε ἄλλο ἀπό τό νά μετατρέπῃ σέ πτώματα ὅλα ὅσα ἀνήκουν στήν ψυχή: τούς λογισμούς της, τά συναισθήματά της καί τίς διαθέσεις της· σειρά ἀπό τάφους. Καί τότε..., τότε ξεχύνεται θρηνητική κραυγή ἀπό τήν ψυχή: «Πρίν εἰς τέλος ἀπόλωμαι, σῶσον με». Αὐτή εἶναι ἡ κραυγή μας κατά τήν ἁγία αὐτή ἑβδομάδα: Κύριε, προτοῦ χαθῶ τελείως, σῶσε με. Ἔτσι προσευχηθή¬καμε αὐτή τήν ἑβδομάδα στόν Κύριο, τέτοιες προσευχητικές ἀναβοήσεις μᾶς παρέδωσε στόν Μεγάλο Κανόνα του ὁ μεγάλος ἅγιος πατήρ ἡμῶν Ἀνδρέας Κρήτης.

«Κύριε, πρίν εἰς τέλος ἀπόλωμαι, σῶσόν με». Αὐτή ἡ κραυγή μᾶς ἀφορᾶ ὅλους, ὅλους ὅσους ἔχουμε ἁμαρτίες. Ποιός δέν ἔχει ἁμαρτίες; Εἶναι ἀδύνατον νά κυττάξῃς τόν ἑαυτό σου νά μή εὕρῃς κάπου, σέ κάποια γωνία τῆς ψυχῆς σου, νά μή ἐντοπίσῃς σέ κάποια ἄκρη της μία ξεχασμένη ἴσως ἁμαρτία. Καί... κάθε ἁμαρτία, γιά τήν ὁποία δέν ἔχεις μετανοήσει, εἶναι ὁ τάφος σου, εἶναι ὁ θάνατός σου. Καί ἐσύ, γιά νά μπορέσῃς νά σωθῇς καί νά ἀναστήσῃς τόν ἑαυτό σου ἀπό τόν τάφο σου, κρᾶζε μέ τίς προσευχητικές θρηνητικές κραυγές τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς: «Κύριε, πρίν εἰς τέλος ἀπόλωμαι, σῶσόν με».

Ἄς μή ξεγελᾶμε τόν ἑαυτό μας, ἀδελφοί, ἄς μή ἀπατώμεθα. Καί μία μόνο ἁμαρτία ἄν ἔμεινε στήν ψυχή σου, καί σύ δέν μετανοεῖς καί δέν τήν ἐξομολογεῖσαι ἀλλά τήν ἀνέχεσαι μέσα σου, αὐτή ἡ ἁμαρτία θά σέ ὁδηγήσῃ στό βασίλειο τῆς κολάσεως. Γιά τήν ἁμαρτία δέν ὑπάρχει τόπος στόν παράδεισο τοῦ Θεοῦ. Γιά τήν ἁμαρτία δέν ὑπάρχει τόπος στήν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. Γιά νά ἀξιωθῇς τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν, φρόντισε νά ἀποδιώξῃς ἀπό μέσα σου κάθε ἁμαρτία, νά ξεριζώσῃς ἀπό μέσα σου διά τῆς μετανοίας κάθε ἁμαρτία. Διότι, τίποτε δέν γλυτώνει ἀπό τήν μετάνοια τοῦ ἀνθρώπου. Τέτοια δύναμι ἔδωσε ὁ Κύριος στήν Ἁγία Μετάνοια.

Κοίταξε! Ἀφοῦ ἡ μετάνοια μπόρεσε νά σώσῃ μία τόσο μεγάλη ἄσωτη γυναῖκα, ὅπως ἦταν κάποτε ἡ Μαρία ἡ Αἰγυπτία, πῶς νά μή σώσῃ καί ἄλλους ἁμαρτωλούς, τόν κάθε ἁμαρτωλό, καί τόν πιό μεγάλο ἁμαρτωλό καί ἐγκληματία; Ναί, ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Τεσσαρακοστή εἶναι τό πεδίο τῆς μάχης, ἐπί τοῦ ὁποίου ἐμεῖς οἱ Χριστιανοί μέ τήν νηστεία καί τήν προσευχή νικᾶμε τόν διάβολο, νικᾶμε ὅλες τίς ἁμαρτίες, νικᾶμε ὅλα τά πάθη καί ἐξασφαλίζουμε στόν ἑαυτό μας τήν ἀθανασία καί τήν αἰώνιο ζωή. Στήν ζωή τῶν ἁγίων καί ἀληθινῶν Χριστιανῶν ὑπάρχουν ἀναρίθμητα παραδείγματα πού δείχνουν ὅτι ὄντως μόνο μέ τήν προσευχή καί τήν νηστεία ἐμεῖς οἱ Χριστιανοί νικᾶμε τούς δαίμονες, ὅλους ἐκείνους πού μᾶς βασανίζουν καί θέλουν νά μᾶς παρασύρουν στό βασίλειο τοῦ κακοῦ, στήν κόλασι. Αὐτή ἡ Ἁγία Νηστεία...! εἶναι νηστεία τῶν ἁγίων ἀρετῶν μας. Κάθε ἁγία ἀρετή ἀνασταίνει τήν ψυχή μου καί τήν ψυχή σου ἐκ τῶν νεκρῶν.

