Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Κυριακή, Μαρτίου 20, 2016

Αναθέματα, Διασφάλιση της Ορθοδόξου αυτοσυνειδησία και αληθείας



Αναθέματα, Διασφάλιση της Ορθοδόξου αυτοσυνειδησία και αληθείας
ΑΝΑΘΕΜΑΤΑ˙ ΔΙΑΣΦΑΛΙΣΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΑΥΤΟΣΥΝΕΙΔΗΣΙΑΣ ΚΑΙ ΑΛΗΘΕΙΑΣ
Εν Πειραιεί 22-3-2013
Πρωτοπρεσβ. π. Άγγελος Αγγελακόπουλος εφημέριος Ι. Ν. Αγίας Παρασκευής Καλλιπόλεως Πειραιώς
Τι είναι ανάθεμα;
Ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης αναφέρει ότι ανάθεμα λέγεται εκείνο, που χωρίζεται από τον Θεό και την Εκκλησία των Χριστιανών, και αφιερώνεται στον διάβολο. Κανένας δεν τόλμα να συναναστραφεί και να συγκοινωνήσει με εκείνον τον άνθρωπο, που έχει χωρισθεί από τον Θεό και την Εκκλησία και έχει γίνει ανάθεμα στον διάβολο, αλλά όλοι οι πιστοί χωρίζονται απ’αυτόν. 1
Προς στήριξη της παραπάνω θέσεως φέρνει ο άγιος Νικόδημος την μαρτυρία του θείου Χρυσοστόμου 2, ο οποίος αναφερόμενος στο ανάθεμα, λέγει: «Τι άλλο θέλει να ειπή το ανάθεμα οπού λέγεις, άνθρωπε, πάρεξ, ας αφιερωθή  ούτος εις τον διάβολον και πλέον ας μην έχη χώραν σωτηρίας, ας γένη αποξενωμένος από τον Χριστόν». Το ανάθεμα παντελώς χωρίζει και αποκόπτει τον άνθρωπο από τον Χριστό. Ερμηνεύοντας, επίσης, ο ιερός Χρυσόστομος το 23ο κεφάλαιο των Πράξεων 3  και συγκεκριμένα το χωρίο, όπου λέγεται ότι ανεθεμάτισαν τον εαυτό τους οι τεσσαράκοντα εκείνοι Ιουδαίοι, εάν δεν θανατώσουν τον Απ. Παύλο, σημειώνει τα εξής: «Τι εστιν ανεθεμάτισαν, αντί του έξω είναι της εις Θεόν πίστεως είπον, ειμή το δόξαν κατά Παύλου ποιήσαιεν». 
Προς επικύρωση των θέσεών του ο άγιος Νικόδημος επικουρείται και από τον Άγιο ΤαράσιοΠατριάρχη Κων/λεως, ο οποίος στον απολογητικό της Ζ΄ αγίας και Οικουμενικής Συνόδου αναφέρει: «Δεινόν είναι το ανάθεμα, επειδή μακράν του Θεού ποιεί τον άνθρωπον και από την βασιλείαν των ουρανών εκδιώκει και πέμπει αυτόν εις το σκότος το εξώτερον» 4.
Ο Απόστολος Παύλος λέγει: «ει τις ου φιλεί τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν, είτω ανάθεμα» 5. Όλοι όσοι πολιτεύονται έξω από την αποστολική διδασκαλία και παράδοση του θείου Παύλου, δεν αγαπούν εν αληθεία τον Κύριο. Και όλοι όσοι δεν αγαπούν εν αληθεία τον Κύριο αυτοί είναι ανάθεμα, δηλαδή χωρισμένοι από τον Κύριο. Και ο Θεοδώρητος λέει: «Ας είναι χωρισμένος από το κοινόν σώμα της  Εκκλησίας, όποιος χριστιανός δεν έχει θερμήν αγάπην εις τον δεσπότην Χριστόν» 6.
Ο όρος «ανάθεμα» αναφέρεται από τον Απόστολο Παύλο και στην προς Γαλάτας επιστολήεναντίον εκείνων, που ευαγγελίζονται έξω από τα παραδεδομένα: «αλλά και αν ημείς η άγγελος εξ ουρανού ευαγγελίζεται υμίν παρ’ό ευαγγελισάμεθα υμίν, ανάθεμα έστω»7.
Όπως ευστόχως επισημαίνει ο αγωνιστής και ομολογητής Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Πειραιώς κ.κ. Σεραφείμ, «τα αναθέματα εν τη Εκκλησία δεν αποτελούν εκφράσεις οργής η κατάρας η ύβρεως, αλλά πανηγυρικάς διακηρύξεις, ότι οι συγκεκριμένοι δεν ανήκουν στο σώμα της Εκκλησίας και ο λαός του Θεού καλείται να επιτείνει την προσοχή του εις αυτό και να μην συμφύρεται μετά των αναθεματιζομένων, δια να μην απολέση την υγιαίνουσα διδασκαλία, άνευ της οποίας δεν υφίσταται σωτηρία. Επομένως, τα αναθέματα αποτελούν ειδικότερα στην σημερινή εποχή της ομογενοποιήσεως και του συγκρητισμού, έξοχο αμυντικό μηχανισμό και παιδαγωγικό τρόπο δια την  διασφάλιση της Ορθοδόξου αυτοσυνειδησίας και αληθείας…» 8. Σύμφωνα δε με τον ομότιμο καθηγητή της Πατρολογίας της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ αιδεσιμολογιώτατο πρωτοπρεσβύτερο π. Θεόδωρο Ζήση, τα αναθέματα αποτελούν ποιμαντικό μέτρο αγάπης 9. Οι άγιοι Πατέρες, όταν στις Συνόδους αναθεμάτιζαν τους αιρετικούς, δεν το έκαμαν από μίσος προς αυτούς, αλλά με πόνο ψυχής απέκοπταν αυτούς «ως ανιάτως νοσήσαντας», από το Σώμα της Εκκλησίας, όπως ακριβώς ο χειρουργός αποκόπτει το σεσηπώς και νεκρό μέλος του σώματος, για να μην μεταδοθεί η σήψις και στο υπόλοιπον σώμα.
Ανάθεμα, λοιπόν, έχουμε κυρίως, όταν υπάρχει αίρεση. Μερικοί, όμως, νομίζουν ότι τα αναθέματα είναι κάποιες απλές κουβέντες. Δεν είναι έτσι. Ο αναθεματισμός είναι ο αποχωρισμός, η αποκοπή με δυσμενείς εκφράσεις από το κοινό Σώμα της Εκκλησίας. Γιατί, η αίρεση είναι η διάσπαση αυτής της θεανθρωπίνης κοινωνίας μέσα στο κοινό Σώμα της Εκκλησίας και γι’αυτόν ακριβώς τον λόγο καταδικάζεται και αναθεματίζεται από τις Οικουμενικές Συνόδους.
Πολλές φορές, όταν λέγονται αυτά τα πράγματα, αλλά και όταν διαβάζονται – αν διαβάζονται – τα αναθέματα την Κυριακή της  Ορθοδοξίας, οι πιο αυθόρμητοι σοκάρονται και λένε : «Ε, τώρα, που ζούμε; Στον Μεσαίωνα; Μιλάμε για αναθεματισμούς και αφορισμούς; Αυτά δεν είναι πράγματα, που αρμόζουν στην Εκκλησία». Αυτή η νοοτροπία έχει επηρεάσει πολλούς. Νομίζουν δηλ. ότι η Εκκλησία είναι συνεχώς μόνο σιρόπια, λουκούμια και γλυκίσματα. Αυτοί, όμως, οι άνθρωποι είναι άγευστοι. Δεν έχουν καταλάβει τι είναι Ορθοδοξία. Δεν έχουν καταλάβει ότι αυτό το Σώμα είναι αγαπητικό. Αν δεν υπάρχει αυτή η αγάπη του Θεού, η οποία «εκκέχυται εν ταις καρδίαις ημών» 10 , τότε η έλλειψη αγάπης σημαίνει την αποστασιοποίηση. Γιατί, όταν κάποιος αγαπά πολύ κάτι, έρχεται σε αγαπητική σχέση μ’αυτό. Όταν, όμως, αποστασιοποιείται, όχι μόνο περιστασιακώς, αλλά και θεσμικώς, τότε η Εκκλησία του βεβαιώνει, μ’ένα θεσμικό τρόπο, αυτό, που έχει πάθει. Η Εκκλησία, όταν λέει σε κάποιον «ανάθεμα», ουσιαστικά του πιστοποιεί, του δίνει την ληξιαρχική πράξη, την πιστοποίηση αυτού του γεγονότος, που έχει υποστεί. Αυτό, όμως, σήμερα δεν γίνεται κατανοητό, ακόμη και από τα υψηλά κλιμάκια. Και δεν γίνεται κατανοητό, επειδή δεν βιώνεται. Δεν βιώνεται, επειδή δεν υπάρχει η προϋπόθεση της καθαρότητος, την οποία οι πολλοί υστερούνται. Η Εκκλησία είναι μια ζωντανή πραγματικότητα. Όταν ο πιστός έχει καθαρότητα, τότε έχει σχέση με την  Εκκλησία, νιώθει την αγάπη του Θεού και την εκφράζει. Εξ αιτίας αυτής της ελλείψεως βιωματικής εμπειρίας φθάνουμε στο σημείο να λέγεται ότι «τα αναθέματα και οι αφορισμοί δεν ισχύουν σήμερα. Θα τ’αλλάξουμε. Ζούμε σε άλλη εποχή». Ο άνθρωπος, όμως, παραμένει πάντα ο ίδιος και αλλοίμονο αν δεν ήταν έτσι. Ο Χριστός μία φορά εκπλήρωσε το μέγα της ευσεβείας μυστήριον για όλους τους ανθρώπους όλων των εποχών. «Ιησούς Χριστός χθες και σήμερον ο αυτός και εις τους αιώνας» 11 . Γίνεται, λοιπόν, αντιληπτό ότι, όταν παραβιάζεται η αγαπητική σχέση, τότε υπάρχει ο αφορισμός, με τον οποίο η Εκκλησία επικυρώνει την προϋπάρχουσα κατάσταση.
Ολ’ αυτά, τα οποία σήμερα ηχούν φονταμενταλιστικά, για τους πιστούς μέσα στην Εκκλησία είναι σημεία, τα οποία συμπυκνώνουν την αγάπη. Είναι τέτοια, ώστε να οριοθετούν και να σημειώνουν ότι η αγαπητική σχέση μέσα στα πλαίσια της Εκκλησίας δεν είναι κάτι το δευτερεύον η το τριτεύον, αλλά είναι το ουσιώδες συστατικό της. Αυτά τα πράγματα τα εξέφρασε η Εκκλησία με τον ίδιο δυναμισμό, όταν θέλησε να εκφράσσει την ακοινωνησία, με την οποία δίνει την ληξιαρχική πράξη ότι κάποιος έχει πεθάνει από πλευράς αγαπητικής. Αυτό το Σώμα, μέσα στο οποίο ανήκουμε και θεολογούμε είναι μυστηριακό μεν, αγαπητικό δε. Αν δεν υπάρχει αυτή η αγαπητική σχέση και αυτός ο αγαπητικός πόθος, που να εκφράζεται και στην πράξη, τότε διαψεύδεται.
Το Συνοδικό της Ορθοδοξίας
Σκοπός της καθιερώσεως της εορτής της Κυριακής της Ορθοδοξίας από τους τότε ομολογητές επισκόπους και μοναχούς, όπως μας λέει το Συναξάρι της εορτής 12, ήταν το να ανακηρυχθούν ονομαστικά και να επαινεθούν οι ευσεβείς και ορθόδοξοι, ενώ αντιθέτως οι ασεβείς και κακόδοξοι να κατακριθούν και να αναθεματιστούν ονομαστικά, όχι βεβαίως από κακία, εμπάθεια και μίσος εναντίον των αιρετικών, αλλά από παιδαγωγική και ποιμαντική φροντίδα και αγάπη, ώστε οι μεν αιρετικοί ελεγχόμενοι να μετανοήσουν και να αποκηρύξουν την πλάνη, να προφυλαχθούν δε κυρίως οι υπόλοιποι πιστοί από το να ακολουθήσουν την πλάνη. Οι Πατέρες και οι Άγιοι είχαν πραγματική και ειλικρινή αγάπη, και όχι την ψευτοειρήνη και την ψευτοαγάπη των σημερινών υποκριτών, που ενοχλούνται από τα αναθέματα και παρουσιάζονται έτσι καλύτεροι των Αγίων Αποστόλων και των Αγίων Πατέρων, οι οποίοι από αγάπη ελέγχουν και παιδαγωγούν 13.
Το Συνοδικό της Ορθοδοξίας γράφτηκε για πρώτη φορά το 843 από τους αγίους πατέρες της Ζ΄ αγίας και Οικουμενικής Συνόδου μετά το τέλος της δευτέρας φάσεως της εικονομαχίας και περιελάμβανε αναθέματα για όλους τους αιρετικούς από τον Άρειο μέχρι και τους εικονομάχους. Από τον 9ο αιώ. και μετά έκαναν την εμφάνισή τους κι άλλες αιρέσεις, ιδίως η αιρετική παρασυναγωγή του Παπισμού, οπότε η Εκκλησία απεφάσισε τον 14ο αιώ. να εμπλουτίσει το Συνοδικό της Ορθοδοξίας με νέα αναθέματα, οπότε προστέθηκαν τα «Κεφάλαια κατά Βαρλαάμ και Ακινδύνου», με τα οποία αναθεματίζεται, στα πρόσωπα του Βαρλαάμ Καλαβρού και του Γρηγορίου Ακινδύνου, η αίρεση του Παπισμού. Διαπιστώνουμε, λοιπόν, ότι το Συνοδικό της Όρθοδοξίας είναι αναπροσαρμοζόμενο και ότι η προσθήκη καινούργιων αναθεμάτων ήταν και είναι συνήθης τακτική της Εκκλησίας. Επομένως, δεν μπορούμε να κατηγορήσουμε τους αγίους Πατέρες ότι δήθεν είναι πάνω από την Εκκλησία, δεν κάνουν υπακοή, διότι προσέθεσαν νέα αναθέματα.
Αυτή, λοιπόν, η συνήθης εκκλησιαστική τακτική προτείνεται να ακολουθείται, όταν την Κυριακή της Ορθοδοξίας συνίσταται να εκφωνούνται όχι μόνο τα παλαιά αναθέματα, αλλά προαιρετικώς και τα νέα αναθέματα εναντίον του Σιωνισμού, του Μουσουλμανισμού, του Ιουδαϊσμού, του Προτεσταντισμού, του Αγγλικανισμού, του Λουθηροκαλβινισμού, του Παπισμού, του αιρεσιάρχου Πάπα Ρώμης, του Νεοβαρλααμισμού, του Ιεχωβισμού, του Χιλιασμού, του Πεντηκοστιανισμού, της μεταπατερικής, νεοπατερικής, και συναφειακής αιρέσεως και του διαχριστιανικού και διαθρησκειακού Οικουμενισμού, όπως πολύ σοφά, άριστα και θεόπνευστα έπραξε πέρισυ την Κυριακή της Ορθοδοξίας 2012 ο αγωνιστής και ομολογητής Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Πειραιώς κ.κ. Σεραφείμ.  Η μήπως αγνοείται το γεγονός ότι όλες οι παραπάνω αιρέσεις είναι κατεγνωσμένες από συνόδους και από αγίους Πατέρες 14; Εξάλλου και το ίδιο το Συνοδικό της Ορθοδοξίας αναφέρει σε κάποιο σημείο˙«όλοις τοις αιρετικοίς ανάθεμα!» 15 , ανάθεμα σε όλους τους αιρετικούς, και στους παλαιούς και τους νέους, τους συγχρόνους, σ΄αυτούς που υπήρξαν, υπάρχουν και θα υπάρξουν μέχρι συντελείας αιώνων.  Η ανωτέρω τακτική δεν αποτελεί ούτε πρωτοτυπία, ούτε καινοτομία, ούτε πρόταξη του εγώ υπεράνω Συνόδων και Εκκλησίας, αλλά απλώς ταπεινή ακολουθία της συνήθους εκκλησιαστικής τακτικής, και τήρηση της τάξεως του λειτουργικού βιβλίου του Τριωδίου, η οποία και βεβαίως ισχύει μέχρι και της σήμερον. Ο ποιμαντικός σκοπός και στόχος της εκφωνήσεως των αναθεμάτων είναι διφυής, διττός : Από τη μια η μετάνοια των αναθεματισμένων, και από την άλλη η προφύλαξη του ποιμνίου του από τις αιρέσεις, παλαιές και νέες,  οι οποίες στερρούν την σωτηρία από τους ανθρώπους. Έτσι, δεν πρέπει να σπεύσουν να εκτοξεύσουν μομφές και κατηγορίες οι σχεδόν αμετανόητοι Οικουμενιστές, που, με την Χάριν του Θεού και κατά το ανθρώπινο δυνατό, επιδεικνύεται επαγρύπνηση και ανύστακτο ενδιαφέρον για το ποίμνιο και δεν αφήνονται οι λύκοι να καταφάνε και να κατασπαράξουν τα πρόβατα.
Αντιθέτως, οι σχεδόν αμετανόητοι Οικουμενιστές πρέπει να κατηγορούνται, επειδή αφήνουν τα πρόβατα να γίνονται βορά στα στόματα των λύκων των βαρέων 16, των ποικίλων αιρετικών, και αυτοί κουβαλούν στους ωμούς τους από πέρισυ το ανάθεμα για τον διαχριστιανικό και διαθρησκειακό Οικουμενισμό. Τα δικά τους αναθέματα είναι άκυρα, διότι δεν συμφωνούν με τον Θεό. Η ποιμαντική και παιδαγωγική ορθότητα των μέτρων της Εκκλησίας φαίνεται και εκ του ότι οι Οικουμενιστές δεν αντέχουν την δύναμη των αναθεμάτων, δεν αντέχουν, ελεγχόμενοι, την αντιαιρετική και επικριτική διδασκαλία των Αγίων Πατέρων, δεν αντέχουν καν την έννοια της αιρέσεως. Γι’αυτό και κατήργησαν την ανάγνωση των αναθεμάτων συνοδικώς από το 2005,γιατί νιώθουν πως αυτοαναθεματίζονται. Γι’αυτό παραμερίζουν με την μεταπατερική, νεοπατερική και συναφειακή αίρεση τους Αγίους Πατέρες, που καταγγέλλουν ονομαστικά και αποκαλύπτουν τους αιρετικούς. Γι’αυτό και κατήργησαν την έννοια της αιρέσεως, δεχόμενοι ως «ισότιμες, ισάξιες και αδελφές εκκλησίες» τις σύγχρονες μεγάλες αιρετικές παρασυναγωγές του Παπισμού και του Προτεσταντισμού, αλλά και την παλαιά, αρχαία αίρεση του Μονοφυσιτισμού 17.

