Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Κυριακή, Φεβρουαρίου 02, 2014

Μοναχός Ιάκωβος Βατοπεδινός (1807 – 2 Φεβρουρίου 1904)

Ο κατά κόσμον Ιωάννης Βαρσαμάς γεννήθηκε στο χωριό Παναγία της νήσου Θάσου το έτος 1807. Στη μονή Βατοπεδίου ήλθε το 1829. Κατά τη μοναχική του κουρά από Ιωάννης ονομάσθηκε Ιάκωβος.
Επί εξήντα έτη διετέλεσε τυπικάρης άριστος στο Καθολικό της μεγάλης μονής. Έχαιρε άκρας εκτιμήσεως άπ όλη την πολυπληθή αδελφότητα, λόγω της οσιότητος του βίου του, του ήθους, της υπομονής και της χάριτός του.
Το 1871, υστέρα από πρόσκληση του σουλτάνου Κωνσταντινουπόλεως, λόγω της ενσκηψάσης χολέρας, συνόδευσε την Τιμία Ζώνη της Θεοτόκου, με ειδικό ατμόπλοιο πού έφθασε στον όρμο της μονής για την παραλαβή. Μαζί με τον ιερομόναχο Ιωσήφ και τον μοναχό Γεράσιμο παρέμεινε με την Αγία Ζώνη επί τρίμηνο στην Κωνσταντινούπολη, τελώντας αγιασμούς στους οίκους και βλέποντας πολλά θαύματα της Παναγίας. Επέστρεψαν στη μονή με πολλά δώρα από τους ευσεβείς κατοίκους, oι οποίοι τους απέδωσαν μεγάλες τιμές, και με πολύ χρυσό από τον ίδιο τον σουλτάνο, τον οποίο είχε παρακινήσει να προσκαλέσει τους πατέρες με τον πολύτιμο θησαυρό ο Πατριάρχης Άνθιμος ς’ (1845-1848, 1853-1855, 1871-1873).
Ο γηραιός και ακέραιος αυτός μοναχός μετά παραμονή 75 ετών στη μονή ανεπαύθη εν Κυρίω στις 2.2.1904, μετά την αγρυπνία της Υπαπαντής του Κυρίου, προς υπάντηση του Χριστού, ως ο πρεσβύτης Συμεών ο Θεοδόχος.
Πηγές-Βιβλιογραφία: Γερασίμου Σμυρνάκη αρχιμ., Το Άγιον Όρος, Άγιον Όρος 1988, σ. 429 και σ. 438. Πληροφορίες μοναχού Ιωσήφ Βατοπεδινού.

Αναδημοσίευση από: Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου, Μέγα Γεροντικό εναρέτων αγιορειτών του εικοστού αιώνος Τόμος Α΄ – 1900-1955, Εκδόσεις Μυγδονία, Α΄ Έκδοσις, Σεπτέμβριος 2011

Μητροπολίτης Πειραιώς Σεραφείμ , Ο ενδεχόμενος χωρισμός Εκκλησίας - Κράτους στην ουσία είναι χωρισμός Εκκλησίας και Έθνους…….


DSC02792

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ  ΤΟΥ ΣΕΒΑΣΜΙΩΤΑΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΣΤΗΝ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ  «ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΟΣ» 1 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2014
-Τί απαντά για τα συσσίτια της Εκκλησίας.
- Διατυπώνει αδιάσειστα επιχειρήματα κατά του Σιωνισμού, του Μαρξισμού, του Καπιταλισμού.
-Τί εννοεί όταν λέγει για τη «Θεσμοθέτηση του Ισλάμ».
- Γιατί καταδικάζει την ελεύθερη επιλογή συντρόφου και το σύμφωνο ελεύθερης συμβίωσης.
- Ο χωρισμός Εκκλησίας - Κράτους  υποστηρίζει ότι στην ουσία είναι χωρισμός Εκκλησίας και Έθνους. 