Προσευχή! Τί εἶναι ἡ προσευχή; Εἶναι ἡ μεγάλη ἀρετή πού σέ ἀνασταίνει καί μέ ἀνασταίνει. Σηκώθηκες μήπως γιά προσευχή, ἔκραξες πρός τόν Κύριο νά καθαρίσῃ τήν ψυχή σου ἀπό τίς ἁμαρτίες, ἀπό τό κάθε κακό, ἀπό κάθε πάθος; Τότε οἱ τάφοι σου καί οἱ τάφοι μου ἀνοίγουν καί οἱ νεκροί ἀνασταίνονται. Ὅ,τι εἶναι ἁμαρτωλό φεύγει, ὅ,τι σύρει πρός τό κακό ἐξαφανίζεται. Ἡ ἁγία προσευχή ἀνασταίνει τόν καθένα ἀπό μᾶς, ὅταν εἶναι εἰλικρινής, ὅταν φέρνει ὅλη τήν ψυχή στόν οὐρανό, ὅταν ἐσύ μέ φόβο καί τρόμο λέγῃς στόν Κύριο: Δές, δές τούς τάφους μου, ἀναρίθμητοι εἶναι οἱ τάφοι μου, Κύριε! Μέσα σέ κάθε ἕναν ἀπό αὐτούς τούς τάφους, νά’την ἡ ψυχή μου, νά’την νεκρή, μακρυά ἀπό Σένα, Κύριε! Εἰπέ λόγον καί ἀνάστησον πάντας τούς νεκρούς μου! Διότι, Σύ, Σύ, Κύριε, μᾶς ἔδωσες πολλές θεῖες δυνάμεις νά μᾶς ἀνασταίνουν διά τῆς ἁγίας Ἀναστάσεως, νά μᾶς ἀνασταίνουν ἀπό τόν τάφο τῆς ραθυμίας.

Ναί, μέ τήν ἁμαρτία, μέ τά πάθη μας, πεθαίνουμε ψυχικά. Ἡ ψυχή ἀποθνήσκει, ὅταν χωρίζεται ἀπό τόν Θεό. Ἡ ἁμαρτία εἶναι δύναμις πού χωρίζει τήν ψυχή ἀπό τόν Θεό. Καί ἐμεῖς, ὅταν ἀγαπᾶμε τήν ἁμαρτία, ὅταν ἀγαπᾶμε τίς ἁμαρτωλές ἡδονές, στήν πραγματικότητα ἀγαπᾶμε τόν θάνατό μας, ἀγαπᾶμε τούς τάφους, τούς δυσώδεις τάφους, μέσα στούς ὁποίους ἡ ψυχή μας ἀποσυντίθεται.

Ἀντίθετα, ὅταν ἀνανήψουμε, ὅταν μέ τόν κεραυνό τῆς μετανοίας χτυπήσουμε τήν καρδιά μας, τότε..., τότε οἱ νεκροί μας ἀνασταίνονται. Τότε ἡ ψυχή μας νικᾶ ὅλους τούς φονεῖς της, νικᾶ τόν κατεξοχήν δημιουργό ὅλων τῶν ἁμαρτιῶν, τόν διάβολο, νικᾶ μέ τήν δύναμι τοῦ Ἀναστάντος Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ.