Η άρση των αναθεμάτων
Από πλευράς των σχεδόν αμετανοήτων Οικουμενιστών γίνεται πολύς λόγος για την άρση των αναθεμάτων «δια συνοδικής αποφάσεως εν έτει 1965» στα Ιεροσόλυμα από τον Οικουμενικό Πατριάρχη κυρό Αθηναγόρα και τον Πάπα Παύλο τον Στ΄. Παραβλέπουν, όμως, το γεγονός ότι τα αναθέματα ήρθησαν με συνοδική απόφαση τοπικής συνόδου του Οικουμενικού Πατριαρχείου και όχι από Πανορθόδοξη Σύνοδο, δηλ. τα αναθέματα ήρθησαν μονομερώς, διότι η άρσις αυτή δεν ήταν έκφραση βουλήσεως όλων των Πατριαρχείων και των Αυτοκεφάλων Εκκλησιών. Πολύ περισσότερο δεν ήταν έκφραση βουλήσεως των Ιεραρχιών των κατά τόπους Συνόδων των Πατριαρχείων και Αυτοκεφάλων Εκκλησιών, όπως βέβαια θα έπρεπε για ένα τόσο μεγάλο γεγονός. Αλλά, και αυτή ακόμη η βούληση των Ιεραρχιών των κατά τόπους Συνόδων δεν είναι αυθαίρετη. Θα έπρεπε οι Ιεραρχίες των Εκκλησιών, πριν πάρουν μια τέτοια απόφαση, να εξετάσουν, εάν ήρθησαν τα αίτια, που οδήγησαν στην επί εννέα αιώνες, από τον 11ο μέχρι τον 20ο, επιβολή των αναθεμάτων. Διότι τα αναθέματα τότε μόνο αίρονται, όταν αίρονται τα αίτια, δηλαδή όταν οι αιρετικοί αποκηρύξουν τις αιρετικές τους διδασκαλίες και επανέλθουν στην Ορθόδοξο πίστη. Ποιος εξουσιοδότησε τον Οικουμενικό Πατριάρχη κυρό Αθηναγόρα να άρει τα αναθέματα το 1965 στα Ιεροσόλυμα; Ποια πανορθόδοξη σύνοδος αποφάσισε την άρση των αναθεμάτων; Βεβαίως καμμία. Επομένως, τα αναθέματα ήρθησαν αντικανονικώς 18. Και είναι απορίας, αλλά και δακρύων άξιον πως οι σχεδόν αμετανόητοι Οικουμενιστές επικαλούνται την άρση των αναθεμάτων, για να δικαιολογήσουν τα αδικαιολόγητα.
[1] ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Πηδάλιον, σσ. 396-398.
[2] ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ, Λόγος «Ὅτι δέν πρέπει νά ἀναθεματίζη τινάς κανένα ζωντανόν ἡ ἀποθανόντα», τ. 5.
[3] Τοῦ ἰδίου, τ. 4, σ. 880.3.
[4] Β΄ Τόμος Συνοδικῶν, σ. 724.
[5] Α΄ Κορ. 16, 22.
[6] ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Ἑρμηνεία εἰς τάς ΙΔ΄ ἐπιστολάς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, τ. Α΄, ἐκδ. Ὀρθόδοξος Κυψέλη, Θεσ/κη 1989, 
  σ. 697.
[7] Γαλ. 1, 8. ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Ἑρμηνεία εἰς τάς ΙΔ΄ ἐπιστολάς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, τ. Β΄, ἐκδ. Ὀρθόδοξος Κυψέλη, Θεσ/κη 1990, σσ. 248-249.
[8] http://www.impantokratoros.gr/64EFF01C.el.aspx
[9] ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒ. ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΖΗΣΗΣ, «Στον Πειραιά γιορτάσθηκε αυθεντικά η Κυριακή της Ορθοδοξίας», Θεοδρομία ΙΔ1 (Ιανουάριος-Μάρτιος  
   2012) 3-6.
[10] Ρωμ. 5, 5.
[11] Εβρ. 13, 8.
[12] Τριώδιον, εκδ. «Φως Χ.Ε.Ε.Ν.», Αθήνα  2010, σ. 618.
[13] ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒ. ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΖΗΣΗΣ, «Στον Πειραιά γιορτάσθηκε αυθεντικά η Κυριακή της Ορθοδοξίας», Θεοδρομία ΙΔ1 (Ιανουάριος-
  Μάρτιος 2012) 3-4.
[14] ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΣΗΜΑΤΗΣ, «Είναι αἵρεση ὁ Παπισμός; Τι λένε Οἰκουμενικές Σύνοδοι και Πατέρες», Θεοδρομία Θ2 (Ἀπρίλιος-Ἰούνιος 2007) 233-
  284.
[15] Τριώδιον, εκδ. «Φως Χ.Ε.Ε.Ν.», Αθήνα 2010, σ. 628.
[16] Πράξ. 20, 29.
[17] ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒ. ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΖΗΣΗΣ, «Στον Πειραιά γιορτάσθηκε αυθεντικά η Κυριακή της Ορθοδοξίας», Θεοδρομία ΙΔ1 (Ιανουάριος-
   Μάρτιος 2012) 5.
[18]ΑΡΧΙΜ. ΙΩΑΣΑΦ  ΜΑΚΡΗΣ, «Ἱστορική ἀναδρομή τῆς προσεγγίσεως Ὀρθοδόξων καί Ρωμαιοκαθολικῶν κατά τόν 20ό αἰώνα», Ἐν Συνειδήσει˙ Οἰκουμενισμός˙ ἱστορική καί κριτική προσέγγιση, ἔκδ. Ι. Μ. Μεγ. Μετεώρου, Ἅγια Μετέωρα, Ἰούνιος 2009, σσ. 55-64. 

Η Μετάνοια είναι μία Πνευματική Άνοιξη...

Η Μετάνοια είναι μία Πνευματική Άνοιξη...
Το γεγονός το αφηγήθηκε μία εθελόντρια αδελφή νοσοκόμα και συνέβη στο παλαιό νοσοκομείο των Πατρών, στον “Άγιο Ανδρέα”. Είπε:
“Περί το 1968-69 έκανα την πρακτική μου εξάσκηση στο παλαιό νοσοκομείο των Πατρών που βρισκόταν κοντά στο κάστρο. Η κατάσταση βέβαια ήταν θλιβερή από κτιριακής πλευράς , παρ’ όλες τις φιλότιμες προσπάθειες που λιγοστού νοσηλευτικού προσωπικού και των γιατρών.
Εμείς οι εθελόντριες βοηθούσαμε όσο μπορούσαμε τις μόνιμες αδελφές και συγχρόνως εξασκούμεθα.
Ένα απόγευμα του Δεκαπενταύγουστου , καθώς μπήκα στον θάλαμο των γυναικών (με 25-30 κρεβάτια ! ) , είδα μία μεσόκοπη γυναίκα να πηγαίνει παραπατώντας προς το κρεβάτι της και ίσα που πρόλαβε να πέσει επάνω του ημιλιπόθυμη και κατάχλωμη. Ξεσκέπαστη και μισόγυμνη δεν είχε το κουράγιο να τραβήξει το σεντόνι επάνω της!
Την πλησίασα , την σκέπασα και στεκόμουν από πάνω της κοιτώντας το χλωμό πρόσωπό της που ήταν ιδρωμένο. Την είχε περιλούσει κρύος ιδρώτας! Φαινόταν αρχοντική και όμορφη γυναίκα. Πλησίασα στο αυτί της και την ρώτησα αν θέλει να την βοηθήσω σε κάτι. Αντί για απάντηση, άπλωσε το χέρι της και μου έβαλε με κόπο μέσα στη φούχτα μου ένα τσαλακωμένο κιτρινωπό χαρτί, χωρίς να ανοίξει τα μάτια της. Μόνο μου ψιθύρισε:
- Σας παρακαλώ, διαβάστε το μου!
Ξεδιπλώνω το χαρτάκι και τι να δω! Ήταν ένα κομμένο φύλλο, προφανώς από κάποια “Σύνοψη” ή “Ωρολόγιο”και επάνω ήταν τυπωμένος ο πεντηκοστός ψαλμός, ο ψαλμός της μετανοίας, το “ Ἐλέησον μέ, ὁ Θεός, κατὰ τὸ μέγα ἔλεός σου…” !
Άρχισα χαμηλόφωνα να της τον διαβάζω κοντά στο αυτί της: “ Ἐλέησον μέ, ὁ Θεός, κατὰ τὸ μέγα ἔλεός σου καὶ κατὰ τὸ πλῆθος τῶν οἰκτιρμῶν σου ἐξάλειψον τὸ ἀνόμημά μου…”. Καθώς προχωρούσα το διάβασμα, πρόσεξα με συγκίνηση πως από τα κλειστά μάτια της έτρεχαν δάκρυα, που κατρακυλούσαν κι έβρεχαν το μαξιλάρι της.
Όταν τελείωσα , άνοιξε τα μάτια της, είχε λίγο συνέλθει , και με έκπληξη είδα δυο γαλάζια παιδικά μάτια κατακάθαρα και λαμπερά να με κοιτάζουν ήρεμα και ταπεινά. Αμέσως δε, χωρίς δυσκολία, άρχισε να μου λέει με μεγάλη συντριβή:
- Αδελφή ,είμαι πολύ αμαρτωλή! Είχα κέντρο διασκεδάσεως και … καταλαβαίνετε. Όμως μετάνοιωσα ειλικρινά. Δεν ξέρω όμως αν ο Θεός με συγχώρησε.
Τότε την ρώτησα:
- Εξομολογηθήκατε; Κοινωνήσατε;
Μου απάντησε καταφατικά. Τότε με μια θεία παρόρμηση που είχα εκείνη τη στιγμή της είπα με όση πίστη διέθετε η νεανική μου ψυχή, αλλά και με όσα είχα διαβάσει στο ιερό Ευαγγέλιο:
- Και βέβαια σας συγχώρησε ο Χριστός! Η άφεση σας δόθηκε μέσα στο Μυστήριο της ιεράς Εξομολογήσεως .Μην αμφιβάλετε για το έλεος του Θεού.
Έπρεπε να υπήρχε ο τρόπος να αποθανατιστούν οι λάμψεις της χαράς που φάνηκαν μέσα στα γαλάζια μάτια της. Χαρά, χαρά , πλημμύρα χαράς! Συγκινήθηκα και της είπα, ενώ ακουγόταν από το εκκλησάκι του αγίου Χαραλάμπους η Παράκληση της Παναγίας:
- Κάνετε υπομονή, να γίνετε καλά και να πάτε να ψάλλετε κι εσείς στην Εκκλησία.
Μου απάντησε ήρεμα και ξεκάθαρα:
- Δεν πρόκειται να ζήσω. Το γνωρίζω. Έχω καρκίνο σε όλη την κοιλιά. Θα πάω να ψάλω επάνω , στην Εκκλησία τ’ Ουρανού!
Το είπε τόσο ειρηνικά, σχεδόν χαρούμενα , ώστε με εξέπληξε.
Πράγματι, όταν πήγα στο νοσοκομείο την επομένη εβδομάδα , το κρεβάτι της ήταν άδειο! Είχε τόση συντριβή και τόση μετάνοια , ώστε δεν αμφιβάλει κανείς πως θα βρήκε έλεος από Εκείνον, που θυσιάστηκε για να σώσει τον κάθε αμαρτωλό. Η ομορφιά της μετανοίας αυτής της γυναίκας έμεινε ανεξίτηλη στη μνήμη μου..”
Από το βιβλίο: «ΕΚΦΡΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΥ ΚΟΣΜΟΥ - Ουράνια μηνύματα - Θαυμαστά γεγονότα» - ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΒΑΡΝΑΚΟΒΑΣ 
το είδαμε εδώ