Έ­χου­με σή­με­ρα την μεγά­λη ευ­λο­γί­α α­πό τον Πα­νά­γα­θο Θε­ό να φι­λο­ξε­νού­με στις στή­λες του “Εκ­κλη­σιο­λό­γου” συ­νέ­ντευ­ξη του Σε­βα­σμιω­τά­του Μητροπολί­του Πει­ραιώς κ.κ. Σεραφείμ που πα­ρα­χώ­ρη­σε στον κ. Α­λέ­ξαν­δρο Κ. Κολ­λιό­που­λο εκ­δό­του της ε­φη­με­ρί­δος.
- Σε­βα­σμιώ­τα­τε, στην Θεί­α Λει­τουρ­γί­α ε­πί τη 34η ε­πε­τεί­ω Επανακομιδής του Σταυρού του Αγί­ου Αν­δρέ­ου στον τό­πο του μαρτυρί­ου του την Πά­τρα, μι­λή­σα­τε για τρί­α α­πό τα μη­νύ­μα­τα που απορ­ρέ­ουν α­πό τη βιω­τή του Α­γί­ου. Θα θέ­λα­με περιληπτι­κά να μας τα α­να­φέ­ρε­τε και πά­λι προς πνευ­μα­τι­κή ω­φέ­λεια των πι­στών.
Εκ προ­οι­μί­ου ευ­χα­ρι­στώ για την ευ­και­ρί­α και δυ­να­τό­τη­τα της κα­τα­θέ­σεως των τα­πει­νών μου θέ­σε­ων. Με­τά πολ­λής ευ­γνω­μο­σύ­νης προς τον πεπνυμένον οια­κο­στρό­φον και πολυτάλα­ντον Ποι­με­νάρ­χην Σας Σεβ. Μη­τρο­πο­λί­την Πατρών κ. ΧΡΥ­ΣΟ­ΣΤΟ­ΜΟΝ α­ξιώ­θη­κα της ευλο­γί­ας να προ­σέλ­θω τα­πει­νός προ­σκυ­νη­τής στον Πρω­τό­κλη­το Α­πό­στο­λο και έ­φο­ρο και πο­λιού­χο Πα­τρών Ά­γιο Αν­δρέ­α και να αι­σθαν­θώ την α­εί­ζω­ο χά­ρη του μαρ­τυ­ρι­κού του λει­ψά­νου και του μαρτυ­ρι­κού του Σταυ­ρού. Η κρα­ταιά α­γά­πη και η α­νυ­πό­κρι­τος ευ­γέ­νεια του Μητρο­πο­λί­του Σας μου πα­ρεί­χε την δυ­να­τό­τη­τα να α­πευ­θύ­νω ο­ρι­σμέ­νους τα­πεινούς λό­γους στο σώ­μα της Εκ­κλη­σί­ας α­να­φε­ρό­με­νος σε τρί­α μη­νύ­μα­τα που α­πορρέ­ουν α­πό το σταυ­ρο­α­να­στά­σι­μο βί­ω­μα του Πρωτο­κλή­του των Α­πο­στό­λων. Το πρώ­το η με­τα­φυ­σι­κή των πρά­ξε­ων που α­πο­τε­λεί την δυ­να­μι­κή έκ­φρα­ση της νο­μοτέ­λειας και της αν­θρώ­πι­νης αιω­νί­ου δια­στά­σε­ως. Το δεύ­τε­ρο η γνη­σιό­της και αυ­θε­ντι­κό­της του μη­νύ­μα­τος του Πρω­το­κλή­του «ευ­ρή­κα­με τον Μεσ­σί­α» που απο­δει­κνύ­ε­ται και προ­συ­πο­γρά­φε­ται με το μαρ­τυ­ρι­κό του αί­μα που ε­πό­τι­σε τον τι­μιώ­τα­το Σταυ­ρό Του και το τρί­το η Α­πο­στο­λι­κό­της της Εκ­κλη­σί­ας μας που α­πο­τε­λεί το ε­χέγ­γυο της σω­τη­ρί­ας μας διό­τι μας εμ­βα­πτί­ζει εις την μαρτυ­ρί­α και το μαρ­τύ­ριο των «αυ­το­πτών και υ­πη­ρε­τών του Λό­γου».
- Σε­βα­σμιώ­τα­τε, η Εκ­κλη­σί­α στη συ­γκυ­ρί­α τη ση­με­ρι­νή υ­πη­ρε­τεί το λα­ό με συσ­σί­τια. Εί­σθε ευ­χα­ρι­στη­μέ­νος με την προ­σπά­θεια αυ­τή; Κα­τά πό­σο ε­ξα­ντλεί­ται η α­πο­στο­λή της Εκ­κλη­σί­ας.
Η α­πο­στο­λή της Εκ­κλη­σί­ας εί­ναι κα­τά τον ιε­ρό Γρη­γό­ριο τον Θε­ο­λό­γο «αρπά­σαι ψυ­χάς και δού­ναι Θε­ώ» δηλ. η εγ­χρί­στω­ση και η θέ­ω­ση του αν­θρω­πί­νου προ­σώ­που, η υ­πέρ­βα­ση της φθο­ράς και του θα­νά­του, με έ­να λό­γο η Α­νά­στα­ση. Η Εκκλη­σί­α δεν εί­ναι Υ­πουρ­γεί­ο Κοι­νω­νι­κών Υ­πη­ρε­σιών αλ­λά α­πό την κοι­νω­νί­α της με τον ζώ­ντα Θε­ό α­πορ­ρέ­ει ως γε­γο­νός η με­το­χή στην θλί­ψη και τον πό­νο των ε­μπε­ρι­στά­των και η α­γά­πη που πη­γά­ζει α­πό τον ά­κτι­στο και Πα­νά­γιο Θε­ό, ο Οποί­ος κα­τά τον θε­σπέ­σιο Ευαγ­γε­λι­στή Ιω­άν­νη «α­γά­πη ε­στί». Συ­νε­πώς η κού­φιση των εν α­νά­γκαις α­πο­τε­λεί ου­σιώ­δη προ­ϋ­πό­θε­ση και α­πό­δει­ξη αλ­λη­λο­πε­ριχω­ρή­σε­ως ε­ντός του σώ­μα­τος της Εκ­κλη­σί­ας κα­τά την με­γα­λειώ­δη ρή­ση του Αδελ­φο­θέ­ου Ια­κώ­βου «πί­στις ά­νευ έρ­γων νε­κρά ε­στί».
- Σε­βα­σμιώ­τα­τε, έ­χε­τε γρά­ψει και έ­χε­τε μι­λή­σει και κα­τά του Ι­σλα­μι­σμού και κα­τά του Σιω­νι­σμού και κα­τά του Μαρ­ξι­σμού και κα­τά του κα­πι­τα­λι­σμού. Ποια εί­ναι η δύ­να­μη που σας ε­μπνέ­ει και δια­τυ­πώ­νε­τε α­διά­σει­στα ε­πι­χει­ρή­μα­τα ε­να­ντί­ον τους και ποια τα «ό­πλα» που χρη­σι­μο­ποιεί­ται;
Η δο­μή της Εκ­κλη­σί­ας μας ως σώ­μα­τος Χρι­στού κα­τα­λύ­ει κά­θε –ι­σμό. Κάποιος που συ­νει­δη­τά εί­ναι ε­ντε­ταγ­μέ­νος στην Εκ­κλη­σί­α με την πά­ρο­δο του χρό­νου εν­στερ­νί­ζε­ται ό­τι κά­θε αν­θρώ­πι­νο δη­μιούρ­γη­μα υ­λι­κό ή πνευ­μα­τι­κό επει­δή κα­τα­σκευά­ζε­ται α­πό φθαρ­τό και α­τε­λή δη­μιουρ­γό, τον άν­θρω­πο, φέ­ρει ε­ντός του και τα σπέρ­μα­τα της φθο­ράς και του τέ­λους, ε­νώ μό­νο ο,τι εμ­βα­πτίζε­ται στο α­εί­ζω­ο πυρ της Α­να­στά­σε­ως που δια­τη­ρεί ά­σβε­στο η Εκ­κλη­σί­ας μας α­φθαρ­το­ποιεί­ται και υ­περ­βαί­νει τα στε­νά ό­ρια του χώ­ρου και του χρό­νου επε­κτει­νό­με­νο στο ε­πέ­κει­να. Συ­νε­πώς σχε­τι­κά με αυ­τά τα συ­στή­μα­τα που ως ανθρώ­πι­νες ε­πι­νο­ή­σεις έ­δω­σαν την ελ­πί­δα ό­τι μπο­ρούν να  συμ­βά­λουν στην πρόο­δο του πο­λι­τι­σμού τρα­γι­κά α­πε­δεί­χθη με τα στρα­τό­πε­δα συ­γκε­ντρώ­σε­ως των Να­ζί και τα Γκου­λά­γκς του Στα­λι­νι­σμού η πνευ­μα­τι­κή τους γυ­μνό­τη­τα, η πλα­σμα­τι­κή αί­σθη­ση α­σφά­λειας, έ­τσι ώ­στε η α­νε­στιό­τη­τα των αν­θρώ­πων να συ­νεχί­ζε­ται και η α­νά­γκη για υ­πέρ­βα­ση του θα­νά­του να μην ι­κα­νο­ποιεί­ται. Την Ανά­στα­ση μέ­σα στην Εκ­κλη­σί­α την εγ­γυώ­νται ο Α­να­στάς Δο­μή­τωρ Της και η α­ναστη­μέ­νοι δι’ Αυ­τού Ά­γιοί Της. Ε­μείς λοι­πόν οι α­γω­νι­ζό­με­νοι α­τε­λώς και ανα­ξί­ως τη μό­νη δύ­να­μη που μπο­ρού­με να α­ντλή­σου­με εί­ναι α­πό τους Α­γί­ους και Μάρ­τυ­ρές μας και ε­πό­με­νοι αυ­τών να προ­σπα­θού­με να ε­ναρ­μο­νί­ζου­με το λόγο και το βί­ω­μά μας με το φως της ζω­ής τους.
- Σε­βα­σμιώ­τα­τε, εί­σθε κα­τά της α­νέ­γερ­σης τε­μέ­νους στην Α­θή­να, ε­πει­δή αυ­τό θε­σμο­θε­τεί το Ι­σλάμ. Τι εν­νο­εί­τε ό­ταν λέ­τε «Θε­σμο­θέ­τη­ση του Ι­σλάμ», α­φού χώ­ροι του Ι­σλάμ υ­πάρ­χουν πολ­λοί.