Γι’ αὐτό, γιά μᾶς τούς Χριστιανούς δέν ὑπάρχει ἁμαρτία πιό ἰσχυρή ἀπό μᾶς. Νά εἶσαι βέβαιος ὅτι πάντοτε εἶσαι δυνατώτερος ἀπό κάθε ἁμαρτία πού σέ βασανίζει, πάντοτε εἶσαι δυνατώτερος ἀπό κάθε πάθος πού σέ βασανίζει. Πῶς; –ἐρωτᾶς. Μέ τήν μετάνοια! Καί τί εἶναι εὐκολώτερο ἀπό αὐτήν; Πάντοτε μπορεῖς μέσα σου, μέσα στήν ψυχή σου, νά κραυγάζῃς: «Κύριε, πρίν εἰς τέλος ἀπόλωμαι, σῶσόν με». Ἡ βοήθεια τοῦ Θεοῦ δέν θά σέ παραβλέψῃ. Θά ἀναστήσῃς τόν ἑαυτό σου ἀπό τούς νεκρούς καί θά ζῇς σ’ αὐτόν τόν κόσμο σάν κάποιος πού ἦρθε ἀπό ἐκεῖνον τόν κόσμο, πού ἀναστήθηκε καί ζῆ μία νέα ζωή, τήν ζωή τοῦ Ἀναστάντος Κυρίου, πού ὑπάρχουν μέσα του ὅλες οἱ θεῖες δυνάμεις, ἔτσι ὥστε καμμία ἁμαρτία πλέον δέν μπορεῖ νά σέ φονεύσῃ. Ἴσως νά ξαναπέφτῃς, ἀλλά πλέον γνωρίζεις, γνωρίζεις τό ὅπλο, γνωρίζεις τήν δύναμι μέ τήν ὁποία ἀνασταίνεσαι ἐκ τῶν νεκρῶν. Ἄν πενήντα φορές τήν ἡμέρα ἁμαρτή¬σῃς, ἄν πενήντα φορές ντροπιασθῇς, ἄν πενήντα τάφους σκάψῃς σήμερα, μόνο φώναξε: «Κύριε, δός μου μετάνοια. Πρίν εἰς τέλος ἀπόλωμαι, σῶσόν με».

Ὁ Ἀγαθός Κύριος, ὁ ὁποῖος γνωρίζει τήν ἀσθένεια καί ἀδυναμία τῆς ἀνθρωπίνης ψυχῆς καί τῆς ἀνθρωπίνης θελήσεως, εἶπε: Ἔλα, ἀδελφέ. Ἀκόμη κι ἄν ἑβδομηκοντάκις τήν ἡμέρα ἁμαρτήσῃς, πάλι ἔλα καί πές: ἥμαρτον (Ματθ. ιη΄, 21-22). Αὐτό ἐντέλλεται ὁ Κύριος σέ ἐμᾶς τούς ἀνθρώπους, τούς ἀσθενεῖς καί ἀδυνάτους. Συγχωρεῖ τούς ἁμαρτωλούς. Γι’ αὐτό καί δήλωσε ὅτι χαρά μεγάλη γίνεται ἐν τῷ οὐρανῷ ἐπί ἐνί ἁμαρτωλῷ μετανοοῦντι ἐπί τῆς γῆς (πρβλ. Λουκ. ιε΄ 7). Ὅλος ὁ οὐράνιος κόσμος ἀτενίζει σέ σένα, ἀδελφέ καί ἀδελφή, πῶς ζῆς στήν γῆ. Πέφτεις στήν ἁμαρτία καί δέν μετανοεῖς; Νά, οἱ Ἄγγελοι κλαῖνε καί θλίβονται στόν Οὐρανό ἐξ αἰτίας σου. Μόλις ἀρχίσῃς νά μετανοῇς, νά, οἱ Ἄγγελοι στόν Οὐρανό χαίρονται, καί σάν οὐράνιοι ἀδελφοί σου χορεύουν...

Νά ἡ σημερινή μεγάλη ἁγία, ἡ Μαρία ἡ Αἰγυπτία. Πόσο ἁμαρτωλή! Ἀπό αὐτήν ὁ Κύριος ἔκανε μία ἁγία ὕπαρξι σάν τά Χερουβίμ. Μέ τήν μετάνοια ἔγινε ἰσάγγελη, μέ τήν μετάνοια κατέστρεψε τήν κόλασι, στήν ὁποία βρισκόταν, καί ἀνέβηκε ὁλόκληρη στόν παράδεισο τοῦ Χριστοῦ. Δέν ὑπάρχει Χριστιανός ἀδύνατος σ’ αὐτόν τόν κόσμο, ἔστω κι ἄν τοῦ ἐπιτίθενται οἱ φρικωδέστερες ἁμαρτίες καί πειρασμοί αὐτοῦ τοῦ κόσμου. Ἀρκεῖ μόνο ὁ Χριστιανός νά μή ξεχάσῃ τά μεγάλα του ὅπλα: τήν μετάνοια, τήν προσευχή, τήν νηστεία· νά ἐπιδοθῇ σέ κάποια εὐαγγελική ἄσκησι, σέ κάποια ἀρετή: εἴτε στήν προσευχή, εἴτε στήν νηστεία, εἴτε στήν εὐαγγελική ἀγάπη, εἴτε στήν εὐσπλαχνία. Ἄς θυμηθοῦμε τούς μεγάλους Ἁγίους τοῦ Θεοῦ, ἄς θυμηθοῦμε τήν ἑορταζομένη σήμερα μεγάλη Ἁγία, τήν ὁσία Μητέρα μας Μαρία τήν Αἰγυπτία, καί ἄς εἴμαστε βέβαιοι ὅτι ὁ Κύριος θά εἶναι εὔκαιρος βοηθός μας. Ἡ ἁγία Μαρία ἐβίωσε τόσο θαυμαστή βοήθεια ἀπό τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο καί σώθηκε ἀπό τήν φοβερή της κόλασι, ἀπό τούς φοβερούς της δαίμονες. Ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος καί σήμερα καί πάντοτε μᾶς βοηθεῖ σέ ὅλες τίς εὐαγγελικές μας ἀρετές: στήν προσευχή, καί στήν νηστεία, καί στήν ἀγρυπνία, καί στήν ἀγάπη, καί στούς οἰκτιρμούς, καί στήν ὑπομονή, καί σέ κάθε ἄλλη ἀρετή. Εὔχομαι νά μᾶς βοηθῇ πάντα καί νά μᾶς καθοδηγῇ...