Ιωάννης Τάτσης, Διάλογος διά τα Θρησκευτικά με δεδομένας αντιθέσεις


Διάλογος διά τα Θρησκευτικά με δεδομένας αντιθέσεις 
του Ιωάννη Τάτση, Θεολόγου
Ειδική Επιτροπή συνέστησε το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής (ΙΕΠ) του Υπουργείου Παιδείας για την διεξαγωγή διαλόγου με την Εκκλησία για το μάθημα των Θρησκευτικών. Η Επιτροπή συνεστήθη χωρίς τη συμμετοχή μελών της Πανελλήνιας Ένωσης Θεολόγων. Τα μέλη της Επιτροπής του ΙΕΠ συντάσσονται με τη θέση του κ. Σταύρου Γιαγκάζογλου, Σύμβουλου του Υπουργείου Παιδείας και Προϊσταμένου του Γραφείου Α΄ του ΙΕΠ, που συνοψίζεται
στην απαίτηση άμεσης και γενικευμένης εφαρμογής στα ελληνικά σχολεία των νέων Προγραμμάτων Σπουδών για τα Θρησκευτικά Δημοτικού, Γυμνασίου και Λυκείου.
Για τη διεξαγωγή του σχετικού διαλόγου με το Υπουργείο Παιδείας η Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος συγκρότησε επίσης Επιτροπή αποτελούμενη από τρεις Μητροπολίτες και τέσσερις καθηγητές, μεταξύ των οποίων και ο Πρόεδρος της ΠΕΘ. Η άποψη της Επιτροπής αυτής συνοψίζεται στην διαμορφωθείσα πρόταση, μετά από εισήγηση του Μητροπολίτου Ναυπάκτου Ιεροθέου και αποδοχή από την Ιεραρχία, ότι το μάθημα των Θρησκευτικών θα πρέπει να έχει ως βάση το ισχύον μέχρι σήμερα αναλυτικό πρόγραμμα, στο οποίο είναι δυνατόν να γίνουν βελτιώσεις και μικρές προσθήκες θρησκειολογικών στοιχείων σε χωριστές διδακτικές ενότητες.
Οι δηλώσεις που έχουν γίνει εκατέρωθεν μέσω συνεντεύξεων αλλά και οι επίσημα διατυπωμένες θέσεις δείχνουν πως υπάρχει θεμελιώδης διαφωνία μεταξύ των δύο Επιτροπών ως προς το περιεχόμενο του μαθήματος των Θρησκευτικών και τον προσανατολισμό που πρέπει να έχει. Η διαφωνία οδηγεί στο πρακτικό ερώτημα εάν τελικά θα υπάρξει γενίκευση της εφαρμογής των νέων Προγραμμάτων Σπουδών ή συνέχιση της διδασκαλίας του μαθήματος με βάση το αναλυτικό πρόγραμμα και τα σχολικά εγχειρίδια που υπάρχουν σήμερα.
Η πλευρά του ΙΕΠ επιμένει στην ανάγκη εφαρμογής των νέων Προγραμμάτων Σπουδών επιστρατεύοντας μάλιστα επιχειρήματα που πλέον θεωρούνται ξεπερασμένα. Έτσι για παράδειγμα, γίνεται λόγος για «εύκολες» απαλλαγές από το μάθημα που θα λήξουν μόνο αν εισαχθούν στα ελληνικά σχολεία τα νέα Προγράμματα. Ως γνωστόν μετά τις τελεσίδικες αποφάσεις των δικαστηρίων οι απαλλαγές από το μάθημα των Θρησκευτικών δεν είναι καθόλου «εύκολες» και αφορούν μόνον αλλόθρησκους και ετερόδοξους μαθητές, πολλοί μάλιστα από τους οποίους δεν κάνουν χρήση του δικαιώματος αυτού αλλά επιλέγουν να παρακολουθούν το μάθημα όπως διδάσκεται με το ισχύον αναλυτικό πρόγραμμα.
Στις δηλώσεις του τόσο εντός της Βουλής όσο και στα ΜΜΕ ο Υπουργός Παιδείας κ. Νίκος Φίλης μοιάζει να έχει πειστεί ότι είναι αναγκαία η εφαρμογή στην πράξη των νέων Προγραμμάτων Σπουδών. Γνωρίζει βέβαια ότι αν επιχειρήσει μονομερώς την  αλλαγή αυτή, ερχόμενος σε αντίθεση με τη Διοικούσα Εκκλησία και την συντριπτική πλειονότητα των Θεολόγων που εκπροσωπεί η ΠΕΘ, θα οδηγηθεί στις γνωστές συνέπειες. Μεγάλο πολιτικό κόστος και απόρριψη στην πράξη του όλου σχεδίου από τους μάχιμους θεολόγους της τάξης που θα αρνηθούν να εφαρμόσουν προειλημμένες αποφάσεις.
Από την πλευρά της Εκκλησίας τα πράγματα, μετά από πολύ αγώνα και επιμονή κυρίως της ΠΕΘ και μερικών αγωνιστών Ιεραρχών, έχουν γίνει πλέον ξεκάθαρα. Η Εκκλησία συνοδικώς, σε επίπεδο Ιεραρχίας, αποφάσισε να στηρίξει τον ορθόδοξο χριστιανικό χαρακτήρα του μαθήματος απορρίπτοντας τα νέα Προγράμματα Σπουδών και θέτοντας στο περιθώριο τις λίγες φωνές επισκόπων που επιχείρησαν το προηγούμενο διάστημα να σύρουν την Σύνοδο σε μία θετική στάση απέναντι σε αυτά. Η παρέμβαση του Μητροπολίτου Ναυπάκτου Ιεροθέου στη Σύνοδο τόσο σε επίπεδο Διαρκούς Συνόδου όσο και στην Ιεραρχία υπήρξε καταλυτική.
Για τη συνέχεια του διαλόγου τα πρόσωπα των τριών Ιεραρχών που επελέγησαν για την Επιτροπή διαλόγου διασφαλίζουν ότι δεν θα υπάρξει υποχώρηση μπροστά στις αξιώσεις του ΙΕΠ και του Υπουργείου Παιδείας. Ο ένας εκ των τριών αυτών Ιεραρχών, ο Μητροπολίτης Φιλίππων Προκόπιος είχε ήδη από το Νοέμβριο του 2012  εκφράσει ενώπιον της Συνόδου την έντονη ανησυχία του για τα νέα Προγράμματα Σπουδών, με εμπεριστατωμένη εισήγηση, ζητώντας από τότε τη σύγκληση της Ιεραρχίας για το θέμα.
Ζητούμενο πλέον είναι η ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας να τηρήσει τη διαβεβαίωση που έχει δώσει δημόσια ότι δεν θα επιχειρήσει καμία αλλαγή στα Θρησκευτικά χωρίς διάλογο αλλά και να τηρήσει τους βασικούς κανόνες ενός επίσημου διαλόγου που δεν θα αναλωθεί σε μία - δύο συναντήσεις για απλή ανταλλαγή απόψεων. Δηλώσεις στελεχών του Υπουργείου Παιδείας που αναφέρουν ότι επίκειται ριζική αλλαγή του περιεχομένου του μαθήματος των Θρησκευτικών  δεν βοηθούν προς την κατεύθυνση ειλικρινούς διαλόγου αφού προκαταλαμβάνουν το αποτέλεσμα του μετατρέποντας τον σε προσχηματικό.
Και κάτι τελευταίο. Κύριος εκφραστής της θέσης ότι πρέπει να υπάρξει εφαρμογή των νέων Προγραμμάτων Σπουδών είναι, όπως προαναφέρθηκε, ο κ. Σταύρος Γιαγκάζογλου. Υπενθυμίζουμε λοιπόν το εύλογο ερώτημα του Μητροπολίτου Φιλίππων Προκοπίου στη εισήγησή του προς τη ΔΙΣ το Νοέμβριο του 2012 σχετικά με τους ισχυρισμούς του προαναφερθέντος Συμβούλου για τον πολυθρησκευτικό χαρακτήρα της χώρας μας: «Τώρα νακάλυψεν την πολυπολιτισμικότητα καί τόν πολυθρησκειακόν χαρακτρα τς Χώρας μας  πί σειράν τν Σύμβουλος το Παιδαγωγικο νστιτούτου; Καί θά σαν νεκτά σαπό τήν λευθέραν θρησκευτικήν συνείδησιν παγορεύονται, λλά πς συμβιβάζονται μέ τήν διευθυντικήν θέσιν του ες τήν «Θεολογίαν», τήν πίσημονκδοσιν τς τριμηνιαίας πιστημονικς κδόσεως τς κκλησίας τς λλάδος;σύμβατοι προσωπικαί πόψεις πρός τήν νατεθεσαν διακονίαν, τήν ποίαν σπουδααι καδημαϊκαί προσωπικότητες πηρέτησαν καί κλέισαν». Προφανώς κάποια στιγμή η Ιεραρχία θα πρέπει να εξετάσει και το ζήτημα της διεύθυνσης του επίσημου επιστημονικού της περιοδικού.
Ορθόδοξος Τύπος, 18/03/2016

ΣΧΟΛΙΟ:  Μπορούμε στ' αλήθεια σήμερα νά γιορτάσουμε τόν θρίαμβο τής Ορθοδοξίας; Τήν αναστήλωση τών εικόνων;  Δέν μπορούμε νά δούμε ότι σήμερα τήν αναστήλωση τών εικόνων τήν έχει αναλάβει τό Χόλλυγουντ; Καί ότι η εκκλησία διά χειρός Ζηζιούλα έχει αναλάβει τήν αναστήλωση τών αγαλμάτων; Τί είναι ο επίσκοπος ο οποίος απλώς παρίσταται στήν Θ. Ευχαριστία αγιάζοντάς την; Ο κλήρος πού τόν ακολουθεί δέν αναπαριστά τά ομιλούντα αγάλματα τής αρχαίας Φαραωνικής Θρησκείας; Καί οι θεολόγοι πού υποβάλλουν τά ερωτήματά τους χωρίς νά εξάγουν τά συμπεράσματά τους τί είναι, τί αναπαριστάνουν; Δέν έχουν αναστηλώσει τήν αρχαία Σφίγγα  η οποία σκότωνε μέ τό ερώτημά της τό οποίο δέν έπρεπε νά απαντηθεί διότι θά ήταν ύβρις καί ιεροσυλία η απάντησή του; Γιατί οι σημερινοί θεολόγοι δέν βγάζουν τά συμπεράσματά τους από τά ερωτήματα πού θέτουν στήν σημερινή Ιεραρχία; Τόσο δύσκολο είναι νά κατανοήσουμε ότι τό άλυτο πρόβλημα τής σημερινής μας εποχής είναι η έλλειψη συμπερασμάτων; Οχι απαντήσεων αλλά συμπερασμάτων; Οχι κρίσεων καί κατακρίσεων αλλά συμπερασμάτων; Οτι μόνον τό συμπέρασμα συμβαδίζει μέ τήν ζωή καί τήν αλήθεια; Οτι οδηγεί στήν πράξη καί στήν μεταστροφή; Τόσο δύσκολο είναι νά κατανοήσουμε ότι οι σημερινές καί οι αυριανές ποιμαντικές τής νίκης τής Ορθοδοξίας  επαναλαμβάνουν τό νενικήκαμεν τού Φιδιππίδη ο οποίος αμέσως μετά πέθανε;


"ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΣΤΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΤΟΥ ΑΠΟΛΥΤΟΥ ΜΥΣΤΗΡΙΟΥ"

ΦΩΣ ΣΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΥ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΑΠΟ ΤΟΝ 
ΔΑΜΑΣΚΗΝΟ ΤΟΝ ΣΤΟΥΔΙΤΗ