Το Ι­σλάμ για τον νο­μι­κό, πνευ­μα­τι­κό και θρη­σκευ­τι­κό πο­λι­τι­σμό της Ευρώ­πης α­πο­τε­λεί στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα κα­τα­στρο­φι­κή λα­τρεί­α και α­σύμ­βα­τη κο­σμο­θε­ω­ρί­α. Αυ­τό κα­τα­νό­η­σαν στην μα­κρυ­νή χώ­ρα του Α­να­τέλ­λο­ντος η­λί­ου, την Ια­πω­νί­α, και α­πα­γο­ρεύ­ε­ται ως θρη­σκευ­τι­κή πα­ρα­δο­χή. Πρό­κει­ται για ψευ­δοθρη­σκεί­α ε­πι­βί­ω­ση του αρ­χαί­ου Α­ρεια­νι­σμού που ε­πι­πλέ­ον α­πο­θε­ώ­νει τον ιε­ρό πό­λε­μο (Τζι­χά­ντ) και α­πο­λυ­το­ποιεί το πί­στευ­μά της με το πρό­ταγ­μα της ακό­μη και διά της βί­ας ε­ξα­φά­νι­σης κά­θε θρη­σκευ­τι­κής ετερότη­τας. Το Ι­σλάμ έ­χει πλη­γώ­σει στην πρό­σφα­τη ι­στο­ρί­α τό­σο βά­ναυ­σα το Γέ­νος και την Πα­τρίδα μας, που κά­θε οι­κο­γέ­νεια έ­χει στην ρί­ζα της πρό­γο­νο που προ­σέ­φε­ρε το μαρτυ­ρι­κό του αί­μα για την στε­ρέ­ω­ση, την ι­στο­ρι­κή μας ε­πι­βί­ω­ση και την δια­τήρη­ση της αυ­το­συ­νει­δη­σί­ας μας. Α­πό την άλ­λη πλευ­ρά ο α­πο­δε­κα­τι­σμός του Ελλη­νι­σμού α­πό τους μου­σουλ­μά­νους στις αρ­χέ­γο­νες κοι­τί­δες του της Κων/πολης και της Μ. Α­σί­ας, ο διαρ­κής διωγ­μός του α­ει­φεγ­γούς Φα­να­ρί­ου του Γέ­νους μας, οι βε­βη­λω­μέ­νες Εκ­κλη­σί­ες μας που με­τα­τρέ­πο­νται α­κό­μα και σή­με­ρα σε τε­μέ­νη, ο α­πη­νής διωγ­μός των Χρι­στια­νών στην Μ. Α­να­το­λή και πα­ράλ­λη­λα η παρού­σα α­δρά­νεια και ε­γκλη­μα­τι­κή α­νε­κτι­κό­τη­τα των Αρ­χών στην πα­τρί­δα μας και την Ευ­ρώ­πη έ­να­ντι των μου­σουλ­μά­νων που ε­πει­χει­ρούν μια νέ­α κα­τά­κτη­ση και αλ­λοί­ω­ση της δη­μο­γρα­φι­κής συν­θέ­σε­ως του τό­που μας δεν πα­ρέ­χουν κα­νένα ε­χέγ­γυο σω­στής λει­τουρ­γί­ας τε­μέ­νους, που θα πα­ρα­μεί­νει λα­τρευ­τι­κός χώ­ρος και ό­χι προ­πα­γαν­δι­στι­κό βή­μα του πα­νι­σλα­μι­σμού και του νε­ο­ο­θω­μα­νισμού. Ταυ­τό­χρο­να η α­να­γνώ­ρι­ση α­πό την έν­νο­μη τά­ξη της χώ­ρας του Ι­σλάμ ως θε­σμού δι­καί­ου με την α­νί­δρυ­ση ΝΠΔΔ εν μέ­σαις Α­θή­ναις α­να­πό­δρα­στα θα ο­δηγή­σει στην de facto και de jure στρε­βλή πο­λυ­πο­λι­τι­σμι­κό­τη­τα που ε­πι­διώ­κουν ε­θνο­μηδε­νι­στι­κοί πο­λι­τι­κοί κύ­κλοι και εν συ­νε­χεί­α στην ου­δε­τε­ρό­θρη­σκη πο­λι­τεί­α και στην κα­τάρ­γη­ση των συ­νταγ­μα­τι­κώς προ­βλε­πο­μέ­νων σχέ­σε­ων Εκ­κλη­σίας και Πο­λι­τεί­ας.
- Σε­βα­σμιώ­τα­τε, δέ­χε­σθε την ε­λευ­θε­ρί­α ως δώ­ρο θε­όσ­δο­το. Για­τί κα­τα­δικά­ζε­τε την ε­λεύ­θε­ρη ε­πι­λο­γή συ­ντρό­φου και το σύμ­φω­νο ε­λεύ­θε­ρης συμ­βί­ωσης;
Θε­ο­λο­γι­κά και αν­θρω­πο­λο­γι­κά η με­τα­τρο­πή ε­νός αν­θρω­πί­νου προ­σώ­που σε χρη­στι­κό α­ντι­κεί­με­νο α­πο­τε­λεί κα­κούρ­γη­μα διό­τι με­τα­βάλ­λει τον άν­θρωπο σε ι­διο­τε­λές και ε­γω­πα­θές ε­μπό­ρευ­μα, κα­τά κα­νό­να μιάς χρή­σε­ως. Ε­πο­μένως η Εκ­κλη­σί­α που φεί­δε­ται της α­ξιο­πρε­πεί­ας και της ε­λευ­θε­ρί­ας του αν­θρωπί­νου προ­σώ­που  κα­τα­δι­κά­ζει τη δυ­να­τό­τη­τα ή την ε­πι­λο­γή να ζή­σει κά­ποιος με έ­ναν άλ­λο άν­θρω­πο ε­κτός γά­μου αλ­λά και την ε­πί­ση­μη θε­σμο­θέ­τη­ση ε­νός άτυ­που «ε­ναλ­λα­κτι­κού» γά­μου. Κα­τά τον με­γα­λειώ­δη ο­ρι­σμό του Μο­δε­στί­νου ο γά­μος ο­ρί­ζε­ται ως «συ­γκλή­ρω­σις του βί­ου πα­ντός» και κα­τά την ορ­θό­δο­ξη ανθρω­πο­λο­γί­α ως α­νά­λη­ψις του ε­τε­ρο­φύλ­λου προ­σώ­που και ως ο­λο­κλή­ρω­σις της αν­θρω­πί­νης προ­σω­πι­κό­τη­τος. Ο­ποια­δή­πο­τε σχέ­ση που με­τα­βάλ­λει τον άν­θρωπο σε χρη­στι­κό α­ντι­κεί­με­νο δεν μπο­ρεί να πε­ρι­βλη­θεί το μαν­δύ­α του γά­μου και στην συ­νέ­χεια να έ­χει και τα ε­πα­κό­λου­θα της ιε­ρό­τη­τός του ό­πως κλη­ρονο­μιά, υ­ιο­θε­σί­α κλπ. Στην προ­σπά­θεια λοι­πόν α­πο­μεί­ω­σης-έκ­πτω­σης του πα­νανθρώ­πι­νου αυ­τού υ­περ­πο­λι­τι­σμι­κού θε­σμού και στην πρά­ξη με­τα­βο­λής του ιε­ρού μυ­στη­ρί­ου του γά­μου που κα­θι­στά τον νυμ­φί­ο και την νύμ­φη συν­δη­μιουργούς του Δη­μιουρ­γού-Θε­ού και συ­νε­χι­στές του έρ­γου Αυ­τού και στη με­τα­τροπή του σε α­πλή γρα­φειο­κρα­τι­κή υ­πό­θε­ση δεν μπο­ρού­με να συμ­φω­νή­σου­με, α­φού ο­δη­γεί την κοι­νω­νί­α σε ά­κρι­τη α­πο­δο­χή και εν­σω­μά­τω­ση εκ­φυ­λι­στι­κών κοινω­νι­κών δο­μών, τις ο­ποί­ες αν δε­χθεί και εν­σω­μα­τώ­σει, α­να­πό­δρα­στα στο μέλ­λον θα με­τα­νο­ή­σει φρι­κτά.
- Σε­βα­σμιώ­τα­τε, σας «τρο­μά­ζει» ή σας εί­ναι α­διά­φο­ρο ο χω­ρι­σμός Κράτους Εκ­κλη­σί­ας;
 Ο εν­δε­χό­με­νος χω­ρι­σμός Εκ­κλη­σί­ας-Κρά­τους που στην ου­σί­α εί­ναι χω­ρισμός Εκ­κλη­σί­ας και Έ­θνους για­τί με το ι­σχύ­ον Σύ­νταγ­μα έ­χει συ­ντε­λε­σθεί ο χω­ρι­σμός Εκ­κλη­σί­ας και Κρά­τους με τους γνω­στούς δια­κρι­τούς ρό­λους δη­μιουρ­γεί βά­σι­μους προ­βληγ­μα­τι­σμούς κυ­ρί­ως για την τύ­χη του Κρά­τους, της πολι­τι­κής ε­ξου­σί­ας, για το πό­σο α­κό­μη θα α­παν­θρω­πο­ποι­η­θεί ε­άν συμ­βεί αυ­τό. Οι σχέ­σεις συ­ναλ­λη­λί­ας Εκ­κλη­σί­ας και Κρα­τι­κής ε­ξου­σί­ας μυ­στι­κά με­ταγ­γί­ζει α­πό τον Εκ­κλη­σια­στι­κό Ορ­γα­νι­σμό στον θε­σμό του κρά­τους με­ρί­δα ευ­λογί­ας και χά­ρι­τος του Θε­ού που προ­κα­λεί­ται διά της ευ­χής της Εκκλη­σί­ας. Τρό­πον τι­νά η σχέ­ση αυ­τή εί­ναι πα­ράλ­λη­λη με την σχέ­ση σώ­μα­τος και ψυ­χής. Φαντα­στεί­τε λοι­πόν το Κρά­τος-Σώ­μα α­πο­ξε­νω­μέ­νο α­πό την φυ­σι­κή του ε­νό­τη­τα με την Εκ­κλη­σί­α-Ψυ­χή του, να κυ­κλο­φο­ρεί ά­ψυ­χο, ά­νευ­ρο, νε­κρο­ζώ­ντα­νο. Τό­τε ο,τι νέ­ο πα­ρά­γει θα α­πο­πνέ­ει δυ­σω­δί­α, πε­ρισ­σό­τε­ρη (δια)φθο­ρά, με­γα­λύ­τε­ρη φθαρτό­τη­τα και τε­λι­κά θά­να­το. Αυ­τό θα α­πο­τε­λεί και έ­ναν ε­πί πλέ­ον λό­γο να α­παξιω­θεί έ­τι πε­ρισ­σό­τε­ρο το Κρά­τος και να ο­δη­γη­θεί α­κό­μα μα­κρύ­τε­ρα α­πό το σκο­πού­με­νο που εί­ναι η δια­κο­νί­α του πο­λί­τη.
- Σε­βα­σμιώ­τα­τε, για­τί κά­ποιος α­ξί­ζει να εί­ναι Ορ­θό­δο­ξος Χρι­στια­νός;
Ό­που να γυ­ρί­σει κα­νείς το βλέμ­μα σή­με­ρα θα α­ντι­κρύ­σει πο­λύ κα­κό και πολ­λή α­σχή­μια. Ο μέ­γι­στος Ρώσ­σος δι­η­γη­μα­το­γρά­φος Φ.Μ. Ντο­στο­γιέφ­σκυ ο­μο­λογεί σε μια προ­φη­τι­κή του ρή­ση ό­τι η ο­μορ­φιά θα σώ­σει τον κό­σμο. Αν δεν συ­νει­δη­το­ποι­ή­σου­με ό­τι ο κό­σμος (στο­λί­δι-ο­μορ­φιά) του κό­σμου μας εί­ναι ο Χριστός ό­πως προ­σφέ­ρε­ται α­λη­θι­νός και α­κέ­ραιος α­πό την Εκ­κλη­σί­α μας και την δι­σχι­λιε­τή πα­ρά­δο­σή της τό­τε ό­λο αυ­τό το οι­κο­δό­μη­μα του πο­λι­τι­σμού, της προ­ό­δου και της ε­ξέ­λι­ξης που δη­μιουρ­γή­σα­με φα­ντά­ζει σαν έ­νας νέ­ος πύρ­γος της Βα­βέλ που υ­πεν­θυ­μί­ζει διαρ­κώς ό­τι η έ­παρ­ση και η αυ­τάρ­κεια μα­θη­ματι­κώς ο­δη­γούν στο βά­ρα­θρο της α­πο­τυ­χί­ας και του κο­λα­σμού προ­σώ­πων και πράξε­ων. Οι άν­θρω­ποι σή­με­ρα δι­ψούν την α­λή­θεια αλ­λά η α­λή­θεια δεν α­πο­τε­λεί ιδε­ο­λη­ψί­α ή υ­πο­κει­με­νι­κή προ­σέγ­γι­ση αλ­λά πρό­σω­πο, τον Χρι­στό που α­και­νοτό­μη­τα και χω­ρίς προ­σθα­φαι­ρέ­σεις προ­σφέ­ρει σε κά­θε ευ­χα­ρι­στια­κή σύ­να­ξη το σώ­μα Του που εί­ναι η Μί­α, Α­γί­α, Κα­θο­λι­κή και Α­πο­στο­λι­κή Ορ­θό­δο­ξη Εκ­κλησί­α των Α­πο­στό­λων και των Α­γί­ων 9 Οι­κου­με­νι­κών Συ­νό­δων. 