Γι’ αὐτό, ποτέ νά μήν ἀποκάμῃς στόν ἀγῶνα καί στόν πόλεμο μέ τίς ἁμαρτίες σου... Σέ ὅλες τίς δυσκολίες σου καί στίς πιό μεγάλες πτώσεις σου νά θυμᾶσαι τήν κραυγή αὐτῆς τῆς ἁγίας ἑβδομάδος, πού ἔχει τήν δύναμι νά σέ ἀναστήσῃ: «Κύριε, πρίν εἰς τέλος ἀπόλωμαι, σῶσόν με».

1965

Η αληθινή και η έμπρακτος μετάνοια (Μητροπολίτου Κυθήρων Σεραφείμ)




ΚΥΡΙΑΚΗ  Ε΄ ΝΗΣΤΕΙΩΝ 
ΔΙΔΑΓΜΑΤΑ ΕΚ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ
Η ΑΛΗΘΙΝΗ ΚΑΙ Η ΕΜΠΡΑΚΤΟΣ ΜΕΤΑΝΟΙΑ
Φθάσαμε με τη Χάρι του Κυρίου μας Ιησού Χριστού στην τελευταία Κυριακή της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, την Ε´ Κυριακή των Νηστειών, κατά την οποία η Αγία μας Εκκλησία τιμά την περιώνυμη και μεγάλη οσιακή μορφή της Αγίας Μαρίας της Αιγυπτίας (†522) και την ιερή μνήμη των Αγίων Σάββα του εν Καλύμνω και Μακαρίου Νοταρά, Επισκόπου Κορίνθου.
Η Οσία Μαρία η Αιγυπτία, η οποία, ως γνωστόν, πλην της σημερινής Κυριακής, τιμάται και κατά την ιερή μνήμη της (1ης Απριλίου) και κατά την Πέμπτη του Μεγάλου Κανόνος, της περασμένης Ε´ Εβδομάδος των Νηστειών, όταν ήταν δωδεκάχρονη κόρη ξέφυγε από την επιτήρησι των γονέων της και αφού έφθασε στην Αλεξάνδρεια, έζησε άσωτη ζωή για 17 χρόνια, σύμφωνα με το ιερό Συναξάριο της παρούσης Κυριακής.
Έπειτα, παρακινούμενη από την περιέργειά της εταξίδευσε μαζί με πολλούς άλλους προσκυνητάς εις Ιεροσόλυμα, για την μεγάλη εορτή της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού. Κατά το ταξίδι της αυτό περιέπεσε σε κάθε είδος σαρκικών παραπτωμάτων, και πολλούς παρέσυρε στον βυθό της απώλειας και της διαφθοράς.
Όταν θέλησε να εισέλθη στην Εκκλησία, κατά την ημέρα της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού, αισθάνθηκε τρεις και τέσσερες φορές κάποια αόρατη δύναμι, που την αποθούσε, ενώ το πλήθος του λαού που ήταν μαζί της ανεμπόδιστα έμπαινε. Αφού πληγώθηκε στην καρδιά απ᾽αυτό το γεγονός, αποφάσισε ν᾽αλλάξη ζωή, και να εξιλεώση τον Θεό με τη μετάνοια. Και έτσι, αφού ξαναγύρισε στην Εκκλησία, εισήλθε με ευκολία σ᾽αυτή. Αφού δε προσκύνησε το Τίμιο Ξύλο, ανεχώρησε την ίδια ημέρα από τα Ιεροσόλυμα, διαπέρασε τον Ιορδάνη, προχώρησε στα ενδότερα της ερήμου, και έζησε μέσα σ᾽αυτή 47 έτη, ζωή σκληρότατη και υπεράνθρωπη, προσευχόμενη μόνη στον μόνο αληθινό Θεό μας και Κύριο.