ΓΙΑΤΙ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΕΝΣΑΡΚΩΘΗΚΕ ΚΑΙ ΔΕΝ ΕΜΦΑΝΙΣΤΚΕ ΑΠΛΩΣ;
ΗΤΑΝ ΑΠΑΛΛΑΓΜΕΝΗ Η ΠΑΡΘΕΝΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΠΡΟΠΑΤΟΡΙΚΟ ΑΜΑΡΤΗΜΑ;
ΓΙΑΤΙ Ο ΓΑΒΡΙΗΛ ΡΩΤΗΣΕ ΤΗΝ ΠΑΝΑΓΙΑ ΑΝ ΘΕΛΕΙ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΘΕΟΜΗΤΩΡ;
ΓΙΑΤΙ Ο ΘΕΟΣ ΕΠΕΛΕΞΕ ΤΟΝ ΓΑΒΡΙΗΛ ΚΑΙ ΟΧΙ ΑΛΛΟΝ ΑΓΓΕΛΟ;
ΓΙΑΤΙ Ο ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΕΓΙΝΕ ΤΟ ΜΗΝΑ ΜΑΡΤΙΟ;
ΓΙΑΤΙ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΕΠΕΛΕΞΕ ΤΗΝ ΠΑΡΘΕΝΟ ΜΑΡΙΑ;
ΠΟΣΟ ΧΡΟΝΩΝ ΗΤΑΝ Η ΠΑΝΑΓΙΑ ΟΤΑΝ ΔΕΧΘΗΚΕ ΤΟΝ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟ ΤΗΣ; 



ΑΝΟΙΞΕ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΠΑΛΙ ΤΗΝ ΠΟΡΤΑ ΤΟΥ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΥ ΣΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ ΜΕ ΤΗΝ ΕΝΣΑΡΚΩΣΗ ΤΟΥ ...
ΕΝΕΔΥΘΕΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟ ΣΑΡΚΙΟ ΓΙΑ ΤΗ ΣΩΤΗΡΙΑ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΩΝ ...
ΕΓΕΝΝΗΘΕΙ ΚΑΙ ΔΕΝ ΦΑΝΕΡΩΘΗΚΕ ΕΤΣΙ ΑΠΛΑ "ΕΝ ΧΡΟΝΩ" ΓΙΑ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΧΟΡΗΓΟΣ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΣΩΤΗΡΙΑΣ ...
ΠΗΡΕ ΠΑΝΩ ΤΟΥ ΤΗΝ ΕΥΘΥΝΗ ΤΟΥ ΑΜΕΤΑΝΟΗΤΟΥ ΕΞΟΡΙΣΤΟΥ ΑΔΑΜ ΠΟΥ ΑΠΕΔΩΣΕ ΦΤΑΙΞΙΜΟ ΣΤΟΝ ΘΕΟ (ΔΕΝ ΦΤΑΙΩ ΕΓΩ Η ΕΥΑ ΠΟΥ ΜΟΥ ΕΦΕΡΕΣ ΜΕ ΠΑΡΕΣΥΡΕ ΚΑΙ ΕΚΕΙΝΗ ΑΠΑΝΤΗΣΕ: ΔΕΝ ΦΤΑΙΩ ΕΓΩ Ο ΟΦΙΣ ΜΕ ΕΞΑΠΑΤΗΣΕ) ΚΑΙ ΔΕΝ ΣΤΑΜΑΤΗΣΕ ΝΑ ΤΗ ΚΟΥΒΑΛΑΕΙ ΜΕ ΤΟ ΣΤΑΥΡΟ ΤΟΥ ΜΑΡΤΥΡΙΟΥ, ΟΧΙ ΜΟΝΟ ΜΕΧΡΙ ΤΟΝ ΓΟΛΓΟΘΑ, ΑΛΛΑ ΕΩΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΥΣΤΑΤΗ ΩΡΑ ΤΗΣ ΚΡΙΣΗΣ ...
ΠΑΝΩ ΣΕ ΑΥΤΟ ΤΟ ΣΤΑΥΡΟ ΟΛΗ Η ΑΝΘΡΩΠΟΤΗΤΑ ΣΤΟΙΒΑΓΜΕΝΗ ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΝΕΙ ΤΟ ΣΥΝΟΛΙΚΟ ΒΑΡΟΣ ΤΗΣ ΠΟΥ Ο ΚΥΡΙΟΣ ΔΕΝ ΑΡΝΗΘΗΚΕ ΝΑ ΣΗΚΩΣΕΙ ...  
Η ΠΑΡΘΕΝΟΣ ΜΑΡΙΑ ΑΠΟΤΕΛΟΥΣΕ ΚΑΙ ΕΚΕΙΝΗ ΜΕΡΟΣ ΤΟΥ ΦΟΡΤΙΟΥ ΑΥΤΟΥ, ΚΑΘΟΣΟΝ ΔΕΝ ΗΤΑΝ ΑΠΑΛΛΑΓΜΕΝΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΜΑΡΤΙΑ ΤΟΥ ΑΔΑΜ ...
ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ ΑΠΟ ΓΟΝΕΙΣ ΠΟΥ ΕΦΕΡΑΝ ΤΗΝ ΠΡΟΠΑΤΟΡΙΚΗ ΑΝΟΜΙΑ ...
   ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΘΕΙ ΟΜΩΣ ΚΑΙ ΑΠΑΛΛΑΧΘΗΚΕ  ...
Ο ΑΔΑΜ ΗΤΑΝ ΤΟ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΚΤΙΣΜΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΑΦΟΥ ΠΡΟΗΓΗΘΗΚΑΝ ΟΛΑ ΤΑ ΑΛΛΑ ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΜΑΤΑ  ΚΑΙ ΣΑΝ ΒΑΣΙΛΙΑΣ ΕΖΗΣΕ ΣΤΟΝ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ ΠΟΥ ΗΤΑΝ ΠΛΗΡΗΣ ΑΠΟ ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΠΛΑΣΤΗ ...
ΕΤΣΙ ΚΑΙ Η ΠΑΝΑΓΙΑ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΕΙ ΓΙΑ ΝΑ ΔΕΧΘΕΙ ΤΟΝ ΒΑΣΙΛΕΑ ΧΡΙΣΤΟ ...
ΤΗΝ ΡΩΤΗΣΕ Ο ΑΡΧΙΣΤΡΑΤΗΓΟΣ ΓΑΒΡΙΗΛ ΑΝ ΘΕΛΕΙ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΘΕΟΜΗΤΩΡ ΓΙΑΤΙ Ο ΘΕΟΣ ΔΕΝ ΑΝΑΓΚΑΖΕΙ ΤΗΝ ΠΡΟΑΙΡΕΣΗ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ...
ΤΟ ΘΕΛΗΜΑ ΤΟΥ ΚΑΘΕ ΕΝΟΣ "ΤΕΛΕΙΩΝΕΙ" ΤΗΝ ΑΡΕΤΗ ΤΟΥ ΓΙ ΑΥΤΟ Ο ΘΕΟΣ ΘΕΛΕΙ ΝΑ ΜΕΝΕΙ ΑΝΑΙΤΙΟΣ ΚΑΙ ΑΦΟΡΜΗ ΜΟΝΟ ΤΟΥ ΚΑΛΟΥ (ΟΣΤΙΣ ΘΕΛΕΙ ΟΠΙΣΩ ΜΟΥ ΕΛΘΕΙΝ) ...
Ο ΑΡΧΙΣΤΡΑΤΗΓΟΣ ΓΑΒΡΙΗΛ ΥΠΗΡΕΤΗΣΕ ΜΕΓΙΣΤΟ ΚΑΙ ΕΝΔΟΞΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΠΟΥ ΔΟΞΑΣΑΝ ΟΙ ΑΓΓΕΛΟΙ ΚΑΙ ΠΡΟΦΗΤΕΥΣΑΝ
ΟΙ ΠΡΟΦΗΤΕΣ ...
ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΑΡΧΑΓΕΛΛΟΥΣ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΤΙΣ ΓΡΑΦΕΣ, ΕΚΕΙΝΟΣ ΕΠΕΛΕΓΗ ΝΑ ΔΦΩΣΕΙ ΤΟ ΜΗΝΥΜΑ ΤΗΣ ΛΥΤΡΩΣΗΣ ΣΤΗ ΘΕΟΤΟΚΟ ΑΦΟΥ ΕΚΕΙΝΟΣ ΕΙΝΑΙ ΠΟΥ ΠΡΟΑΝΗΓΓΕΙΛΕ ΤΗ ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΗΣ ΚΑΙ ΤΗ ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ ...
ΜΗΝΑ ΜΑΡΤΙΟ ΤΗΣ ΕΔΩΣΕ ΤΟ ΜΗΝΥΜΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΑΦΟΥ ΜΗΝΑ ΜΑΡΤΙΟ ΕΓΙΝΕ ΚΑΙ Ο ΚΑΤΑΚΛΥΣΜΟΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΟΠΟΙΟ ΕΠΗΛΘΕ Η ΦΘΟΡΑ ΤΩΝ ΑΜΑΡΤΙΩΝ ..
ΣΑΝ ΝΕΑ ΚΙΒΩΤΟΣ Η ΠΑΝΑΓΙΑ ΟΔΗΓΗΣΕ ΣΤΗ ΛΥΤΡΩΣΗ, ΕΞΙ ΜΗΝΕΣ ΜΕΤΑ ΤΗ ΣΥΛΛΗΨΗ ΤΟΥ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ (ΜΗΝΑΣ ΜΑΡΤΙΟΣ), ΟΤΑΝ ΣΤΗ ΣΥΡΙΑ ΑΦΕΝΤΕΥΕ Ο ΚΥΡΗΝΙΟΣ, ΑΝΑΦΕΡΕΙ Ο ΛΟΥΚΑΣ Ο ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ...
"ΤΟ ΜΗΝΙ ΤΟ ΕΚΤΟ ΑΠΕΣΤΑΛΛΕΙ ΑΓΓΕΛΟΣ ΚΥΡΙΟΥ ΣΤΗΝ ΠΟΛΙ ΤΗΣ ΓΑΛΙΛΑΙΑΣ ΟΝΟΜΑΤΙ ΝΑΖΑΡΕΤ" ...
Η ΠΑΝΑΓΙΑ ΗΤΑΝ ΤΟΤΕ 15 ΕΤΩΝ ΚΑΘΟΣΟΝ ΤΑ ΤΡΙΑ ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΤΗΣ ΕΖΗΣΕ ΚΑΘ' ΟΛΟΚΛΗΡΙΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΓΟΝΕΙΣ ΤΗΣ ΚΑΙ ΤΑ ΥΠΟΛΟΙΠΑ 12 ΑΦΙΕΡΩΣΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΧΡΟΝΟ ΤΗΣ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΕΥΧΗ, ΔΙΠΛΑ ΣΤΟΝ ΙΕΡΕΑ ΘΕΙΟ ΤΗΣ ΖΑΧΑΡΙΑ ΠΟΥ ΤΗΝ ΠΗΡΕ ΕΝΤΟΣ ΤΟΥ ΙΕΡΟΥ, ΑΝΑΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΣ ΝΑ ΔΙΑΦΥΛΛΑΞΕΙ ΤΗΝ ΑΓΝΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ...
Ο ΔΙΑΒΟΛΟΣ ΓΝΩΡΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟΝ ΠΡΟΜΗΝΥΜΑ ΤΟΥ ΑΓΓΕΛΟΥ ΦΡΟΝΤΙΖΕ ΝΑ ΜΟΛΥΝΕΙ ΤΙΣ ΠΑΡΘΕΝΕΣ, ΑΛΛΑ ΤΗΝ ΠΑΝΑΓΙΑ ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΣΕ ΝΑ ΔΙΑΒΑΛΛΕΙ ...
Η ΘΕΟΤΟΚΟΣ ΗΤΑΝ ΕΠΙΛΟΓΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΓΙΑΤΙ ΑΠΟΤΕΛΟΥΣΕ "ΚΑΘΑΡΟ ΔΟΧΕΙΟ", ΑΞΙΟ ΤΗΣ ΕΝΣΑΡΚΩΣΗΣ ΤΟΥ ...
ΔΙΑΛΕΞΕ ΝΑ ΓΕΝΝΗΘΕΙ ΦΤΩΧΟΣ, ΤΑΠΕΙΝΟΣ ΚΑΙ ΑΦΑΝΗΣ, ΑΥΤΟ ΟΜΩΣ ΗΤΑΝ ΗΔΗ ΓΝΩΣΤΟ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΠΡΟΦΗΤΕΣ ΠΟΥ ΑΙΩΝΕΣ ΠΡΙΝ ΜΙΛΗΣΑΝ ΓΙΑ ΤΗ ΜΗΤΕΡΑ ΤΟΥ ...
ΘΥΓΑΤΕΡΑ ΤΟΥ ΤΗΝ ΑΠΟΚΑΛΕΣΕ Ο ΔΑΥΙΔ, ΑΠΟ ΤΗ ΓΕΝΕΙΑ ΤΟΥ ΟΠΟΙΟΥ ΚΑΤΑΓΟΤΑΝ, ΕΝΩ Ο ΙΑΚΩΒ ΚΑΙ Ο ΑΒΡΑΑΜ ΜΙΛΗΣΑΝ ΓΙ ΑΥΤΗΝ, ΟΠΩΣ ΚΑΙ ΤΟΣΟΙ ΑΛΛΟΙ ΠΡΙΝ ΑΚΟΜΑ ΓΕΝΝΗΘΕΙ Η ΜΗΤΕΡΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ...    
ΣΤΑ 15 ΤΗΣ ΕΖΗΣΕ ΜΙΑ ΑΚΟΜΑ ΕΚΛΠΛΗΞΗ ΟΤΑΝ ΤΟ ΑΓΙΟ ΠΝΕΥΜΑ ΑΝΟΙΞΕ ΤΟ ΒΛΕΜΜΑ ΤΗΣ ΚΑΙ ΜΠΟΡΕΣΕ ΝΑ "ΔΕΙ" ΟΤΙ ΘΑ ΤΗΝ ΛΑΤΡΕΨΟΥΝ ΕΘΝΗ ΚΑΙ ΟΤΙ ΣΤΑ ΠΟΔΙΑ ΤΗΣ ΘΑ ΤΗΝ ΠΕΣΕΙ ΟΛΟ ΤΟ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟ ΓΕΝΟΣ ...
ΓΕΝΝΗΣΕ ΕΚΕΙΝΟΝ ΠΟΥ ΑΝΕΒΑΣΕ ΤΟΝ ΑΔΑΜ ΣΤΟ ΜΕΡΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΕΞΕΠΕΣΕ ...
ΕΓΙΝΕ Η ΜΑΝΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΚΑΙ ΛΥΤΡΩΤΗ ΧΡΙΣΤΟΥ !!!