"Μην απελπίζεσαι! Ο Θεός ποτέ δεν θα σε αφήσει...!"

Δεν υπάρχει θλίψις ή στενοχώρια που να μην μπορεί να εξαφανίσει ο Κύριος και να μου δώσει από την δική Του χαρά.

*****

Μην απελπίζεσαι! Ο Θεός ποτέ δεν θα σε αφήσει και δεν θα παύσει για την πίστη και για τον ζήλο σου να σε παρηγορεί στην προσευχή και να σε δυναμώνει.

*****

Όταν ενώνομαι με τον Θεό, αισθάνομαι χαρά και γαλήνη στην ψυχή μου. Όταν προσκολλώμαι στα αισθητά πράγματα του κόσμου, στεναχωριέμαι και θλίβομαι.

*****

Την παρουσία μέσα μας του Χριστού την φανερώνει η γλυκύτητα της καρδιάς, η γαλήνη στις αισθήσεις και η ηρεμία.

*****

Να αντιστέκεσαι σε κάθε άσχημη σκέψη, σε κάθε αίσθημα έχθρας ή αντιπάθεια προς τους άλλους ανθρώπους, και ο Θεός θα σε βοηθήσει, και οι καλές σκέψεις θα επικρατήσουν των πονηρών , και η αγάπη θα επικρατήσει της έχθρας. Αλλιώς θα σε κυριεύσουν άσχημες σκέψεις και αισθήματα αντιπάθειας.

*****

Όπως ο Θεός βλέποντας την πίστη μας και το ζήλο στην προσευχή , γλυκαίνει την ψυχή μας και την δυναμώνει, το ίδιο και ο διάβολος, βλέποντας την αδυναμία μας και την έλλειψη της επιμονής, πληγώνει την καρδιά μας με θλίψη ,την παραλύει και την κάνει ανίκανη για προσευχή.

*****

Αν έχεις στην καρδιά σου την πίστη και την αγάπη στον Χριστό, ποτέ δεν θα ταραχτείς.

Αγίου Ιωάννου Κροστάνδης
Πηγή

Περίοδος Τριωδίου- σκέψεις π.Θεοδόσιος Μαρτζοῦχος




…Ἐδῶ εἶναι ὁ Παράδεισος κι ἡ κόλαση εἶναι ἐδῶ…
(λαϊκὸ τραγούδι)

(ἢ …ὅπως ὁ τσοπάνος χωρίζει τὰ πρόβατα ἀπὸ τὰ κατσίκια...)
(Τὸ εὐαγγέλιο)

Πολλοὶ ἄνθρωποι καὶ παλαιότερα καὶ τώρα, ἀρνούμενοι μιὰ μεταφυσικὴ ἐκδοχὴ συνέχισης τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου σὲ κατάσταση Παραδείσου (τέλεια εὐδαιμονία) ἢ σὲ κατάσταση κολάσεως (ταλαιπωρία ἀπόλυτης μόνιμης μοναξιᾶς) καὶ θέλοντας νὰ «γελάσουν» μὲ τὶς λαϊκότροπες χαλκογραφίες ποὺ παρίσταναν τὴν κόλαση σὰν ἕνα «τόπο» φωτιᾶς καὶ μαρτυρίων σωματικῶν καὶ τὸν Παράδεισο σὰν ἕνα «κῆπο» μὲ φρεσκοκουρεμένο γκαζὸν γεμάτο ὄμορφα λουλούδια στὸν ὁποῖον περιδιάβαιναν ἀργόσχολοι χαζούληδες γεμάτοι...ἀρετές, ἰσχυρίζονται ὅτι τέτοια πράγματα εἶναι ἀνυπόστατα καὶ συνεπῶς «ἐδῶ εἶναι ὁ Παράδεισος κι ἡ κόλαση εἶναι ἐδῶ»!

Ἂς δοῦμε ὅμως… τὸ τραγούδι ἀναλυτικά!

Ὁ Χριστὸς στὸ 25ο κεφάλαιο τοῦ κατὰ Ματθαῖον Εὐαγγελίου περιγράφει μὲ τρεῖς εἰκόνες τὴν σχέση τῶν ἀνθρώπων μὲ τὸν Θεό.

Στὴν εἰσαγωγικὴ καὶ πρώτη (κεφ. 25,1-13) μὲ τὴν γνωστὴ παραβολὴ τῶν Δέκα Παρθένων θέτει τὸ θέμα ὄχι τῆς θεωρητικῆς μόνον ἀγάπης τῶν ἀνθρώπων γιὰ τὴν συνάντηση μὲ τὸν Δημιουργὸ-Νυμφίο τους (ἐξῆλθον εἰς ἀπάντησιν τοῦ νυμφίου), ἀλλὰ καὶ τὸ θέμα τῆς οὐσιαστικῆς προετοιμασίας γι’ αὐτὴν τὴν συνάντηση (ἔλαιον...εἰς τὰ ἀγγεῖα). Δὲν φτάνει μόνον νὰ περιμένεις• χρειάζεται νὰ ἔχεις τὰ ἀναγκαῖα γι’ αὐτὴ τὴ συνάντηση, ὥστε νὰ μὴ ἀποδειχθεῖς...ἀνόητος (μωραὶ παρθένοι). Ἀρχικὴ λοιπὸν προϋπόθεση εἶναι νὰ εἶσαι στὴν ἑτοιμότητα τῆς ἀγάπης γιὰ μία...αἰφνίδια ἔκκληση-συνάντηση!

Στὴν δεύτερη εἰκόνα (κεφ. 25, 14-30) περιγράφεται τὸ μυστήριο τοῦ ἐκ Θεοῦ...γονιδιώματος, ἀφοῦ Αὐτὸς δίνει στὸν ἕνα «πέντε τάλαντα», στὸν δεύτερο «δύο τάλαντα» καὶ στὸν τρίτο «ἕνα τάλαντο». Κανεὶς δὲν ξέρει ἀπὸ ποῦ καὶ γιατί προέκυψαν σ’ αὐτὸν τὰ ὅποια προσόντα-τάλαντά του. Τὸ βάρος ἄλλωστε γιὰ τὸν Χριστὸ δὲν πέφτει στὸ πόσα ἔχεις ἀλλὰ στὸ τί τὰ κάνεις! Κι ἐδῶ ἔχουμε δύο στάσεις-ἀντιμετωπίσεις. Κάποιους ποὺ κοπιάζουν νὰ αὐξήσουν τὰ δοθέντα (τὰ πέντε-δέκα, τὰ δύο-τέσσερα) καὶ κάποιους ποὺ κλείνονται στὸν ἑαυτό τους καὶ θάβουν στὸ κλουβὶ τοῦ ἐγωϊσμοῦ τους τὴν δωρεά. Ἡ κατάληξη γιὰ τοὺς πρώτους εἶναι «εἴσελθε εἰς τὴν χαρὰν τοῦ Κυρίου σου», ἐνῶ γιὰ τοὺς δεύτερους «τὸ σκότος τὸ ἐξώτερον».

Καὶ ἐρχόμαστε στὴν καταληκτικὴ τρίτη εἰκόνα (κεφ. 25, 31-46) στὴν ὁποῖα τὸ πλαίσιο τῆς σχέσεως τίθεται δυναμικὰ καί... μονόπλευρα, «ἐν τῇ δόξῃ αὐτοῦ» καὶ «ἐπὶ θρόνου δόξης αὐτοῦ». Ὁ Χριστὸς ἔρχεται ὡς Ἥλιος ἀνατέλλων. Μία κίνηση ζωοποιοῦ δυναμισμοῦ ἀνεξάρτητου ἀπὸ τὶς ἐπιλογὲς καὶ ἐπιθυμίες τῶν ἀνθρώπων καὶ τῶν κτισμάτων. Κάτω ἀπὸ τὰ μάτια καὶ τὸ φῶς τοῦ ἀληθινοῦ Ἥλιου τῆς Δικαιοσύνης Χριστοῦ «συναχθήσονται... πάντα τὰ ἔθνη».

Ὁ φυσικὸς ἥλιος μὲ τὴν παρουσία καὶ τὸ φῶς του ἀποσαφηνίζει ὅσα μέσα στὸ σκοτάδι ποὺ προηγεῖται εἶναι στὰ μυαλὰ καὶ στὰ μάτια πολλῶν ἀνθρώπων, σὲ μπέρδεμα καὶ παρανόηση. Καὶ ὁ Χριστὸς μὲ τὴν ἔνδοξη παρουσία Του «ξεχωρίζει» τοὺς ἀνθρώπους «ὥσπερ ὁ ποιμὴν τὰ πρόβατα ἀπὸ τῶν ἐρίφων». Δὲν φτιάχνει «πρόβατα» καὶ «ἐρίφια». Τὰ βρίσκει. Ἡ δική του παρουσία ἁπλῶς κάνει σαφῆ τὴν ποιοτική τους διαφορὰ καὶ αὐτὸ ποὺ μέχρι τὴν παρουσία τοῦ Χριστοῦ ἦταν σὲ σύγχυση, ἀσάφεια καὶ ἀνάμιξη (τὸ καλὸ καὶ τὸ κακό, ὁ πόνος καὶ ἡ καλωσύνη, τὸ δάκρυ καὶ ἡ σκληρότητα, ὁ θάνατος καὶ ἡ εὐζωΐα γενικῶς τὸ σκάνδαλο τοῦ κόσμου μας) τώρα πλέον ἀποκτᾶ τὴν πραγματικὴ μόνιμη καὶ σαφῆ θέση του.