Περί τα τέλη της ζωής της, αφού συνάντησε κάποιο ερημίτη Ιερομόναχο Ζωσιμά, και, αφού διηγήθηκε τη ζωή της από την αρχή και (εξομολογήθηκε με συντριπτική μετάνοια όλες της τις αμαρτίες) τον παρεκάλεσε να της μεταφέρη τα Άχραντα Μυστήρια για να κοινωνήση, πράγμα το οποίο επραγματοποίησε εκείνος το ερχόμενο έτος, κατά την Μεγάλη Πέμπτη. Το επόμενο έτος, αφού επανήλθε πάλι ο ιερεύς Ζωσιμάς την βρήκε νεκρή, ξαπλωμένη επάνω στη γη και γράμματα κοντά της, που έλεγαν τα εξής: «Αββά Ζωσιμά, θάψε εδώ το σώμα της αθλίας Μαρίας. Απέθανα την ίδια ημέρα, που εκοινώνησα των Αχράντων Μυστηρίων. Να εύχεσαι για μένα».
Η σημερινή μνήμη της Οσίας Μαρίας, ενώ πλησιάζει το τέλος της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής, ορίσθηκε για την διέγερσι των ραθύμων και αμαρτωλών για μετάνοια, αφού θα έχουν ως υπόδειγμα την εορταζομένη Αγία.
«Δεν περιμένει ο Θεός να περάσει χρόνος απ᾽τη στιγμή που μετάνιωσες, λέγει ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος. Ομολόγησες την αμαρτία σου; Συγχωρήθηκες. Μετάνοιωσες; Ελεήθηκες. Δεν απαιτείται χρόνος. Ο τρόπος που μετανιώνει κανείς σβήνει την αμαρτία. Υπάρχει περίπτωση να περιμένει κάποιος πολύ χρόνο και να μη κερδίσει την σωτηρία, κι αντίθετα κάποιος άλλος, αφού εξομολογηθεί ειλικρινά, να αποβάλει την αμαρτία σε λίγο χρόνο.
Ο μακάριος Σαμουήλ ανάλωσε πολύ χρόνο να παρακαλεί το Θεό για τον Σαούλ και πολλές νύχτες ξαγρύπνησε στην προσευχή για την σωτηρία αυτού του αμαρτωλού ανθρώπου. Ο Θεός όμως αγνοούσε το χρόνο που περνούσε, γιατί δεν βοηθούσε την ικεσία του προφήτη η μετάνοια του αμαρτωλού, και τελικά είπε στον προφήτη του: «Μέχρι πότε εσύ θα πενθείς για τον Σαούλ, τον οποίο εγώ έχω διώξει μακριά μου;». Το «μέχρι πότε» φανερώνει το μακρό διάστημα και την επιμονή της ικεσίας του Σαμουήλ. Ο Θεός όμως δεν έλαβε υπόψη Του την πολυχρόνια ικεσία του προφήτη. Και τούτο, γιατί δεν συνέτρεχε με τη δέηση του προφήτη και η μετάνοια του βασιλιά.
Αντίθετα, στην περίπτωση του μακάριου Δαυΐδ, ο οποίος, όταν ελέγ­χθηκε για την αμαρτία του απ᾽ τον προφήτη Νάθαν, ευθύς στο άκουσμα της θείας απειλής έδειξε αληθινή μετάνοια και είπε: «Αμάρτησα στον Κύριο», ένας λόγος, που βγήκε ειλικρινώς σε μια στιγμή απ᾽ την καρδιά του, προσέφερε αμέσως στον μετανιωμένο ολόκληρη τη σωτηρία. Αμέσως η διόρθωση πρόλαβε την καταδικαστική απόφαση. Έτσι, λέγει ο Νάθαν στον Δαυΐδ. «Και ο Κύριος άφησε την αμαρτία σου».