ΜΑΡΤΥΡΙΚΑ ΠΑΘΗ ΚΑΙ ΘΥΣΙΕΣ ΦΑΝΑΡΙΟΥ


eikona mesa

  • Ευαγγελισμός της Θεοτόκου και    Ευαγγελισμός του μαρτυρικού Γένους μας • Το Οικουμενικό Πατριαρχείο υπήρξε η μόνη κιβωτός σωτηρίας του Γένους μας

Ιωάννης Ελ. Σιδηράς
Θεολόγος-Εκκλησιαστικός Ιστορικός-Νομικός

     Σε μια στιγμή πόνου και ηθικής εξάρσεως ο περίφημος θεολόγος και ιεροκήρυκας Ηλίας Μηνιάτης, ενώ εκήρυττε στον Ιερό Ναό της Ελληνικής Κοινότητας της Βενετίας έπλεξε την προς την Θεοτόκο αποστροφή του λόγου του, ο οποίος είναι η κατάθεση της ψυχής του για την εθνική παλιγγενεσία που την οραματίστηκε μέσα από την Ορθόδοξη Εκκλησία, το μαρτυρικό Οικουμενικό μας Πατριαρχείο. Ο συγκλονιστικός εκείνος λόγος έχει ως εξής: «Έως πότε, πανακήρατε κόρη, το μαρτυρικό έθνος των Ελλήνων θα ευρίσκεται στα δεσμά μιας ανυποφέρτου δουλείας; Έως πότε θα βασιλεύονται από την ημισέληνο οι χώρες εκείνες στις οποίες ανέτειλε με ανθρώπινη μορφή από την ηγιασμένη σου γαστέρα ο μυστικός της Δικαιοσύνης Ήλιος; Αχ Παρθένε, ενθυμήσου πως στην Ελλάδα για πρώτη φορά παρά σε άλλο τόπο έλαμψε το ζωηφόρο φως της αληθούς πίστεως. Το ελληνικό Γένος εστάθη το πρώτο, που άνοιξε τις αγκάλες και εδέχθη το Θείο Ευαγγέλιο του Μονογενούς σου Υιού. Τούτο έδωσε στον κόσμο τους διδασκάλους, οι οποίοι με το φως της διδασκαλίας τους εφώτισαν τις αμαυρωμένες καρδιές των ανθρώπων.
      Λοιπόν, εύσπλαχνε Μαριάμ, παρακαλούμεν σε δια το “Χαίρε” εκείνο, που μας επροξένησε την χαρά, δια τον αγγελικό εκείνο ευαγγελισμό, που εστάθη της σωτηρίας μας το προοίμιον, χάρισέ του την προτέρα του τιμή. Σήκωσέ το από τα δεσμά στο σκήπτρο, από την αιχμαλωσία στο βασίλειο. Και αν αυτές οι φωνές μας δεν σε παρακινούν στα σπλάχνα, ας σε παρακινήσουν οι φωνές και οι παρακλήσεις των αγίων σου που ακαταπαύστως φωνάζουν απ’ όλα τα μέρη της μαρτυρικής Ελλάδος. Φωνάζει ο Ανδρέας από την Κρήτη, φωνάζει ο Σπυρίδων από την Κύπρο, φωνάζει ο Ιγνάτιος από την Αντιόχεια, φωνάζει ο Διονύσιος από την Αθήνα, φωνάζει ο Πολύκαρπος από την Σμύρνη, φωνάζει η Αικατερίνα από την Αλεξάνδρεια, φωνάζει ο Χρυσόστομος από την Βασιλεύουσα Πόλη, και καθώς σου επιδεικνύουν την σκληροτάτη τυραννίδα των αθλίων Αγαρηνών ελπίζουν από την άκρα ευσπλαχνία σου την απολύτρωση του Ελληνικού Γένους».
      Οι λόγοι αυτοί του Ηλία Μηνιάτη επαληθεύθηκαν και όντως η Θεία Πρόνοια κατηύθηνε τοιουτοτρόπως τις εξελίξεις ώστε η εθνική παλιγγενεσία του Γένους μας, ο Ευαγγελισμός του ρωμαίικου, να συμπέσει με τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου.

     Πρωτομάρτυρες στον αγώνα τούτο υπήρξαν οι Οικουμενικοί Πατριάρχες και οι Μητροπολίτες του Φαναρίου και πριν από την Επανάσταση μέσα στο διάβα των αιώνων, αλλά κυρίως μετά την 25η Μαρτίου του 1821. Πρώτος μεγαλομάρτυρας ο απαγχονισθείς Πατριάρχης Άγιος Γρηγόριος ο Ε΄ και μαζί του οι συνοδικοί Μητροπολίτες Εφέσου, Αγχιάλου και Νικομηδείας, που απαγχονίστηκαν την 10η Απριλίου 1821, ημέρα της Κυριακής του Πάσχα.
      Μετά από λίγες μέρες ακολούθησαν τον μαρτυρικό τους θάνατο και οι Πατριαρχικοί Μητροπολίτες Δέρκων, Αδριανουπόλεως, Τυρνόβου και Θεσσαλονίκης, ενώ την ίδια ημέρα απαγχονίστηκε και ο αρχιδιάκονος του Πατριάρχου Γρηγορίου του Ε΄, Νικηφόρος.
      Ταυτοχρόνως, απαγχονίστηκε στην Αδριανούπολη, όπου εφησύχαζε, ο πρώην Κωνσταντινουπόλεως Κύριλλος ΣΤ΄, ο οποίος προσευχόμενος επί του τόπου της αγχόνης μυστικώς εφώναξε ισχυρά το: «Μνήσθητί μου Κύριε, εν τη Βασιλεία σου».
      Είναι χαρακτηριστικά τα όσα καταγράφονται αψευδώς σχετικά με τον μαρτυρικό θάνατο των πατριαρχικών Μητροπολιτών που μετά τον Πατριάρχη Γρηγόριο τον Ε΄ επέδειξαν γενναιότητα και θυσιαστική αυταπάρνηση ως αληθείς ποιμένες της Εκκλησίας, ως γνήσιοι Φαναριώτες αρχιερείς. Ο Σ. Τρικούπης αναφέρει ότι οι «οι φιλόχριστοι αυτοί αρχιερείς, ενώ μετεφέροντο στον τόπο της φρικτής ποινής μέσα σε ένα πλοιάριο όλοι μαζί, προετοιμάστηκαν πλήρεις πίστεως και ευλαβείας να αποβιώσουν. Έψαλαν οι ίδιοι τη νεκρώσιμη ακολουθία, ικέτευσαν τον Θεό υπέρ αναπαύσεως των ψυχών τους και ευλόγησαν ο ένας τον άλλον λέγοντας το: «Μακαρία η οδός, ην πορεύη σήμερον». Οι αρχιερείς αυτοί καθώς αποχωρίζονταν ο ένας από τον άλλον για να απαγχονιστούν ο καθένας σε ιδιαίτερο τόπο, έδωσαν τον τελευταίο ασπασμό μεταξύ τους, λέγοντας εν συντριβή καρδίας «καλή αντάμωση, αδελφοί, εις την άλλην ζωήν».
      Ο δε γηραιός Μητροπολίτης Δέρκων ωσάν να ευλογούσε τον θάνατό του υπέρ της πίστεως και της Πατρίδος, ευλόγησε τρεις φορές σταυροειδώς την θηλιά, την οποία πέρασε ο ίδιος στον λαιμό του λέγοντας «Εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος», και φώναζε γενναία προς τον αγχονιστή: «Εκτέλεσε την εντολή του ασεβούς Κυρίου σου».
      Τα παραπάνω γραφέντα είναι ελάχιστα παραδείγματα εν σχέσει προς τα αναρίθμητα μαρτύρια, τις θυσίες και τα πάθη του εσταυρωμένου Οικουμενικού Πατριαρχείου υπέρ του Γένους μας. Δώδεκα Οικουμενικοί Πατριάρχες μαρτύρησαν φρικτά, δεκάδες-εκατοντάδες Πατριαρχικοί αρχιερείς και χιλιάδες απλοί κληρικοί και μοναχοί εγεύθησαν το ποτήριο του θανάτου υπέρ πίστεως και πατρίδος.

     Από τα πρώτα μέλη της Φιλικής Εταιρείας υπήρξαν οι κληρικοί του Οικουμενικού Πατριαρχείου και μάλιστα Αρχιερείς των οποίων ο αριθμός ανέρχεται περίπου στους 81. Γι’ αυτό ο υπασπιστής του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, ο Φώτιος Χρυσανθόπουλος ή Φωτάκος, έγραψε: «Ο αξιοσέβαστος κλήρος των Ελλήνων χριστιανών ευρίσκετο τότε παντού εμπρός και έδιδε την βαρύτητα και την βεβαιότητα στον σκοπό της επαναστάσεως και γι’ αυτό στους Έλληνες εφαίνετο ότι η σημαία της επαναστάσεως είναι στα χέρια του Θεού, δια των λειτουργών της θρησκείας του».
      Σε άλλο σημείο ο Φωτάκος πλήρης συγκινήσεως αναφωνεί: «Ευτυχισμένη ήταν η ημέρα της επαναστάσεως της ελληνικής φυλής, διότι και τότε και προ χρόνων ακόμη το έθνος είχε και τον θεόπεμπτο και σεβάσμιο κλήρο ως οδηγό του… Ο κλήρος παρουσιάστηκε εμπρός με τον σταυρό και με το όπλο στα χέρια του, έβαλε την φωνή εκ μέρους της θρησκείας και έδωκε το σύνθημα «Πατρίς και Θρησκεία»… εσυμβούλευσε, ευλόγησε, αγίασε τα όπλα, ύψωσε την σημαία του σταυρού… Έκαστος δε κληρικός επήρε πλέον ως έργο του πολέμου να παρευρίσκεται παντού στα στρατόπεδα και στα φροντιστήρια για να ετοιμάζει τα πολεμοφόδια και τις τροφές, όχι μόνον με τα ίδια έξοδα και θυσίες αλλά και με τα ίδια του τα χέρια… Άλλοι εξ αυτών πολεμούσαν τον εχθρό της πίστεως και της πατρίδος, μαζί με τους στρατιώτες και άλλοι πάλι να στέκονται έμπροσθεν του Υψίστου και να επικαλούνται την εξ ύψους βοήθεια… Έτσι δε ενεργείται η Ελληνική Επανάσταση από όλες τις τάξεις των κληρικών, των αρχιερέων, των ιερέων, των μοναχών και των μοναζόντων εις τα ιερά καταγώγια, τα οποία έγιναν κοινά δια την εθνική ελευθερία».

Η κατασυκοφάντηση της Επανάστασης του 21


Στα πλαίσια της αποδόμησης της ελληνικής εθνικής συνείδησης, οι εθνομηδενιστές ιστορικοί έχουν αποδυθεί σε ένα γενικευμένο εγχείρημα αποσύνδεσης της σχέσης του νεώτερου ελληνισμού, και μάλιστα του ελληνικού κράτους, με τις παλαιότερες περιόδους της ιστορίας μας.
Έτσι, η θεωρία τουΦαλμεράυερ, στη σύγχρονη –κατά Χομπσμπάουμ εκδοχή–, για την απουσία οποιαδήποτε σχέσης ανάμεσα στον ελληνισμό του 19ου αιώνα με το Βυζάντιο και την αρχαιότητα, έχει επανέλθει ως η σύγχρονη ακαδημαϊκή κατεστημένη ιστορία ενός θνήσκοντος(;) ελληνικού κράτους. Σε αυτό πλαίσιο, έχει ιδιαίτερα κακοποιηθεί η ελληνική ιστορία των χρόνων που προηγούνται άμεσα της Επανάστασης του ’21, όπως είχε φανεί και με το βιβλίο της κ. Ρεπούση. Διότι, σε εκείνη την ιστορική περίοδο, μπορεί να καταδειχτεί η οποιαδήποτε συνέχεια ή ασυνέχεια.
Στη μεταπολιτευτική περίοδο, και ιδιαίτερα μετά το 1990, θα γίνει το αποφασιστικό βήμα σε αυτή την κατεύθυνση, θα συγκροτηθεί μια μαρξίζουσα ιστοριογραφική σχολή, η οποία θα καταλάβει τις κυριότερες θέσεις των Πανεπιστημίων, των πολιτιστικών ιδρυμάτων και του «προοδευτικού» Τύπου, δηλαδή την ιδεολογική και πνευματική εξουσία, και θα εγκαταλείψει σταδιακώς κάθε αναφορά στην κυρίαρχη έως τότε εθνικο-απελευθερωτική συνιστώσα. Στο εξής, μία και μόνη ιδεολογική αντίθεση θα χαρακτηρίζει τον προεπαναστατικό ελληνισμό, η διχοτομία ανάμεσα στον «διαφωτισμό» και την «Εκκλησία»˙ διχοτομία η οποία, στο κοινωνικό και οικονομικό πεδίο, αναγνωρίζει πλέον την αστική τάξη, και μάλιστα τα ανώτερα στρώματά της, ως τον βασικό, αν όχι και αποκλειστικό, φορέα του «φωτισμού» και της επανάστασης.
Έτσι, οι αναλύσεις μαρξιστών όπως του Ζέβγου, του Σβορώνου, του Μοσκώφ, του Μάξιμου, του Ψυρούκη, ακόμα και του Κορδάτου, για τον μεταπρατικό χαρακτήρα της μεγαλο-αστικής τάξης της υπόδουλης Ελλάδας, σταδιακώς, βυθίζονται στη λήθη. Πράγματι, η συμμαχία των Οθωμανών με την αποικιοκρατική Δύση, που διείσδυε εμπορικά στην Ανατολή, και η γενικευμένη ανασφάλεια του οθωμανικού κράτους, υποχρέωσε την ελληνική μεγαλοαστική τάξη να στραφεί περισσότερο προς το εμπόριο μεταξύ Ανατολής και Δύσης και να δημιουργήσει μια εξαρτημένη σχέση με το δυτικό κεφάλαιο, ενώ μόνον τα μεσαία και κατώτερα στρώματα των βιοτεχνών, των καραβοκυραίων, των εμπόρων, θα συγκροτούν μια οιονεί «εθνική» αστική τάξη. Όλες αυτές οι επισημάνσεις, σταδιακώς αποσιωπούνται και προβάλλεται μόνον ο διαφωτιστικός και παιδευτικός ρόλος των Φαναριωτών, των μεγαλεμπόρων και των τραπεζιτών – σίγουρα υπαρκτός, αλλά σφραγισμένος από τη μεταπρατική υφή αυτών των τάξεων.
Μέσα από αλλεπάλληλες ιδεολογικές και κοινωνικές μετατοπίσεις, περάσαμε, από τον παλαιό μαρξιστικόυπερτονισμό των κοινωνικών αντιθέσεων στο εσωτερικό του υπόδουλου ελληνισμού, στην ανοικτή υποστήριξη των ελίτ ως φορέων της προόδου και στην περιφρόνηση των λαϊκών στρωμάτων ως σκοταδιστικών, υποβαθμίζοντας ακόμα και την ίδια τη συμμετοχή τους στην Επανάσταση του ’21.