Αἰωνιότητα δὲν εἶναι κάτι• εἶναι ΚΑΠΟΙΟΣ. Εἶναι ὁ Χριστός. Ζωὴ εἶναι ὁ Χριστός. Καὶ μετὰ θάνατον ζωὴ εἶναι ἡ σχέση μαζί Του. Ὅμως ὑπάρχει σχέση ἀγάπης ἐξ ὁμοιότητος καὶ σχέση ἀπέχθειας ἀπὸ φιλαυτία. Ἐκεῖνος ἀγαπᾶ ὅλους μονίμως καὶ διαρκῶς μὲ τὴν ἴδια ἔνταση. Στὸ ἴδιο μέτρο καὶ τὴν Παναγία καὶ τὸν διάβολο καὶ τοὺς ἀνθρώπους.

Ἡ ποιότητα τῆς σχέσης μας μαζί Του, ἐξαρτᾶται ἀπό μᾶς. Ἑξαρτᾶται ἀπὸ τὴν θυσία μας νὰ ἀποκτήσουμε «ἔλαιον» στὰ ἀγγεῖα τῆς ὕπαρξής μας. Ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὸν κόπο μας νὰ διπλασιάσουμε τὸ «τάλαντο» ποὺ μᾶς ἔδωσε. Ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὴν ἀγάπη ποὺ ἀποκτήσαμε δουλεύοντας τὶς ἀρετὲς ποὺ μᾶς ὑπέδειξε τὸ θέλημά Του ὥστε νὰ ἔχουμε «μάθει» νὰ ἀγαπᾶμε. Ἐκεῖνος εἶναι ἀγάπη. Ἐμεῖς μιμούμενοι τὸν τρόπο καὶ τὶς ἐντολὲς Του ἀποκτᾶμε ἀγάπη καὶ ἔτσι Τοῦ μοιάζουμε. Γινόμαστε παιδιά Του. Ἡ συνάντησή μας μαζί Του εἶναι χαρὰ «ἀνεννόητος» (ποὺ δὲν τὴν χωράει, δηλαδή, ἀνθρώπινο μυαλό). Γίνεται ἡ σχέση Παράδεισος. Ὅμως ὅλος αὐτὸς ὁ κόπος ξεκινάει ἀπὸ ἐδῶ. «Ἐδῶ εἶναι ὁ Παράδεισος...».

Καὶ στὶς δύο κατηγορίες-τοποθετήσεις τῶν ἀνθρώπων ὁ Χριστὸς ἀπευθύνει τὸ ἴδιο «ἐρωτηματολόγιο»: Νοιάστηκες τὸν πεινασμένο καὶ τὸν διψασμένο; Τὸν ξένο; Τὸν μετανάστη; Τὸν γυμνό; Τὸν ἄρρωστο; Τὸν φυλακισμένο; Στὰ πρόσωπα ὅλων αὐτῶν ὁ Χριστὸς «ταυτοποίησε» τὸν ἑαυτό Του. Ὅσοι εἶχαν δουλέψει στὴν τήρηση τῶν ἐντολῶν (νηστεία-ἐγκράτεια, ὄχι ὡς καταξιωτικὰ κατορθώματα ἀλλὰ ὡς τρόπο ἐλευθερίας ἀπὸ τὴν φιλαυτία μετὰ τὰ ὁποῖα ἡ προσευχὴ γίνεται σχέση μετοχῆς στὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ), εἶχαν βγεῖ στὴν ἁπλωσιὰ τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ καὶ εἶχαν ἀποκτήσει ἀνιδιοτελῆ ἀγάπη• ἀνταποκρίθηκαν στὸ «ἐρωτηματολόγιο» τοῦ Χριστοῦ μὲ τὴν εὐτυχία καὶ τὴν χαρὰ τῆς συνάντησης μὲ γνώριμο πρόσωπο. Ἡ παρουσία τοῦ Χριστοῦ ἔγινε αἰώνια καὶ μόνιμη πηγὴ αὔξουσας εὐτυχίας. Τὸ φῶς δὲν χορταίνεται!

Ὅσοι κλείστηκαν στὴν αὐταπάτη τῆς ἐγωιστικῆς ἰδιοτελοῦς ἀγάπης γιὰ νὰ μὴ χάσουν καὶ θυσιάσουν καὶ κουραστοῦν, αὐτὴ ἡ αὐτοερωτικὴ τους τοποθέτηση τοὺς ἔκανε νὰ μὴ μποροῦν νὰ ἀνταποκριθοῦν στὴν Σταυρικὴ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ. Ἀντίθετα, ἡ παρουσία Του τοὺς ἐνοχλεῖ γιατί τὸν φαντάζονται καὶ Αὐτὸν ὡς κάποιον ποὺ κλέβει τὴν...στάχτη τῆς σβησμένης καὶ κρύας ἀγάπης τους γιὰ τὸν ἑαυτό τους. Καὶ ἔτσι γίνεται γι’ αὐτοὺς ὁ Χριστὸς «ἀνέκφραστος ὀδύνη»! Κόλαση ἄπειρες φορὲς χειρότερη ἀπὸ αὐτὴν ποὺ ἡ ἀφέλεια τῶν λαϊκῶν λιθογραφιῶν περιέγραφε μὲ εἰκόνες φωτιᾶς καὶ δυσωδίας. Τὸ «πῦρ τὸ ἐξώτερον» γιὰ τὸ ὁποῖο μιλάει τὸ εὐαγγέλιο, εἶναι «φωτιὰ» ὑπαρξιακῆς αἰώνιας ταλαιπωρίας στὸν ἐγκλεισμὸ τῆς ἀπόλυτης μόνιμης μοναξιᾶς, ὅπως εἴπαμε, δὲν εἶναι… φοῦρνος. Ὅταν ὁ ἄλλος γιὰ μᾶς δὲν εἶναι παρὰ ἐκμεταλλεύσιμη εὐκαιρία (ἐπαγγελματικά, ἐρωτικά, κοινωνικὰ) τότε ἔχουμε πάρει τὸν δρόμο γιά... τὴν Κόλαση. Ὅπως ὁ Παράδεισος ἔτσι καὶ ἡ κόλαση, «εἶναι ἐδῶ»!

Κάθε πρωὶ βγαίνει ὁ ἥλιος γιὰ ὅλο τὸν κόσμο. Ἂν ἐγὼ ὅμως καταστρέψω τὰ μάτια μου μὲ τὰ χέρια μου, τὸ ὅτι δὲν θὰ τὸν βλέπω ἀκόμα καὶ ὅταν βγεῖ, παρὰ μόνον ὡς σκοτάδι, δὲν εἶναι ρύθμιση Ἐκείνου ἀλλὰ δική μου ἐπιλογή.

Ἡ ἁμαρτία καταστρέφει τὴν δυνατότητα μετοχῆς στὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ διὰ τῆς ἁμαρτίας (ψυχικῆς ἢ σωματικῆς) ἐγκλωβιζόμαστε στὸν ἑαυτό μας. Ἡ ἁμαρτία δὲν εἶναι φόβος γιὰ ἡλικιωμένους μπροστὰ στὸ ἄγνωστο τοῦ θανάτου, ἀλλὰ ὑπαρξιακὴ ἀναπηρία ποὺ στερεῖ τὴν δυνατότητα ἀπὸ κάθε ἄνθρωπο νὰ μπορεῖ νὰ γευτεῖ τὴν χρηστότητα τοῦ Κυρίου.

Πλέον πρέπει νὰ διορθώσουμε τὸ λαϊκὸ τραγούδι: «Ἐδῶ ἀρχίζει ὁ Παράδεισος κι ἡ κόλαση ἐδῶ»! Ὁ Χριστὸς δὲν στέλνει κανένα στὴν κόλαση. Μόνοι μας διαλέγουμε νὰ ζήσουμε μακριά Του.


Ἀδελφοί μου,

Ἂς κάνουμε τὸν Χριστὸ καὶ τὸ θέλημά Του (ποὺ ἐμᾶς...ἑξασφαλίζει) κέντρο καὶ τρόπο τῆς ζωῆς μας.

Ἂς ἀγωνιστοῦμε νὰ βγοῦμε ἀπὸ τὸ «καβούκι» τοῦ ἐγωισμοῦ μας καὶ νὰ μάθουμε νὰ ἀγαπᾶμε.

Ἂς χαροῦμε μὲ τὴν μεγαλειώδη προοπτική τῆς συνάντησης μαζί Του. Βραχυπρόθεσμα στὸ Πάσχα ποὺ ἔρχεται. Μόνιμα, στὴν ἀγκαλιὰ Αὐτοῦ ὁ ὁποῖος εἶναι Η ΧΩΡΑ ΤΩΝ ΖΩΝΤΩΝ.

Μὲ ἀγάπη καὶ εὐχὲς

ὁ ἐφημέριός σας

π. Θεοδόσιος

«Περιφρονῶ τόν ἀνθρώπινον νόμον»...