Σε άλλο σημείο παρατηρεί ο θείος Χρυσόστομος:
«Και πρόσεξε, σε παρακαλώ, και δες το παράξενο κήρυγμα της φιλανθρωπίας. Αυτός που λέει στο Νόμο «Να μη μοιχεύσεις», να μη πορνεύσεις, αλλάζει τη φράση εξαιτίας της φιλανθρωπίας Του και φωνάζει με το στόμα του μακάριου Ιησού του Ναυή: «Η Ραάβ η πόρνη να ζήσει».
Ο Ιησούς του Ναυή, ο οποίος είπε «η πόρνη να ζήσει», ήταν εικόνα του Κυρίου Ιησού, ο οποίος είπε: «Πόρνες και τελώνες θα εισέλθουν πριν από σας στη Βασιλεία των Ουρανών».
Εάν η Ραάβ πρέπει να ζει, τότε πως είναι πόρνη; Εάν είναι πόρνη, γιατί να ζει; Αναφέρομαι, λέει, στην προηγούμενη κατάστασή της, για να θαυμάσεις την κατοπινή μεταβολή της. Και τι έκαμε, θα πει κανείς, η Ραάβ άξιο της σωτηρίας της; Μήπως το ότι καλοδέχθηκε τους κατασκόπους των Ισραηλιτών; Αυτό κάνει και κάθε ξενοδόχα. Αλλά η Ραάβ δεν κερδίζει τη σωτηρία της μόνο απ᾽τα καλά λόγια που είπε στους κατασκόπους, αλλά κυρίως απ᾽την πίστη της και την ευσέβειά της. Και για να μάθεις το μέγεθος της πίστεώς της, άκουσε την ίδια τη Γραφή να διηγείται τα βεβαιωμένα κατορθώματά της. Ήταν στο πορνείο σαν μαργαριτάρι ανακατεμένο στην ακαθαρσία, σαν χρυσάφι ριγμένο στη λάσπη. Ήταν λουλούδι της πίστεως πνιγμένο στ᾽αγκάθια, ήταν ψυχή ευσεβής κλεισμένη σε χώρο ασεβή.
Η Ραάβ είναι εικόνα της Εκκλησίας, της εξ εθνών Εκκλησίας, που ήταν ανακατωμένη με την πορνεία των δαιμόνων και τώρα δέχεται τους κατασκόπους του Χριστού, όχι τους απεσταλμένους του Ιησού του Ναυή, αλλά τους αποστόλους, που απέστειλε ο Ιησούς, ο αληθινός Σωτήρας. «Γνώρισα», λέει, «ότι ο Θεός σας είναι στον ουρανό επάνω και στη γη κάτω και εκτός απ᾽αυτόν δεν υπάρχει άλλος Θεός».
Έπειτα από τη σύντομη εξιστόρησι της αμαρτωλής ζωής, αλλά και της ριζικής μετάνοιας, της αξιοθαύμαστης ασκήσεως και του τρισμακαρίου τέλους της Οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας, ύστερα από την περισπούδαστη διδαχή του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου για την ειλικρινή μετάνοια και την πολλή μακροθυμία του Θεού για τους αμαρτωλούς και μετά από τα πολύ διδακτικά παραδείγματα μετανοίας του Προφητάνακτος Δαυΐδ και της άλλοτε πόρνης Ραάβ, το μήνυμα της σημερινής Κυριακής είναι η αληθινή συντριβή μας και μετάνοια ενώπιον του Ζώντος Κυρίου και Θεού μας και η έμπρακτη εκδήλωσίς της με έργα πίστεως, αγάπης και μετανοίας.
† Ο Κυθήρων Σεραφείμ