Η απόρριψη της συνέχειας του ελληνισμού
Σε ορισμένες, μάλιστα, περιπτώσεις, αυτή η «νέα ιστοριογραφία» καθίσταται κυριολεκτικά σκανδαλώδης και οδηγεί σε εξωφρενικά συμπεράσματα. Μία από τις πλέον χαρακτηριστικές περιπτώσεις είναι εκείνη τουΒασίλη Κρεμμυδά, που επιχειρεί μια αναθεώρηση όχι μόνο της ιστοριογραφίας του ’21 αλλά και της ίδιας της Επανάστασης και, μάλιστα, σε Έκδοση της Βουλής των Ελλήνων, για την Ιστορία του Σπυρίδωνος Τρικούπη, της οποίας ανέλαβε να συγγράψει τον εισαγωγικό τόμο[1], και της οποίας τον πρόλογο υπογράφει η κ. Ψαρούδα-Μπενάκη, ως η τότε πρόεδρος της Βουλής.
Σε αυτή τη «ανάλυση», η οικονομική απογείωση του ελληνικού χώρου αποδίδεται αποκλειστικά στην επίδραση της Δυτικής Ευρώπης, χωρίς ούτε μία στιγμή να συνυπολογίζονται οι στρεβλώσεις που προκάλεσε η αποικιοκρατική διείσδυση του δυτικού κεφαλαίου. Γι’ αυτό, εξ άλλου, εκθειάζονται η Αγγλία και ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος ως οι σωτήρες της επανάστασης. Σύμφωνα με τον συγγραφέα, η «εμπορική αστική τάξη, είχε [ ] τον ίδιο χαρακτήρα με τις ευρωπαϊκές αστικές τάξεις»[2]! Όσο για την Επανάσταση του ’21, ήταν μια αστική –και όχι παλλαϊκή εθνική– επανάσταση, η οποία πραγματοποιήθηκε σχεδόν αποκλειστικά εξ αιτίας της οικονομικής κρίσης, που μάστιζε το εμπόριο και τη ναυτιλία, μετά τους Ναπολεόντειους Πολέμους. Δεδομένου ότι η αστική τάξη δεν μπορούσε να βρει απάντηση στα οικονομικά της προβλήματα, στράφηκε προς την «εθνική επανάσταση», εξ αιτίας της αδυναμίας του οθωμανικού κράτους να «ενσωματώσει στις λογικές» του τις «αυτονομήσεις των οικονομικών δραστηριοτήτων των υποδούλων»:
Για τον ελληνισμό των αρχών του 19ου αιώνα, υπόδουλο και παροικιακό, το ερώτημα για την απελευθέρωση των κοινωνικών δυνάμεων δεν μπορούσε παρά να υποκατασταθεί από το αίτημα για εθνικό κράτος˙ οι αυτονομήσεις των οικονομικών δραστηριοτήτων των υποδούλων, λόγω της αδυναμίας του Οθωμανικού κράτους να τις ενσωματώσει στις λογικές του, δεν είχαν μεγάλα περιθώρια επιτυχίας, κυρίως όταν, κατά τη δεύτερη δεκαετία του αιώνα, οι οικονομικές δραστηριότητες βυθίστηκαν σε βαθειά κρίση[3].
Έτσι μία −πραγματική− συνιστώσα της επανάστασης του ’21, η οικονομική κρίση, και μία −όντως σημαντική− κοινωνική τάξη, μεταβάλλονται στην αποκλειστική αιτία και κινητήρα της επανάστασης, μέσα από έναν αφόρητο και προκατακλυσμιαίο οικονομισμό. Μάλιστα, σε ολόκληρο το κείμενο, δεν γίνεται καμία διαφοροποίηση ανάμεσα στο πιο μεταπρατικό τμήμα της μεγαλοαστικής τάξης και την «εθνική αστική τάξη» των εσναφλήδων, των μικρεμπόρων και των βιοτεχνών, που όντως έπαιξαν πρωταρχικό ρόλο στη δημιουργία της Φιλικής Εταιρείας.
Και για να μη μείνει καμία αμφιβολία ως προς το προκρούστειο σχήμα του συγγραφέα, απορρίπτεται οποιαδήποτε συνέχεια της επανάστασης του ’21 με τις προηγούμενες εξεγέρσεις και επαναστατικές απόπειρες των Ελλήνων, ακόμα και με τον Ρήγα Φεραίο! Σημειώνει ο αναθεωρητής «αναλυτής»:
Εντούτοις, όσα υποστήριζε η παλιά ιστοριογραφία, ότι δηλαδή οι εξεγέρσεις, οι κινήσεις τα σχέδια κ.λπ. ήταν προοίμια της μεγάλης Επανάστασης που ερχόταν, δεν είναι κοντά στα πράγματα. [ ] Τότε που η κύρια αντίθεση κατακτητή και κατακτημένου ήταν η πίστη, δεν είχαν εμφανιστεί οι οικονομικές και κοινωνικές ανατροπές των τελευταίων 50 χρόνων και η εθνική συνείδηση ήταν ανύπαρκτη ή στα σπάργανα. Μέχρι το μήνυμα της Γαλλικής επανάστασης να απορροφηθεί ως συνείδηση απελευθέρωσης, ο μόνος τρόπος για απαλλαγή από τον αλλόθρησκο κατακτητή ήταν η βοήθεια του ομόθρησκου καθολικού Ευρωπαίου ή, ακόμη καλύτερα, του ομόδοξου Ρώσου[4].
Όσο λοιπόν η «κύρια αντίθεση» παρέμενε η πίστη, οι Έλληνες δεν διέθεταν καμία «εθνική συνείδηση» αλλά ανέμεναν τη γαλλική Επανάσταση για να την αποκτήσουν!
Ορθοδοξία και εθνική συνείδηση
Και όμως, γνωρίζουμε από πολύ παλιά, από τον Παπαρρηγόπουλο έως τον Βακαλόπουλο και τον Σβορώνο, πως, μετά, τουλάχιστον, το 1204, το ελληνικό έθνος παλεύει για την επιβίωση και την επιβεβαίωσή του˙ συνεπώς, υποχωρεί η οικουμενική συνείδηση, που το χαρακτηρίζει από την εποχή της ελληνιστικής έως τη μεσοβυζαντινή περίοδο, και, πλέον, η οικουμενική ορθόδοξη συνείδηση συνδυάζεται με την ανοικτή διεκδίκηση της ελληνικότητας, είτε αυτή αποκαλείται ρωμιοσύνη, είτε ελληνικότητα, είτε «γραικοσύνη»[5]. Στο εξής, η ορθόδοξη πίστη αποκτά για τους Έλληνες ανοικτά εθνική διάσταση. Όσοι Έλληνες εξισλαμίζονταν, χάνονταν οριστικά για τον ελληνισμό, ακόμα −τις περισσότερες φορές− και όσοι λατινοφρονούσαν. Και γι’ αυτό, στο ’21, ο σταυρός της ελληνικής σημαίας θα αποτελεί ταυτόχρονα εθνικόκαι όχι απλώς θρησκευτικό σύμβολο των Ελλήνων. Σε όλα δε τα επαναστατικά συντάγματα, από εκείνο της Επιδαύρου, και μετά:
το κατ’ εξοχήν νομικό και πολιτικό κριτήριο για τον ορισμό του Έλληνα πολίτη δεν συγκροτείται από την ελληνική γλώσσα [ ] ούτε από την εθνοτική προέλευση. Αποφασιστικό κριτήριο για την πρόσκτηση της ιδιότητας του Έλληνα πολίτη στα επαναστατικά Συντάγματα [ ] καθίσταται η «χριστιανική πίστη»[6].
Δεν έχουν σχέση λοιπόν –για τον συγγραφέα και, εμμέσως, για τη Βουλή των Ελλήνων– με το ελληνικό έθνος τα εκατομμύρια των θυμάτων του ελληνισμού, από τους εξισλαμισμούς, τους νεομάρτυρες, τους κλέφτες, από τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο έως τον Διονύσιο τον Φιλόσοφο και τον Λάμπρο Κατσώνη, ακόμα και τον Ρήγα Φεραίο˙ δεν συναρτώνται με την εθνική συνείδηση ούτε παρουσίαζαν καμία συνέχεια με το ’21! Το ελληνικό έθνος είναι αποκλειστικό δημιούργημα της αστικής τάξης, και μάλιστα της ύστερης, εκείνης που δημιούργησε η ευρωπαϊκή οικονομική επέκταση, καθώς και της γαλλικής Επανάστασης, δηλαδή αποτελεί, ούτως ή άλλως, εισαγόμενο είδος.
Ο συγγραφέας καταλήγει σε μια τέτοια αντίληψη −εμφανώς ηροστράτεια και εθνομηδενιστική− μέσα από μία αναπόφευκτη διαλεκτική αλληλουχία, στον βαθμό που αντιπαραθέτει την ελληνική εθνική συνείδηση με την Ορθοδοξία, με την οποία για αιώνες ταυτίζεται. Ιδού πως περιγράφει τον ρόλο της Εκκλησίας στη διάρκεια της Τουρκοκρατίας:
Η νομιμοποίηση του κοινωνικού ρόλου της Εκκλησίας ήταν αποκλειστικά συναρτημένη με τις συνθήκες της κατάκτησης˙ αλλά, ως τα μέσα περίπου του 18ου αιώνα, η Εκκλησία παρέμενε κοινωνικά αδρανής, γιατί η εξουσία της δεν αντλούνταν από την κοινωνία αλλά από το σουλτάνο και το Θεό[7].
Τέτοια ιστορική διαστρέβλωση όντως απαιτεί «προσπάθεια» − και μάλιστα σε βιβλίο που εξέδωσε η Βουλή των Ελλήνων. Η Εκκλησία παραμένει «κοινωνικά αδρανής», η δε νομιμοποίησή της δεν σχετίζεται καν με την οργάνωση του γένους των Ελλήνων, με την ίδια τη επιβίωσή του απέναντι στους εξισλαμισμούς, με την εκπαίδευσή του, με τη διαμόρφωση του κοινοτικού του ήθους. Όχι, συνεχίζει ο Κρεμμυδάς, «άλλωστε, οι υπόδουλοι −όχι μόνο οι Έλληνες− ήταν πιστοί απευθείας στον Θεό, χωρίς τη μεσολάβηση της Εκκλησίας»[8]. Τέτοια ανακρίβεια για τη σχέση Ελλήνων-Ορθοδοξίας, και, γενικότερα, για τη σχέση του ανθρώπου με τη θρησκεία και τον Θεό, απαιτεί όντως προσπάθεια για να διατυπωθεί γραπτώς. Η σχέση με τον Θεό, από τότε που διαμορφώνονται οι πολιτισμένες ανθρώπινες κοινωνίες, διαμεσολαβείται, θα λέγαμε συγκροτείται, από τις οργανωμένες θρησκείες και δεν είναι ποτέ αποκλειστικά ατομική − ακόμα και στην πιο ατομοκεντρική εκδοχή της, τον προτεσταντισμό, όπου όντως αναβαθμίζεται η ατομική σχέση. Μόνον ο ντεϊσμός και η «théologie naturelle», την οποία υιοθετεί ο Βολταίρος, δοκιμάζουν να μεταβάλουν τη θρησκεία σε μια απολύτως ατομική σχέση με το θείο, χωρίς όμως να το επιτύχουν, έστω και στο ελάχιστο. Ακόμα και η γαλλική Επανάσταση θα οργανώσει γιορτές για την εφήμερη λατρεία του Υπερτάτου Όντος.
Πόσο μάλλον στην Ορθοδοξία, και μάλιστα σε συνθήκες δουλείας, όπου η οργάνωση του θρησκευτικού γεγονότος ρυθμίζει ολόκληρη τη ζωή, ακόμα και την παραγωγή − η σπορά, ο θερισμός, ακόμα και τα ταξίδια των μαστοροσυντεχνιών συναρτώνται με θρησκευτικά γεγονότα και εορτές. Και το ίδιο συμβαίνει και με τα μεγάλα «πολιτικά» γεγονότα: από τις εκλογές των συντεχνιών, που πραγματοποιούνται την ημέρα της εορτής του προστάτη Αγίου της συντεχνίας, μέχρι την έναρξη της Επανάστασης του ’21, που θα συνδυαστεί με τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου. Στην πρώτη Εθνική Συνέλευση της Επιδαύρου, την 1η Ιανουαρίου του 1822, διαβάζουμε:
Όσοι αυτόχθονες κάτοικοι της Επικρατείας της Ελλάδος πιστεύουσιν εις Χριστόν εισίν Έλληνες[ ].
Στη δεύτερη Συνέλευση του Άστρους, όπου ψηφίζεται το πλήρες Σύνταγμα, στο Β΄ κεφάλαιο, επαναλαμβάνεται επί λέξει ή ίδια διατύπωση· το αυτό θα συμβεί και στο τελικό επαναστατικό Σύνταγμα της Τροιζήνας, του Μαΐου του 1827, στο άρθρο 6:
6. Έλληνες είναι
α. Όσοι αυτόχθονες της Ελληνικής Επικράτειας πιστεύουσιν εις Χριστόν.
β. Όσοι από τους υπό τον Οθωμανικόν ζυγόν πιστεύοντες εις Χριστόν, ήλθαν και θα έλθωσιν εις την Ελληνικήν Επικράτειαν [ ][9]:
Εδώ τα πράγματα γίνονται ακόμα πιο σαφή: Έλληνες αναγνωρίζονται, από τα φιλελεύθερα δημοκρατικά Συντάγματα της Επανάστασης, οι αυτόχθονες και «ετερόχθονες» Χριστιανοί της οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ωστόσο, δήθεν ιστορικοί έχουν το θράσος να διαστρεβλώνουν κατάφωρα την ιστορική αλήθεια για τη συνέχεια του ελληνισμού μέσω και δια της ορθόδοξης ταυτότητας.
[Ο ίδιος ο Κρεμμυδάς δε, σε πλήρη αντίφαση με την απόλυτη «αδράνεια» και την έλλειψη οποιουδήποτε κοινωνικού ρόλου της Εκκλησίας, είχε χαρακτηρίσει όλες τις προηγούμενες εξεγέρσεις των Ελλήνων ως εμπνεόμενες από την πίστη.] Και συνεχίζει:
Κοινωνικό ρόλο άρχισε να παίζει η Εκκλησία, το Πατριαρχείο, όταν αντιλήφθηκε ότι οι νέες ιδέες φθάνουν στον Ελληνισμό της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, στην «επικράτειά» του, δηλαδή. Ο σχηματισμός και η ισχυροποίηση της ελληνικής αστικής τάξης, η υιοθέτηση από ένα τμήμα της και του αντικληρικανικού[10] (sic, Γ.Κ.) κηρύγματος του Διαφωτισμού και της Γαλλικής Επανάστασης [ ] ταρακούνησαν το κατεστημένο σχήμα σχέσεων. [ ] Τότε ακριβώς το Πατριαρχείο ανέλαβε κοινωνικό ρόλο και τάχθηκε με το μέρος της αντεπανάστασης. [ ] Εντέλει, όταν ήρθε η ώρα να συμβάλει στην επιτυχία της Επανάστασης του δικού της έθνους, πήρε το μέρος του σουλτάνου…[11]