Τοῦ κ. Μιχαὴλ Ε. Μιχαηλίδη, Θεολόγου
Ὁ ριζοσπαστικός αὐτός λόγος  ἀνήκει στόν Ἅγιο Γρηγόριο τόν Θεολόγο, ἀλλά δέν εἶναι ὁλοκληρωμένος. Ἡ πλήρης διατύπωση εἶναι ἡ ἑξῆς: «Περιφρονῶ τόν ἀνθρώπινον νόμον, διά τόν νόμον τοῦ Πνεύματος». Καί ποιά ἡ ἑρμηνεία του; Δέν εἶναι δύσκολη. Ὁ μέγας Γρηγόριος – «ἡ σάλπιγγα τῆς Θεολογίας», κατά τόν ἐκκλησιαστικό ὑμνογράφο – ἐννοεῖ πώς, κάθε χριστιανός, προκειμένου νά κάμει ἐκλογή ἀνάμεσα στόν κρατικό καί ἀντίθεο νόμο, καί τό νόμο τοῦ Πνεύματος τοῦ Θεοῦ, δέ διστάζει νά προτιμήσει τήν ἐκλογή τοῦ θείου Νόμου, περιφρονώντας τόν ἀνθρώπινο καί ἀντίθεο πολιτειακό – κρατικό νόμο. Ὅταν οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι ἄρχισαν τό κήρυγμά τους πρός τά πλήθη τοῦ λαοῦ μετά τήν Πεντηκοστή, οἱ ἱερεῖς καί ὁ στρατηγός τοῦ Ναοῦ, συνέλαβαν πρώτους, τόν Πέτρο καί τόν Ἰωάννη καί τούς ἔσυραν στό Συνέδριο (τό δικαστήριο). Ἡ ἀπόφαση ἦταν: «Τό καθόλου μή φθέγγεσθαι μηδέ διδάσκειν ἐπί τῷ ὀνόματι τοῦ Ἰησοῦ». Νά κλείσουν τό στόμα τους. Καί μόνο τό ὄνομα, Ἰησοῦς, τούς ἐκνεύριζε. Ἡ ἀπάντηση τῶν δυό Ἀποστόλων, ἄμεση, ἡρωϊκή καί καθοριστική, ἦταν: «Οὐ δυνάμεθα γάρ ἡμεῖς, ἃ εἴδομεν καί ἠκούσαμεν μή λαλεῖν» (Πράξ. Δ´ 20). Ἀκολουθοῦν κι ἄλλες συλλήψεις καί δίκες καί φυλακίσεις τῶν δυό Ἀποστόλων (Πέτρου καί Ἰωάννη). Ἀπό τή μιά μεριά τό θαῦμα τοῦ χωλοῦ, πού προηγήθηκε, κι ἀπό τήν ἄλλη τό....
«ἀπεχθές» καί «τρομερό» γι᾽ αὐτούς ὄνομα, «Ἰησοῦς» (Χριστός), τούς θόλωνε τό μυαλό καί γίνονταν θηριωδέστεροι. Ἡ κατηγορία τους, ἡ ἴδια: «Δέ σᾶς παραγγείλαμε νά μή διδάσκετε καί νά μή μιλᾶτε "ἐν τῷ ὀνόματι τούτῳ"»; «Ἀποκριθείς δέ Πέτρος καί οἱ ἀπόστολοι εἶπον: Πειθαρχεῖν δεῖ Θεῷ μᾶλλον ἤ ἀνθρώποις». Ἔχουμε καθῆκον καί ὑποχρέωση νά πειθαρχοῦμε πρῶτα στό Θεό, παρά σέ σᾶς πού μᾶς ἐπιβάλλετε σιωπή στό λόγο τοῦ Θεοῦ. Ἄλλωστε ὁ Πέτρος στήν πρώτη του ὁμιλία τή μέρα τῆς Πεντηκοστῆς, δέ δίστασε νά ἐλέγξει τούς σταυρωτές τοῦ Κυρίου, ὁ ὁποῖος, ὡστόσο, ἀναστήθηκε τήν τρίτη μέρα.
Πολύς λόγος γίνεται καί στίς μέρες μας γιά τίς σχέσεις κράτους καί Ἐκκλησίας. Καί ἐνῶ προσποιοῦνται καί μιλοῦν γιά «καλές» σχέσεις κράτους καί Ἐκκλησίας, ἡ πραγματικότητα εἶναι ὁλότελα ἀντίθετη. Τά τελευταῖα χρόνια θε- σπίζεται μιά ὁλόκληρη σειρά ἀπο- ποινικοποιήσεων. Νομιμοποιοῦν τόν πολιτικό γάμο, τίς ἐλεύθερες συμβιώσεις, νομιμοποιοῦν καί οἰκονομικά ἐνισχύουν τίς ἐκτρώσεις, ἀπαγορεύουν τήν εἴσοδο τῶν πνευματικῶν στά σχολεῖα, ἀπαιτοῦν τήν καταβίβαση τῶν ἁγίων εἰκόνων στά σχολεῖα, δικαστήρια, κοινοβούλια, προβάλλουν «νόμιμα» τήν ἐπαίσχυντη καί παράνομη ὁμοφυλοφιλία, καταργοῦν τήν ἀργία τῆς Κυριακῆς κ.ἄ. Οἱ χριστιανοί καί ὁμολογοῦν καί ἀπολογοῦνται. Καί ὄχι μόνο. Ἑκατομμύρια ἔδωκαν καί δίνουν μέχρι σήμερα καί τό αἷμα τους γιά τό Χριστό μας. «Διά τόν Νόμον τοῦ Πνεύμα- τος», «ἕτοιμοί ἐσμεν ἀποθνήσκειν»
Ορθόδοξος Τύπος (Φύλλο 31η Ιανουαρίου 2014)
πηγή

Κάλπη...κοι (ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΟ)


Αν υπήρχε η δυνατότητα αύριο το πρωί με το χτύπημα ενός μαγικού ραβδιού να σε εξαφανίσουν, Έλληνα, θα το έκαναν. Έχει φθάσει πλέον η ώρα που δεν σε χρειάζονται άλλο. Το καθήκον σου, συνειδητά και ασυνείδητα, προς την ναζιστική Ενωμένη Ευρώπη το έκανες και με το παραπάνω. Ο στρατιώτης του Νότου έδωσε ό,τι είχε να δώσει και ήρθε η ώρα να αποσυρθεί από το πεδίο κατασκευασμένης μάχης που έστησαν στρατηγοί και ηγέτες.

Η αλήθεια είναι ότι περίμεναν κάποια ανταρσία από το στράτευμα των νοτίων Βαλκανίων, όπως είχαν βρει από αυτό των βορείων Βαλκανίων δύο δεκαετίες πριν. Αλλά εδώ δε μάτωσε μύτη για το ναρκοπέδιο που σου έστηναν σιγά-σιγά κυκλώνοντας εσένα και τα πολύτιμά σου. Αν και βλέπαμε όλοι ότι ενώ εμείς είχαμε μπροστά το μέτωπο, οι κοινοβουλευτικοί στρατηγοί αντί να κυκλώνουν τους εχθρούς κύκλωναν εμάς, δεν κάναμε βήμα εναντίον τους. Αντίθετα στο τελευταίο σύνθημά τους “ψηφίστε μας” πατώντας πάνω στις νάρκες θα τρέξουν οι Έλληνες για την τελευταία έξοδο.

Γίναμε βάρος περιττό διότι, όπως καταλαβαίνεις από τα όσα διαδραματίστηκαν τα τελευταία 4 χρόνια, αυτό που ήθελαν ήταν η χώρα που θεωρείς μέχρι σήμερα ότι σου ανήκει. Κατά τα ευρωπαϊκά πρότυπα σού ανήκει μόνο ότι σου επιτρέπουν να σού ανήκει. Έφθασες στο σημείο να διαπραγματεύεσαι την γη σου και την ζωή σου με αντίτιμο που θα ορίσει ο ναζιστής γραμματέας του υπουργείου Οικονομικών. Χθες ήταν 50,000 ευρώ, σήμερα είναι 5,000 ευρώ και αύριο θα είναι 1 ευρώ. Η τιμή της ελευθερίας και της ζωής σου, απ' ό,τι βλέπεις, πέφτει κατακόρυφα. Στοιχίζεις περισσότερα πλέον απ' ό,τι μπορείς να δώσεις κι αυτό είναι αντίθετο με το σύστημα των Αρίων της Ευρώπης. Κοινώς μπορούσαν να ανεχτούν τον γύφτο όταν αυτός τους τάιζε, αλλά ήσουν, είσαι και θα είσαι πάντα για την Αρία φυλή των Ευρωπαίων, ο Γύφτος του Νοτιότερου άκρου των Βαλκανίων. Αυτός που κατά τύχη γεννήθηκε στον τόπο των θεών και των ηρώων.

Επί 200 χρόνια δεν είχαν τι να σε κάνουν. Σου όριζαν βασιλιάδες Βαυαρούς, πρωθυπουργούς που έσκυβαν σε κάθε προσταγή των Μεγάλων Δυνάμεων, δικτάτορες που το όνομά τους ήταν μεγαλύτερο από το ύψος τους και πρωθυπουργούς που υπέγραφαν την νέα υποδούλωσή σου στην ΕΟΚ με το πρόσχημα του εξευρωπαϊσμού. Μέχρι και σοσιαλιστή σού έφεραν γνωρίζοντας ότι θα τσιμπήσεις στο “πάρτα όλα” σπρώχνοντάς σε στο λάκκο με τα φίδια. Είχες την ευθύνη των επιλογών σου και τώρα περνάς από τον πάγκο για τις τρύπιες δεκάρες που σου έδωσαν με τις χούφτες και εσύ νόμιζες ότι έπαιρνες χρυσό. Σε έβαλαν στην ευρωπαϊκή σκέψη ότι όλα κοστίζουν και να τώρα που έφθασες εσύ να κοστολογείσαι  από τις εταιρείες τους ως ασθενής, ως άνεργος, ως αναξιοπαθούντας. Φαντάσου ότι ακόμα και για την ναζιστική φρίκη που έζησαν οι πρόγονοί σου, σε έβαλαν στο σκεπτικό να θέλεις να την εξαργυρώσεις, και το χειρότερο, με τον θάνατο και τον βασανισμό των προγόνων σου να ξεχρεώσεις τα δικά σου γούστα. Εις τον θάνατο του μαλάκα! Εκεί καταντήσαμε.