Ε΄ Κυριακή Νηστειών (Μαρίας της Αιγυπτίας)-Θυσία μοναδική και ανεκτίμητη

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ: Ἑβρ. θ΄ 11-14
ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ: Μάρκ. ι΄ 32-45
ΘΥΣΙΑ ΜΟΝΑΔΙΚΗ ΚΑΙ ΑΝΕΚΤΙΜΗΤΗ
1.  «προσφέρων κα προσφερόμενος»
   Εἶναι μοναδικὴ καὶ ἀνεκτίμητη ἡ θυσία ποὺ προσέφερε ὁ Θεάνθρωπος Κύριος γιὰ τὴ σωτηρία τῶν ἀνθρώπων. Σ’ αὐτὴ τὴ θυσία καὶ τὰ ἀγαθὰ ἀποτελέσματά της ἀναφέρεται ἡ σημερινὴ ἀποστολικὴ περικοπὴ ἀπὸ τὴν πρὸς Ἑβραίους ἐπιστολή. 

   Ὅταν ὁ Χριστὸς ἦλθε στὴ γῆ, ἀνέλαβε ὡς Ἀρχιερεὺς νὰ προσφέρει τὴ μόνη λυτρωτικὴ θυσία καὶ νὰ ἐξασφαλίσει τὰ ἀγαθὰ ποὺ προσδοκοῦσαν οἱ ἄνθρωποι τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ἀλλὰ δὲν μποροῦσαν νὰ τὰ βροῦν. Διότι οἱ θυσίες ποὺ προσέφεραν ἀδυνατοῦσαν νὰ τοὺς ἀπαλλάξουν ἀπὸ τὴν ἔνοχη συνείδηση καὶ νὰ τοὺς χαρίσουν τὴν ἄφεση καὶ τὴ σωτηρία. Ὁ Χριστὸς ὅμως αὐτὸ ἀκριβῶς ἐπέτυχε ὡς «ἀρχιερεὺς τῶν μελλόντων ἀγαθῶν». Διότι ὡς ὁ μόνος Ἀρχιερεὺς εἰσῆλθε στὰ ἐπουράνια Ἅγια τῶν Ἁγίων «διὰ τῆς μείζονος καὶ τελειοτέρας σκηνῆς», δηλαδὴ μέσα ἀπὸ μιὰ ἀνώτερη καὶ τελειότερη σκηνή, ποὺ δὲν κατασκευάστηκε ἀπὸ χέρια ἀνθρώπων· αὐτὴ ἡ τέλεια σκηνὴ εἶναι τὸ σῶμα Του, ποὺ ἔγινε κατοικία τοῦ Θεοῦ Λόγου καὶ τὸ ὁποῖο, ἐπειδὴ συνελήφθη ἐκ Πνεύματος Ἁγίου, δὲν προερχόταν ἀπὸ τὴν κτίση αὐτή, ἀλλὰ ἀποτελοῦσε νέα πνευματικὴ κτίση. Δὲν εἰσῆλθε λοιπὸν ὁ Χριστὸς μέσα σὲ μιὰ ἐπίγεια σκηνή, ὅπως ἦταν ἡ Σκηνὴ τοῦ Μαρτυρίου, ἀλλὰ προσέφερε τὴ μία καὶ μόνη λυτρωτικὴ θυσία, μέσα ἀπὸ τὴ σκηνὴ τοῦ σώματός Του, ποὺ εἶναι ἀσυγκρίτως ἀνώτερη καὶ τελειότερη.
   Δὲν προσέφερε ὁ Χριστὸς ὡς θυσία τὸ αἷμα τρά­γων καὶ μόσχων, ὅπως οἱ ἀρχιερεῖς τῶν Ἰουδαίων. Ἀλ­λὰ μὲ τὸ δικό Του αἷμα, «διὰ τοῦ ἰδίου αἵματος», εἰσῆλθε μιὰ γιὰ πάντα στὰ ἐπου­ρά­νια Ἅγια τῶν Ἁγίων καὶ ἐξασφάλισε γιὰ μᾶς ἀπολύτρωση ὄχι προ­σ­ωρινὴ ἀλλὰ αἰώνια. 
   Αὐτὸ εἶναι τὸ μεγαλεῖο τῆς θυσίας τοῦ Χριστοῦ. Δὲν εἶναι θυσία ποὺ τὴν προσ­φέρει ἕνας ἁμαρτωλὸς ἄνθρωπος σὲ ἐπίγειο θυσιαστήριο. Οὔτε εἶναι θυσία ζώων καὶ ραντισμὸς μὲ αἷμα καὶ στάχτη ἀπὸ τὴ θυσία αὐτή. Στὴ μοναδικὴ καὶ ἀνεπανάληπτη αὐτὴ θυσία, θύτης καὶ θύμα εἶναι ὁ Ἴδιος, ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός. Εἶναι ὁ αἰώνιος Ἀρχιερεύς, ποὺ προσέφερε τὴν πλέον εὐάρεστη θυσία στὸ Θεό, τὸν ἴδιο Του τὸν ἑαυτό. Μία φορὰ καὶ γιὰ πάντα προσέφερε ὁ Μέγας Ἀρχιερεὺς τὴ θυσία αὐτὴ καὶ ἐξασφάλισε γιὰ μᾶς τοὺς ἀνθρώπους τὴν αἰώνια λύτρωση.