Όσο για τον σουλτάνο, εξαπέλυσε διώξεις κατά της Εκκλησίας, με εκατόμβες θυμάτων, και πρώτον τον Πατριάρχη, από «λανθασμένη εκτίμηση» και εσφαλμένη κοσμοθεωρητική οπτική!
Γιατί ο σουλτάνος δεν μπόρεσε να αντιληφθεί ότι για τον ελληνισμό [ ] η διαφορά στην πίστη είχε πάψει προ πολλού να συνιστά την κύρια αντίθεση με τον κατακτητή. [ ] Σ’ αυτές τις λογικές και τις αντίστοιχες συμπεριφορές του σουλτάνου είναι εύκολο να ανακαλύψουμε το λόγο που τον έκανε να οδηγήσει στην αγχόνη τον πατριάρχη Γρηγόριο Ε΄ (Πάσχα 1822), έναν ιδεολογικό σύμμαχο του στην πραγματικότητα[12].
Η απόρριψη της συνέχειας και το «σύνδρομο της Μελούνας»
Αυτή όμως η λυσσαλέα επίθεση κατά της Ορθοδοξίας δεν αποτελεί μία απλή ιδεοληψία του συγγραφέα˙ είναι απαραίτητη ώστε να μπορεί να κατασκευαστεί το σχήμα μιας ελληνικής εθνικής συνείδησης που αρχίζει να διαμορφώνεται μόλις με την, μετά το 1770, αναπτυσσόμενη αστική τάξη, και μετά τη γαλλική Επανάσταση. Διότι, εάν όντως η ελληνική εθνική συνείδηση συγκροτείται σε αντιπαράθεση με την Ορθοδοξία, και όχι σε ταύτιση ή συνάφεια μαζί της, τότε καθίσταται θεμιτή και η μετατροπή των ελάχιστων αντικληρικαλικών ή αντικληρικών κειμένων σε ορόσημα για τη «δημιουργία» εθνικής συνείδησης. Όπερ έδει δείξαι: Ούτε συνέχεια του ελληνισμού υπάρχει, ούτε σχέση με το Βυζάντιο και την αρχαιότητα˙ υπάρχει απλώς μια αντανακλαστική, παράγωγη της Δύσης, αστική ανάπτυξη, και μια εξ ίσου αντανακλαστική Επανάσταση, ως παρακολούθημα της γαλλικής.
Εάν, αντίθετα, η συνέχεια και η συνάφεια της νεότερης εθνικής συνείδησης με την Ορθοδοξία και το Βυζάντιο είναι πραγματική, όπως βεβαιώνει μέχρι σήμερα η ιστορική πραγματικότητα και η ιστοριογραφία του ελληνισμού, τότε είναι υπαρκτή και η γενικότερη ιστορική συνέχεια του ελληνισμού και δεν αποτελεί απλό παρακολούθημα της Δύσης. Όπως τόσο έξοχα και περιεκτικά είχε απαντήσει στο ερώτημα ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης,:
Ἡἐ­πα­νά­στα­σις ἡἐ­δι­κή μας δὲν ὁ­μοιά­ζει μὲ καμ­μιὰν ἀ­π’ ὅ­σαις γί­νον­ται τὴν σή­με­ρον εἰς τὴν Εὐ­ρώ­πην. Τῆς Εὐ­ρώ­πης αἱἐ­πα­να­στά­σεις ἐ­ναν­τί­ον τῶν δι­οι­κή­σε­ων των εἶ­ναι ἐμ­φύ­λιος πό­λε­μος. Ὁἐ­δι­κός μας πό­λε­μος ἦ­το ὁ πλέ­ον δί­και­ος, ἦ­τον ἔ­θνος μὲἄλ­λο ἔ­θνος. [ ] Μι­ὰν φο­ρὰν, ὅ­ταν ἐ­πή­ρα­μεν τὸ Ναύ­πλιον, ἦλ­θεν ὁἈ­μιλ­τοννὰ μὲἰ­δῇ· μοῦ εἶ­πε ὅ­τι: πρέ­πει οἱἝλ­λη­νες νὰ ζη­τή­σουν συμ­βι­βα­σμόν, καὶἡἈγ­γλί­α νὰ με­σι­τεύ­σῃ· ἐ­γὼ τοῦἀ­πε­κρί­θη­κα, ὅ­τι αὐ­τὸ δὲν γί­νε­ται πο­τέ, ἐ­λευ­θε­ρί­α ἢ θά­να­τος· ἐ­μεῖς, κα­πι­τὰν Ἄ­μιλ­τον, πο­τὲ συμ­βι­βα­σμὸ δὲνἐ­κά­μα­με μὲ τοὺς Τούρ­κους· ἄλ­λους ἔ­κο­ψε, ἄλ­λους ἐσκλά­βω­σε μὲ τὸ σπα­θὶ καὶἄλ­λοι, κα­θὼς ἐμεῖς, ἐ­ζού­σα­μεν ἐ­λεύ­θε­ροι ἀ­πὸ γεν­νε­ὰ εἰς γεν­νε­ά· ὁ Βα­σι­λεύς μας ἐ­σκο­τώ­θη, καμ­μί­α συν­θή­κη δὲν ἔ­κα­με, ἡ φρου­ρὰ του εἶ­χε παν­το­τι­νὸν πό­λε­μον μὲ τοὺς Τούρ­κους καὶ δύο φρού­ρια ἦ­τον πάν­το­τε ἀ­νυ­πό­τα­κτα· –μὲ εἶ­πε, ποία εἶ­ναι ἡ βα­σι­λι­κὴ φρου­ρά του, ποῖα εἶ­ναι τὰ φρού­ρια;– ἡ φρου­ρὰ τοῦ Βα­σι­λέ­ως μας εἶ­ναι οἱ λε­γό­με­νοι Κλέ­φται, τὰ φρού­ρια ἡ Μά­νη καὶ τὸ Σοῦ­λι καὶ τὰ βου­να· ἔτζι δὲν μὲὡμί­λη­σε πλέ­ον[13].
Ο Κολοκοτρώνης όχι απλώς θεωρεί την Επανάσταση του ’21 συνέχεια των προγενέστερων αγώνων του ελληνισμού, αλλά εξακολουθεί να αντιμετωπίζει τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο ως τον δολοφονημένο βασιλέα του και να βλέπει τους σκλαβωμένους Έλληνες σε διαρκή και ανειρήνευτο πόλεμο με τους Τούρκους, παρότι ο κ. Κρεμμυδάς φαίνεται να γνωρίζει καλύτερα το πρόβλημα – ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά στην Αγγλία.
Το διακύβευμα, λοιπόν, είναι εξόχως σημαντικό, γι’ αυτό αξίζει ακόμα και μία τόσο άτεχνη και χονδροειδή −ο καθείς και οι δυνατότητές του− απόπειρα αναθεώρησης.
Όμως, «επικίνδυνος» είναι και ο Ρήγας Φεραίος, και όχι μόνο διότι εξέδωσε τους «Χρησμούς του Αγαθάγγελου», έκδοση με την οποία δεν ασχολείται, ή ίσως αγνοεί, ο συγγραφέας, αλλά διότι παραπέμπει σε μια αντίληψη του ελληνισμού που τη συνδέει με τη βυζαντινή και οικουμενική του παράδοση:
Εντούτοις, τα πολιτικά σχέδια του Ρήγα δεν εξυπηρετούσαν τις προϋποθέσεις του έθνους-κράτους˙ το Σχέδιο προέβλεπε τη δημιουργία μιας Βαλκανικής αυτοκρατορίας στα ευρωπαϊκά εδάφη της Οθωμανικής. [ ] Το Σχέδιο του Ρήγα δεν συμβάδιζε με το έμμεσο, πάντα, κήρυγμα του Διαφωτισμού για έγερση των εθνικισμών. [ ] Αυτός είναι προφανώς ο λόγος που η Επανάσταση δεν χρειάστηκε το πολιτικό σχέδιο του Ρήγα˙ ήταν μια εθνική επανάσταση, με διακηρυγμένο το σκοπό της να δημιουργήσει εθνικό κράτος, όχι πολυεθνική αυτοκρατορία[14].
Πρόκειται για κατάφωρο βιασμό της ιστορικής αλήθειας, διότι η Επανάσταση του ’21 θα θελήσει να είναι καιπαμβαλκανική, σε πλήρη συνέχεια με το όραμα του Ρήγα, εξ ου και η Επανάσταση στη Μολδοβλαχία, και τα σχέδια για ταυτόχρονη κατάληψη της Κωνσταντινούπολης. Μόνο η αποτυχία της επανάστασης σε αυτό το ευρύτερο πεδίο θα την υποχρεώσει στον γεωγραφικό περιορισμό της στη Νότια Ελλάδα. Για την ελληνική συνείδηση του ’21, η επανάσταση στόχευε −με νέους όρους− στην ανασύσταση του ύστερου βυζαντινού κράτους, που, στο βάθος αυτής της συνείδησης, συνιστά τη βάση όλων των επαναστατικών αποπειρών. Για τη μυθική εκδοχή αυτής της παράδοσης, αυτή η ανασύσταση θα πάρει τη μορφή της Ανάστασης του μαρμαρωμένου βασιλιά, ή της έλευσης του «ξανθού γένους»˙ σε μια νεωτερική, σύγχρονη, εκδοχή, –του Ρήγα, και της Φιλικής– θα λάβει τη μορφή ενός σύγχρονου ρωμαίικου κράτους με περισσότερες εθνότητες και λαούς, αλλά με σύμβολο τον σταυρό και γλώσσα την ελληνική˙ τέλος δε, στους περισσοτέρους Έλληνες, θα εμφανίζεται με τη μορφή ενός κράματος και των δύο αυτών εκδοχών, της παραδοσιακής και της νεωτερικής, γι’ αυτό ο Ρήγας, παράλληλα με το Σύνταγμά του, θα εκδώσει και τους «Χρησμούς του Αγαθάγγελου».
Ο προκρούστειος μικροελλαδισμός του Κρεμμυδά θα επιμένει, σε όλη την έκταση του πονήματός του, να συρρικνώνει τα όρια της επαναστατικής απόπειρας στη δημιουργία του μικροσκοπικού κράτους της Προστασίας. Γι’ αυτό και θα μας καλεί επανειλημμένα να εγκαταλείψουμε τον «λαϊκισμό» της παλιάς ιστοριογραφίας και να αναγνωρίσουμε ιδιαίτερα τον «θετικό ρόλο» της Αγγλίας και του Μαυροκορδάτου στην εθνική απελευθέρωση των Ελλήνων, δηλαδή τον περιορισμό της επανάστασης σε ένα μικρό τμήμα εκείνου που σχεδίαζε η Φιλική Εταιρεία.
Μια τέτοια κατάληξη της επανάστασης υπήρξε προφανώς και συνέπεια της ίδιας της οικονομικής και κοινωνικής δομής της υπόδουλης κοινωνίας και η ευθύνη θα πρέπει να προσγραφεί κατ’ εξοχήν στις ίδιες τις ελληνικές ελίτ, που, εξ αιτίας του μεταπρατικού τους χαρακτήρα, δεν είχαν τη δυνατότητα να ξεσηκώσουν όλους τους βαλκανικούς λαούς, ή «να καταλάβουν» την Κωνσταντινούπολη. Ωστόσο, σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να αποσιωπάται ο ρόλος των μεγάλων δυνάμεων –και της Αγγλίας κατ’ εξοχήν– σε αυτόν περιορισμό της Επανάστασης, ούτε ακόμα περισσότερο να προσγράφεται στις θετικές εξελίξεις το γεγονός ότι η ελληνική Επανάσταση και το νεοσύστατο κράτος θα παραδοθεί στα χέρια της Αγγλίας και των μεγάλων δυνάμεων˙ διότι αυτή η παράδοση θα καθορίσει στη συνέχεια τον εσαεί εξαρτημένο χαρακτήρα του ελλαδικού κράτους. Στη χειρότερη περίπτωση, και από τον πιο «ρεαλιστή» ιστορικό, θα μπορούσε να θεωρηθεί ως μια αναγκαία, αλλά πάντως αρνητική, εξέλιξη.
Όταν, μάλιστα, είναι πασίγνωστο, πως η αγγλική επέμβαση θα πραγματοποιηθεί ακριβώς για να αποφευχθεί μια πιθανή κατάρρευση της οθωμανικής Αυτοκρατορίας στο σύνολό της, ίσως και μετά από παρέμβαση της Ρωσίας. Οι Άγγλοι δεν μας «χάρισαν» τίποτε, η ελληνική απελευθέρωση είχε δρομολογηθεί, και το ερώτημα ήταν έως που θα έφτανε και υπέρ ποίου θα λειτουργούσε εν τέλει. Όλα αυτά όμως είναι ψιλά γράμματα για τον αγγλόφιλο ιστορικό:
Μετά τη λήξη του Εμφυλίου, το καλοκαίρι του 1825 συγκεκριμένα, συνέβη κάτι επίσης σημαντικό: η Επανάσταση επισήμως ανέθεσε την «μοναδικήν υπεράσπισιν» της ελευθερίας, της ανεξαρτησίας, και της πολιτικής υπόστασης του έθνους στην Αγγλία. Την αίτηση προς την αγγλική κυβέρνηση είχαμε χαρακτηρίσει παλαιότερα ως «ψήφισμα της υποτέλειας»˙ είναι ώρα να την αναθεωρήσουμε. Γιατί επρόκειτο για πράξη που ωφέλησε τον αγώνα…[15]
Θα μπορούσαμε να συνεχίσουμε ad nauseam, διότι το συγκεκριμένο κείμενο ξεπερνάει ίσως κάθε προηγούμενο, εξ αιτίας της ανοικτής, ανενδοίαστης και αστήρικτης υποστήριξης αναληθειών που, όμως, κινδυνεύουν να γίνουν επίσημη ιδεολογία του ελληνικού κράτους. Και επί πλέον, το σημαντικότερο, αποτελεί έκδοση της ίδιας της Βουλής των Ελλήνων, που θα έπρεπε να πάρει τα αναγκαία μέτρα για να αποσυρθείαυτό το ιστορικά απαράδεκτο ανοσιούργημα.
Κλείνοντας, αξίζει να υπογραμμίσουμε πως, από το πόνημα αυτό, εκτός από τις αρές κατά της Εκκλησίας και τους ύμνους στην αστική τάξη, απουσιάζουν παντελώς ορισμένες τάξεις και στρώματα. Έτσι, ούτε καν αναφέρονται, έστω ως συνιστώσες της επανάστασης, οι… λαϊκές τάξεις, οι αγρότες, ο «χοντρός λαός» των αστικών κέντρων, οι βιοτέχνες, οι γυναίκες, οι μαχητές της επανάστασης. Το πόνημα της Βουλής των Ελλήνων ασχολείται αποκλειστικά με τις «ηγέτιδες» τάξεις − ίσως ως αντανάκλαση της ολιγαρχικής μετεξέλιξης της σύγχρονης δημοκρατίας και ως έκφραση της κατάντιας της πάλαι ποτέ αριστερής διανόησης. Από τον Ρήγα και τον Καραϊσκάκη, από τον Αντώνη Οικονόμου και τον Λυκούργο Λογοθέτη, θα μετατοπιστεί στον Μαυροκορδάτο και τους Εγγλέζους «συμμάχους».
Τι καλύτερη δικαιολογία, και ταυτόχρονα προοίμιο για την ξενοδουλεία των ελληνικών ελίτ και την ταύτισή τους με τη Δύση, ως παρασιτική απόφυσή της, από μια «Επανάσταση» η οποία είναι και αυτή δημιούργημα της Δύσης;! Αυτό απαιτούν οι σύγχρονες ανάγκες του ελληνικού κρατικού παρασίτου και αυτό προσφέρουν οι κάλαμοι που βρίσκονται στην υπηρεσία του.
* Το κείμενο αποτελεί μέρος ευρύτερης εργασίας-βιβλίου του συγγραφέα. Το άρθρο δημοσιεύεται στο περιοδικό «Μανιφέστο», στο τεύχος 17 του Απριλίου 2009.