Τους έδωσες το δικαίωμα να σε αντιμετωπίζουν, όχι ως λαό που του ανήκει δικαιωματικά αυτός ο τόπος και η ιστορία, αλλά σαν τον τουρίστα που τυχαία έπεσε εδώ και τώρα δεν έχει να πληρώσει το ξενοδοχείο για να βγάλει την παγερή νύχτα. Βλέπεις κι εσύ την ιστορία σου δεν έκανες τον κόπο να την μάθεις, αλλά τώρα ευκαιριακά την παπαγαλίζεις άτσαλα για να υπερασπιστείς το δικαίωμα της ύπαρξής σου.

Μην ξεχνάς ότι το πολύτιμο επιστημονικό προσωπικό σου το έχουν ήδη πάρει με το πρώτο κύμα νεομετανάστευσης. Τώρα θα πάρουν και το δεύτερο βάζοντας λουκέτο σε ό,τι ακόμα δεν έχουν βάλει και θα μείνουμε πίσω κουτσοί, στραβοί και μίζεροι να ψάχνουμε τρύπα να κρυφτούμε. Αλλά επειδή και οι τρύπες έχουν αξία για τους Ευρωπαίους θα σου ετοιμάσουν τα ανάλογα γκέτο να στριμώξεις την οικογένεια, τα όνειρα και την ξεπεσμένη σου καταγωγή. Δεν είσαι άλλωστε και η γενιά της Προσφυγιάς, ούτε καν η γενιά της Κατοχής. Δεν αντιμετώπισες ποτέ εχθρό κατά μέτωπο για να ξέρεις πώς θα επιβιώσεις, αντίθετα τον εχθρό τον έβαζες στο σπίτι σου ως υποψήφιο σωτήρα του χωριού σου, της πόλης σου, της περιφέρειάς σου, της χώρα σου. Αυτής της χώρας που τώρα εσύ δεν χωράς.

Το πιο άνανδρο πάντως που έχει η ράτσα σου, νεοέλληνα, είναι το πείσμα σου να θέλεις να σώσεις τον διπλανό χωρίς αυτός να έχει ανάγκη την δικιά σου ύποπτη σωτηρία. Γουστάρεις να κάνεις κολιγιές ακόμη και με προδότες ή κουκουλοφόρους για μία θέση στο ψηφοδέλτιο. Για να μου αποδείξεις ότι εσύ είσαι “τρομοκράτης” και “αντιστασιακός”, ενώ εγώ ηττοπαθής. Ότι το δικό σου IQ είναι πιο υψηλό από το δικό μου, που έχω αποφασίσει να μην δίνω κ... κι ας πεθάνω από ασιτία. Πολεμάς να μην μείνει ούτε μία στάλα ανυπότακτων σε τούτο το χώμα. Γκεμπελίζεις κλείνοντας όλες τις πιθανές διόδους μιας πραγματικής τελευταίας εξόδου.

4 χρόνια Κατοχής και αυτό που μένει τελικά από τους ήσυχους αυτόχειρες, από τους ήσυχους θανάτους, από τα ήσυχα λουκέτα, από τους ήσυχους λυγμούς, από τις ήσυχες καταθλίψεις, από την ήσυχη εθνική παράδοση άνευ όρων είναι ο ανυπόφορος θόρυβος που κάνει η κάλπικη φωνή σου πέφτοντας στους τενεκέδες του ξεπουλήματος.

"Εἶσαι ἕτοιμη νὰ φέρεις στὸν κόσμο ἕναν Ἅγιο;" Μάνα, μητέρα, μαμά γιορτάζεις σήμερα!

Μία πιστὴ Ρωσίδα πῆγε στὸν πνευματικό της στὴν Ρωσία καὶ τοῦ εἶπε: «Πάτερ, θέλω νὰ πάρω τὴν εὐχή σας νὰ κάνω οἰκογένεια. Μοῦ δίνετε τὴν εὐχή σας; Θέλω νὰ εὐχηθεῖτε γιὰ μένα καὶ νὰ μὲ εὐλογήσετε. Ἠρθὲ ἡ ὥρα εἶμαι ὥριμη πλέον στὴν ἡλικία καὶ θὰ παντρευτῶ». Καὶ τὴν ρωτᾶ ὁ πνευματικὸς: «Εἶσαι ἕτοιμη νὰ φέρεις στὸν κόσμο ἕναν Ἅγιο; Μπορεῖς τὸ παιδὶ πού θὰ μεγαλώσεις νὰ δείξεις ἕνα τέτοιο κλίμα γύρω σου ὥστε νὰ πάρει αὐτὴ τὴν ὑποψία τῆς Ἁγιότητας; Τότε σοῦ δίνω τὴν εὐλογία μου».
Δὲν τὴν ρώτησε γιὰ ἄλλα πράγματα. Δὲν τὴν ρώτησε ἂν ἔχει λεφτὰ, ἂν ἔχει δουλειά, ἂν ἔχει τὰ ἐξωτερικὰ στοιχεῖα ποὺ συνθέτουν ἕνα πετυχημένο γάμο. Τῆς εἶπε: «Μπορεῖς νὰ ἐμπνεύσεις Ἁγιότητα σὲ αὐτὸ τὸ παιδὶ; Μπορεῖς νὰ τὸ κάνεις Ἅγιο;». Ἐννοώντας: «Μπορεῖς ἐσὺ νὰ εἶσαι Ἁγία γιὰ νὰ δώσεις καὶ στὸ παιδὶ αὐτὴ τὴν ἐπιθυμία τῆς Ἁγιότητας ; Τότε νὰ ἔχεις τὴν εὐχή μου νὰ ξεκινήσεις, ἀλλιῶς τὸ νὰ κάνεις οἰκογένεια ἐπειδὴ σὲ πῆραν τὰ χρόνια, ἐπειδὴ ἦρθε ἡ ἡλικία, ἐπειδὴ ὅλες οἱ φίλες σου καὶ οἱ φίλοι σου ἔχουν κάνει οἰκογένεια, δὲν εἶναι σωστὸ ξεκίνημα. Δὲν ἀρκεῖ αὐτό».
Πρέπει νὰ ξεκινήσει κανεὶς μὲ σοβαρότητα αὐτὴ τὴν ὑπόθεση, μὲ περίσκεψη, μὲ ὡριμότητα, καὶ προσευχή. Πόση ὥρα, πόσους μῆνες κρατᾶ ἡ κυοφορία; Ἐννέα μῆνες καὶ τελειώσαμε; Πέρασαν ἐννέα μῆνες. Κρατήσαμε τόσο καιρὸ τὸ παιδάκι μας στὰ σπλάχνα μας, τὸ φέραμε στὴν ζωή. Καὶ τελειῶσες; Ὄχι. Ναὶ, τὸ παιδὶ τὸ ἔφερες στὴν ζωή, Ἅγιο ὅμως δὲν τὸ ἔκανες ἀκόμα. Τοῦ δίνεις τροφή, μά δὲν ἀρκεῖ γιὰ νὰ....
χορτάσει. Εἶναι καὶ ὁ χαρακτήρας. Τοῦ πῆρες ὡραῖο δωμάτιο ἔβαλες καὶ κλιματιστικό, μπράβο σου. Ἔχεις βάλει καὶ ζεστὰ χαλιὰ καὶ ὑπολογιστή. Ἀλλὰ χρειάζεται καὶ ποιότητα ζωῆς τὸ παιδάκι, δηλαδὴ νὰ βοηθήσεις τὸ παιδί σου νὰ γνωρίσει τὸν ἑαυτό του. Νὰ γνωρίσει τὸν κόσμο γύρω του, νὰ γνωρίσει μέσα ἀπὸ τὸν κόσμο τὸν συνάνθρωπό του, νὰ γνωρίσει τὸ Θεό, νὰ γνωρίσει τὴν ἀλήθεια. Ἔμαθες τὸ παιδί σου νὰ ἀγαπάει; Ἔμαθες στὸ παιδί σου νὰ προσεύχεται; Ἔμαθες στὸ παιδάκι σου νὰ γονατίζει νὰ κάνει θυσίες καὶ νὰ ταπεινώνεται; Τοῦ ἔχεις δείξει ἐσὺ μὲ τὸ δικό σου παράδειγμα τί θὰ πεῖ ταπείνωση; Σὲ ἔχει δεῖ τὸ παιδί σου νὰ ὑποχωρεῖς, νὰ ζητᾶς συγνώμη; Νὰ χάνεις τὸ δίκιο σου καὶ νὰ μὴν ἀντιμιλᾶς; Σὲ ἔχει δεῖ τὸ παιδί σου ἀπὸ τὰ μικρά του χρόνια νὰ ἀντέχεις στὸν πόνο χωρὶς νὰ διαμαρτύρεσαι, χωρὶς νὰ γκρινιάζεις καὶ νὰ ἀγανακτεῖς; Σὲ ἔχει δεῖ ὅταν ἀποτυγχάνεις κάπου νὰ τὸ παίρνεις σὰν ἀφορμὴ νὰ πλησιάσεις περισσότερο τὸν Θεὸ καὶ τὴν ταπείνωση; Σὲ ἔχει δεῖ νὰ παραδέχεσαι ἕνα ΛΑΘΟΣ σού; 
Τότε πραγματικὰ θὰ ξέρει τὸ παιδί σου γιατί ζεῖ καὶ ποὺ πηγαίνει. Θὰ ξέρει τὸν σκοπὸ ποὺ ζεῖ σὲ αὐτὸ τὸν πλανήτη καὶ θὰ ἔχει πραγματικὰ ἀληθινοὺς ὡραίους γονεῖς , οἱ ὁποῖοι χωρὶς νὰ ἔχουν διαβάσει πολλὰ παιδαγωγικὰ, χωρὶς νὰ ἀσχολοῦνται μόνο μὲ τὸ παιδί τους, ἀλλὰ μὲ ἀβίαστο καὶ ξεκούραστο τρόπο μέσα ἀπὸ τὴν δική τους πορεία πρὸς τὸν Θεό, θὰ βοηθοῦν καὶ τὰ παιδιά τους. Καὶ αὐτὸ εἶναι πάρα πολὺ εὐλογημένο καὶ ἀληθινὸ. Εἶναι μία ἀγωγὴ ποὺ γίνεται ἀπὸ γενιὰ σὲ γενιὰ μὲ τρόπο ἀθόρυβο καὶ ἄδηλο. Δὲν φαίνεται ἀλλὰ γίνεται καὶ ἐπηρεάζει τὸν κόσμο ὅλο.
Ἀπὸ τὸ βιβλίο τοῦ π.Ἀνδρέα Κονάνου «Ἀγάπη γιὰ πάντα»