   Αὐτὴ τὴ μοναδικὴ καὶ ἀνεπανάληπτη θυσία προβάλλει ἡ Ἐκκλησία κάθε φορὰ ποὺ τελεῖ τὴ θεία Λειτουργία. Κέντρο τῆς θείας Λειτουργίας εἶναι ὁ Ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ, ὁ Χριστός. Αὐτὸς εἶναι ὁ «προσφέρων καὶ προσφερόμενος καὶ προσδεχόμενος» (Εὐχὴ τοῦ Χερουβικοῦ). Αὐτὸς ἔγινε τὰ πάντα γιὰ τὸν ἄνθρωπο: Ἀρχιερεὺς ποὺ προσφέρει, Ἀμνὸς ποὺ προσ­φέρεται, Θεὸς ποὺ δέχεται τὴν προσφορά. Ἂς συμμετέχουμε λοιπὸν κι ἐμεῖς στὴ θεία Λειτουργία μὲ πολλὴ εὐγνωμοσύνη πρὸς τὸν Εὐεργέτη μας Κύριο. Ἂς καταφεύγουμε μὲ πίστη καὶ ἐλπίδα στὸ Μεγάλο Ἀρχιερέα, διότι ἡ θυσία Του μᾶς ἐξασφαλίζει πλοῦτον ἀγαθῶν. Μᾶς χαρίζει τὴν ἄφεση καὶ τὴ λύτρωση, ὥστε νὰ λατρεύουμε τὸν ἅγιο Θεὸ μὲ καθαρὴ συνείδηση, ὅπως ἀναφέρει ἡ συνέχεια τῆς περικοπῆς.
2. Μ κατάκριτη συνείδηση
   Ἐρωτᾶ ὁ ἅγιος Ἀπόστολος: Ἐὰν τὸ αἷμα τῶν ταύρων καὶ τῶν τράγων καὶ τὸ ράντισμα μὲ τὸ νερὸ καὶ τὴ στάχτη τῆς δαμάλεως ποὺ κατακαιγόταν στὸ θυσιαστήριο ἐξαγνίζει τὸ σῶμα αὐτῶν ποὺ θεωροῦνται ἀκάθαρτοι γιὰ νὰ μποροῦν νὰ μετέχουν στὴ λατρεία, πόσο μᾶλλον τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ, ὁ Ὁποῖος μὲ τὸ αἰώνιο Πνεῦμα ποὺ κατοικοῦσε μέσα Του πρόσ­φερε στὸ Θεὸ ὡς θυσία τὸν ἑαυτό Του τελείως καθαρὸ καὶ ἐλεύθερο ἀπὸ κάθε ρύπο ἁμαρτίας, «καθαριεῖ τὴν συνείδησιν ὑμῶν ἀπὸ νεκρῶν ἔργων», δηλαδὴ θὰ καθαρίσει τὴ συνείδησή σας ἀπὸ τὰ ἔργα τῆς ἁμαρτίας, ποὺ φέρνουν στὴν ψυχὴ νέκρωση, καὶ θὰ σᾶς ἀξιώσει νὰ λατρεύετε ἀξίως τὸν ζωντανὸ Θεό;...
   Πράγματι, δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ λατρεύει κανεὶς τὸν Θεό, ἐὰν δὲν διακόψει κάθε σχέση μὲ τὰ θανατηφόρα ἔργα τῆς ἁμαρτίας. Διότι πῶς θὰ προσκυνήσει τὸν ἀληθινὸ Θεὸ ἐκεῖνος ποὺ ἔχει θεοποιήσει τὸ χρῆμα, τὴν κοιλία ἢ τὴ σαρκικὴ ἡδονή;... Εἶναι χαρακτηριστικὸ τὸ παράδειγμα μὲ τὴν ὁσία Μαρία τὴν Αἰγυπτία, ποὺ ἑ­ορ­τάζουμε σήμερα. Ἡ γυναίκα αὐτὴ ζοῦ­σε βυθισμένη στὴν ἀκολασία. Ὅταν ὅ­μως ἐπισκέφθηκε τοὺς Ἁγίους Τόπους, αἰσθάνθηκε μία δύναμη νὰ τὴν ἐμποδίζει νὰ προσκυνήσει τὸν Τίμιο Σταυρὸ τοῦ Κυρίου. Τὸ γεγονὸς αὐτὸ τὴ συγκλόνισε. Μετανόησε γιὰ τὶς ἁμαρτίες της, κι ἔζησε τὸ ὑπόλοιπο τῆς ζωῆς της στὴν ἔρημο μὲ συντριβὴ ψυχῆς καὶ σκληροὺς ἀσκητικοὺς ἀγῶνες. 
   Κι ἐμεῖς, καθὼς πλησιάζουμε πρὸς τὴν Ἁγία καὶ Μεγάλη Ἑβδομάδα, ἂς προσέλθουμε μὲ μετάνοια στὸ ἱερὸ Μυστήριο τῆς Ἐξομολογήσεως, ὥστε νὰ ἀξιωθοῦμε νὰ λατρεύσουμε τὸν σταυρωθέντα καὶ ἀναστάντα Κύριο «ψυχαῖς καθαραῖς καὶ ἀρρυπώτοις χείλεσι» καὶ νὰ κοινωνήσουμε τὸ Πανάγιο Σῶμα καὶ τὸ Τίμιο Αἷμα Του μὲ ἀκατάκριτη συνείδηση καὶ ἁγνὴ καρδιά, γεμάτη ἀπὸ εὐγνωμοσύνη καὶ ἀγάπη πρὸς τὸν αἰώνιο Λυτρωτή μας.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...