Σάββατο, Μαρτίου 19, 2016

Ο θρίαμβος της Ορθοδοξίας (Μητροπολίτου Κυθήρων Σεραφείμ)




ΚΥΡΙΑΚΗ Α΄ ΝΗΣΤΕΙΩΝ (ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ)
ΔΙΔΑΓΜΑΤΑ ΕΚ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ
Ο ΘΡΙΑΜΒΟΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
Κατά τον σημερινό πανηγυρικό εορτασμό της Κυριακής της Ορθοδοξίας και της λαμπράς επετείου της αναστηλώσεως των Ιερών Εικόνων ψάλλουμε πανευφρόσυνα: «Ημέρα χαρμόσυνος, και ευφροσύνης ανάπλεως, πεφανέρωται σήμερον· φαιδρότης δογμάτων γαρ, των αληθεστάτων, αστράπτει και λάμπει, η Εκκλησία του Χριστού, κεκοσμημένη αναστηλώσεσιν, Εικόνων των αγίων νυν, εκτυπωμάτων και λάμψεσι· και ομόνοια γίνεται, των πιστών θεοβράβευτος».

Η δεινή αίρεσις της εικονομαχίας, που εταλάνισε την Αγία του Χριστού Εκκλησία επί ενάμισυ περίπου αιώνα, συνιστούσε βαρυτάτη ασέβεια κατά των ιερών εικόνων, της δογματικής διδασκαλίας της Εκκλησίας μας και της Ορθοδόξου Παραδόσεως της. Γι᾽αυτό και ψάλλει πανηγυρικά σήμερα η Ορθόδοξος Εκκλησία μας: «Ρομφαίαι νυν εξέλιπον, της δυσμενούς αιρέσεως, και το μνημόσυνον ταύτης, εξηφανίσθη μετ᾽ήχου· τον γαρ Ναόν σου Πάναγνε, πανευπρεπώς θεώμενοι, κεκοσμημένον χάρισι, των σεβασμίων Εικόνων, χαράς πληρούμεθα πάντες».
Στο Συνοδικό της Αγίας και Οικουμενικής Ζ´ Συνόδου υπέρ της Ορθοδοξίας ομολογείται, εξαίρεται και διακηρύσσεται η Αγία και αμώμητος Ορθόδοξος Πίστις και διατυπώνεται η ορθόδοξος Δογματική και ιδιαιτέρως η Χριστολογική διδασκαλία της Εκκλησίας μας και η περί της τιμής της Υπεραγίας Θεοτόκου, των Αγίων μας και Ιερών Εικόνων ορθόδοξος διδασκαλία.
Ας δούμε ωρισμένα αντιπροσωπευτικά αποσπάσματα σε απλουστευμένη γλώσσα.
«…. Εις τας αγίας Εικόνας βλέπομεν τα Πάθη του Δεσπότου Χριστού, που έπαθε χάριν ημών, τον Σταυρόν, τον Τάφον, τον Άδην νεκρούμενον και λεηλατούμενον, τους άθλους των αγίων Μαρτύρων, τους μαρτυρικούς στεφάνους, αυτήν την σωτηρίαν, την οποίαν, ο πρώτος αθλοθέτης και αθλοδότης και στεφανίτης μας, ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός, στο μέσον της γης, κατεργάσθηκε για χάρι μας. Αυτήν σήμερα την πανήγυρι εορτάζομε και κατ᾽αυτήν με ευχές και λιτανείες συνευφραινόμενοι και συναγαλλόμενοι, με ψαλμούς και άσματα κράζουμε· Τις Θεός μέγας, ως ο Θεός ημών; συ ει ο Θεός ημών, ο ποιών θαυμάσια μόνος».
Και στη συνέχεια αναφωνεί το Αιωνία η μνήμη για εκείνους, οι οποίοι «την ένσαρκον του Θεού Λόγου παρουσία με τον λόγο, με το στόμα, με την καρδιά και το νου, με συγγραφές και με τις άγιες Εικόνες ομολογούν».
Αναφωνεί, επίσης, το Αιωνία η μνήμη, για εκείνους οι οποίοι πιστεύουν και διακηρύσσουν, δηλ. ευαγγελίζονται τους λόγους με τα θεολογικά γράμματα, και πράγματα – γεγονότα, με εικονικά σχήματα, ώστε το καθένα από αυτά να συντελή εις την πευματική ωφέλεια, την δια των λόγων ανακήρυξι και την δια των Εικόνων βεβαίωσι της αληθείας».
Ακόμη απευθύνει την ευχή· Αιωνία η μνήμη για εκείνους, που «με τον θείο λόγο αγιάζουν τα χείλη τους, έπειτα μεταδίδουν την χάρι με τον λόγο του Θεού στους ακροατάς, γνωρίζουν δε και διακηρύσσουν ότι κατά παρόμοιο τρόπο αγιάζονται με τις σεπτές Εικόνες τα μάτια αυτών που τις βλέπουν. Ο νους των ανυψώνεται με αυτές τις άγιες εικόνες προς τον Θεό και αποκτά θεογνωσία, όπως γίνεται και με τους Ιερούς Ναούς, τα ιερά σκεύη και τα κειμήλια».
Στη συνέχεια μνημονεύονται στο Συνοδικό οι άγιοι Πατριάρχες, Αρχιερείς και λοιποί Κληρικοί και Μοναχοί και οι ευλογημένοι Βασιλείς, που εσεβάσθησαν και ετίμησαν τις Ιερές Εικόνες.
Όμως, στο Συνοδικό αυτό της Ορθοδοξίας καταδικάζεται η δεινή αίρεσις της εικονομαχίας, αλλά και όλες οι άλλες αιρέσεις, που διαχρονικά εμφανίστηκαν στον πνευματικό ορίζοντα της Εκκλησίας μας, και όλοι οι αιρεσιάρχες και αιρετικοί που κατά καιρούς διετάραξαν την ειρήνη του Χριστεπωνύμου πληρώματός της με τις κακόδοξες διδασκαλίες τους, που καταγράφονται.
Θα παραθέσουμε μερικά επιλεκτικά αποσπάσματα σε απλή έκφρασι.
«Αυτούς, που εκμηδένισαν με κακοήθειες τη θεία σου δόξα τους ωνείδισες, εκείνους που τόλμησαν να στραφούν με ασέβεια κατά της αγίας Εικόνος τους απέδειξες και θρασείς και δειλούς και άνανδρους».
Αναθεματίζει (το Συνοδικό) «εκείνους οι οποίοι με τον λόγο μεν δέχονται την ένσαρκον Οικονομίαν του Θεού Λόγου, δεν ανέχονται όμως να βλέπουν να εικονογραφήται αυτή με άγιες Εικόνες, και γι᾽αυτό ενώ με τον λόγο την αποδέχονται, στην πραγματικότητα όμως αρνούνται την σωτηρία μας».
Αναθεματίζει το συνέδριο εκείνο, το οποίο εφρύαξε κατά των σεπτών Εικόνων.
Αναθεματίζει εκείνους, «οι οποίοι εκλαμβάνουν ότι όσα λέγει η Θεία Γραφή κατά των ειδώλων ισχύουν για τις σεπτές Εικόνες Χριστού του Θεού ημών και των Αγίων Του».
Αναθεματίζει εκείνους που εν γνώσει τους κοινωνούν με αυτούς που υβρίζουν και ατιμάζουν τις σεπτές Εικόνες.
Αναθεματίζει «εκείνους που λέγουν ότι οι Χριστιανοί λατρεύουν ως θεούς τις Εικόνες».
Αναθεματίζει «εκείνους που υποστηρίζουν ότι άλλος, εκτός από τον Χριστό τον Θεόν μας, μας ελύτρωσε από την πλάνη των ειδώλων».
Ακόμη αναθεματίζει «εκείνον, ο οποίος δεν προσκυνεί τον Κύριό μας Ιησούν Χριστόν περιγραπτόν σε Εικόνα κατά το ανθρώπινο» και όλους συλλήβδην τους αιρετικούς.
Αντί όμως αυτών και των λοιπών αιρετικών δοξασιών και κακοδοξιών η Αγία μας Εκκλησία δογματίσασα ότι «η της Εικόνος τιμή επί το πρωτότυπον διαβαίνει» «προσκυνεί και ασπάζεται σχετικώς, ου λατρευτικώς, ουχ᾽ ως Θεούς, αλλ᾽ ως Εικόνας των αρχετύπων» τας σεπτάς Εικόνας του Χριστού, της Θεοτόκου και των Αγίων μας.
Ένα μόνο σύντομο παράδειγμα θα παραθέσωμε εις επίρρωσιν των όσων είπαμε για τις αιρέσεις και τους αιρετικούς, από το βιβλίο «Χαρίσματα και Χαρισματούχοι». Τόμος Α´, εκδ. Παρακλήτου.
Ο αββάς Ιωάννης και ο αιρετικός
Ο υποτακτκός του αββά Ιωάννου του Σαββαΐτου Θεόδωρος ήρθε στο κελλί του γέροντά του μαζί μ᾽ένα αιρετικό. Χτύπησαν την πόρτα και, όταν τους άνοιξε, έβαλαν και οι δύο μετάνοια. Έπειτα ο Θεόδωρος του ζήτησε να τους ευλογήση.
-Εσένα σ᾽ευλογώ. Όχι όμως αυτόν, απάντησε ο αββάς.
-Ευλόγησέ τον, παρακάλεσε ο Θεόδωρος.
-Δεν τον ευλογώ, γιατί είναι αιρετικός, είπε ο αββάς που πρώτη φορά τον έβλεπε. Θα τον ευλογήσω, εάν εγκαταλείψη την αίρεσι και επιστρέψη στην Εκκλησία.
Ο αιρετικός απόρησε με το διορατικό χάρισμα του γέροντος και υποσχέθηκε να επιστρέψη σύντομα στην Εκκλησία.
Το μήνυμα λοιπόν της σημερινής Κυριακής είναι να βδελυσσόμεθα και να αποστρεφόμεθα κάθε αίρεσι, που μας χωρίζει από τον Χριστό και την Εκκλησία μας, χωρίς, όμως, να μισούμε τους αιρετικούς και πλανεμένους, για τους οποίους οφείλουμε να προσευχόμαστε θερμά, και πρωτίστως και κυρίως να αφοσιωθούμε και να αγαπήσουμε τον Χριστό και την Αγία Του Εκκλησία, να τον γνωρίσουμε συνειδητά και ειλικρινά μέσα στη Θεία Λατρεία και με την μελέτη της Θείας Γραφής, να αναστηλώσουμε μέσα μας με τη χάρι του Θεού την θεία εικόνα Του και να τον λατρεύωμε με καθαρή καρδιά και φωτισμένη συνείδησι.
† Ο Κυθήρων Σεραφείμ

Ορθόδοξος Τύπος, 18/03/2016

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...