Ἡ Ὑπαπαντὴ - Περιγραφή τῆς εἰκόνας




Παλαιὸς Μητροπολιτικὸς Ναὸς Ἁγίου Μηνᾶ.
Ἡ Ὑπαπαντὴ (Ἐργο Γεωργίου Καστροφυλάκου 1746) 

Ὁ ἁγιογράφος τῆς εἰκόνας τῆς Ὑπαπαντῆς τοποθετεῖ τή σκηνή στό ναό, μπροστά στό Ἅγιο Βῆμα χριστιανικῆς ἐκκλησίας. Διακρίνονται τό βημόθυρο, ἡ Ἁγία Τράπεζα, τό θολωτό κιβώριο, ποῦ τό στηρίζουν τέσσερις κολόνες. Ὅπως παρατηρήθηκε, «οἱ κολόνες φαίνονται ἐπάνω ἀπό τούς φωτοστεφάνους μέ τρόπον ὥστε νά ἐπισημαίνονται οἱ μορφές καί σύγχρονα νά συνεχίζονται οἱ ὄρθιες τάσεις στή σύνθεση». Ἡ Θεοτόκος «λυγερόσωμος ὡς νεαρά κυπάρισσος» ἁπλώνει τά χέρια της γιά νά παραλάβει τό Βρέφος ἀπό τό Συμεών. Ἐκεῖνος μέ τά δύο του χέρια σκεπασμένα κρατεῖ τό Βρέφος ποῦ μέ ἁπλωμένο τό δεξί του χέρι καί κοιτάζοντας τήν Παναγία λαχταράει νά πέσει στήν ἀγκαλιά της. Ἡ σεβάσμια καί ἅγια μορφή τοῦ Συμεών ἐντυπωσιάζει. «Ἡ κεφαλή του εἶναι μακρόμαλλη καί ἀναμαλλιασμένη, μέ τούς πλοκάμους συνεστραμμένους ὡς ὀφίδια, τό γένειόν του ἀναταραγμένον, τό πρόσωπόν του σεβάσμιον κατά πολλά καί πατριαρχικόν, οἱ πόδες του λυγισμένοι, πατοῦν ἐπάνω εἰς τό ὑποπόδιον κλονιζόμενοι. Τά ὄμματα του εἶναι ὡσάν δακρυσμένα, καί φαίνεται ὡς νά λέγη' «Νῦν ἀπολύεις τόν δοῦλόν σου, Δέσποτα» (Φ. Κόντογλου).

Ἀξίζει νά παρατηρηθεῖ πώς ἐνῶ ἡ εἰκόνα παρουσιάζει τή σκηνή σαράντα μέρες μετά τή Γέννηση τοῦ Ἰησοῦ, τό νήπιο δέν παρουσιάζεται σπαργανωμένο. Ἔχει φωτοστέφανο, κρατάει στό χέρι εἰλητό, ἔχει βασιλική καί θεϊκή ἐμφάνιση. Αὐτό δέ γίνεται χωρίς λόγο. Τό Παιδί εἶναι ὁ Ἐμμανουήλ, «μεθ' ἡμῶν ὁ Θεός», ὁ Θεάνθρωπος. Εἶναι «ὁ ἄναρχος Λόγος τοῦ Πατρός, ἀρχήν λαβών χρονικήν, μή ἐκστάς τῆς αὐτοῦ Θεότητος», «ὁ ὀχούμενος ἐν ἅρμασι Χερουβίμ καί ὑμνούμενος ἐν ᾄσμασι Σεραφίμ», ὅπως λένε τά τροπάρια τοῦ ἑσπερινοῦ τῆς ἑορτῆς.
 
 

 

Πίσω ἀπό τή Θεοτόκο στέκει ἡ προφῆτις Ἄννα. Ἡ στάση της προδίδει τό προφητικό της χάρισμα. Τό ἕνα της χέρι εἶναι ὑψωμένο σέ σχῆμα ὁμιλίας καί τό ἄλλο, τό ἀριστερό, κρατάει ἀνοιχτό εἰλητάριο πού γράφει σέ μικρά μαῦρα κεφαλαῖα' «Τοῦτο τό Βρέφος οὐρανόν καί γῆν ἐστερέωσεν». Τό κεφάλι της μέ μελετημένη κλίση εἶναι γυρισμένο πρός τόν Ἰωσήφ «πού ἔρχεται πίσω της, σάν ν’ ἀπευθύνει σ’ αὐτόν τόν προφητικό λόγο, ἐνῶ κοιτάζει τό θεατή».

 
Ὑπαπαντὴ (1700-1750), Ἁγιογράφος Ἰωάννης

Στήν ἄκρη ἀριστερά ὁ Ἰωσήφ προχωρεῖ κρατώντας πάνω στήν πτυχή τοῦ ἐνδύματός του (σ’ ἄλλες εἰκόνες μέσα σέ κλουβί) τά δύο τρυγόνια ἤ τά δύο περιστεράκια. Τά πουλιά αὐτά, ὅπως λέει τό παρακάτω ἀπόσπασμα ἀπό ὕμνο τοῦ ἑσπερινοῦ της ἑορτῆς, συμβόλιζαν τούς ἀπό τούς Ἰουδαίους καί ἐθνικούς χριστιανούς, καθώς καί τίς δύο διαθῆκες, τήν Παλαιά καί τήν Καινή, τῶν ὁποίων ἀρχηγός εἶναι ὁ Χριστός. «Ὁ τοῖς Χερουβίμ ἐποχούμενος καί ὑμνούμενος ὑπό τῶν Σεραφίμ, σήμερον τῷ θείῳ ἱερῷ κατά νόμον προσφερόμενος, πρεσβυτικαῖς ἐνθρονίζεται ἀγκάλαις' καί ὑπό Ἰωσήφ εἰσδέχεται δῶρα θεοπρεπῶς, ὡς ζεῦγος τρυγόνων τήν ἀμίαντον Ἐκκλησίαν καί τῶν ἐθνῶν τόν νεόλεκτον (= νεοσύλεκτο) λαόν' περιστερῶν δέ δύο νεοσσούς, ὡς ἀρχηγός Παλαιᾶς τέ καί Καινῆς...» (Δοξαστικό στιχηρῶν). Παρόμοια λένε καί οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας γιά τό συμβολισμό τῶν πουλιῶν αὐτῶν.

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΥΠΑΠΑΝΤΗΣ Δεν υπάρχει ουδετερότητα στα της πίστεως




«Ιδού ούτος κείται εις πτώσιν και ανάστασιν πολλών εν τω Ισραήλ 
και εις σημείον αντιλεγόμενον»
(Λουκ. β, 34)

Αναμφιβόλως, από την στιγμήν της ελεύσεώς του ο Κύριος, κατέστη όπως διηγείται ο Απόστολος Λουκάς εις το σημερινόν Ευαγγέλιόν του, «σημείον αντιλεγόμενον» (Λουκ. Β΄ 34).

Το κήρυγμά μου, έθετε σε δίλημμα τους ανθρώπους. Πολλοί διερωτήθησαν «τις άρα ούτος εστίν;» (Μαρκ. δ, 41). Πολλοί ηννόησαν την θείαν προέλευσίν Του και ως Πέτρος ομολόγησαν «Συ ει ο Χριστός ο υιός του Θεού του ζώντος».

Τα συγκροτημένα μέλη της Εκκλησίας του ως πιστοί στρατιώται, τάσσονται υπό την σημαίαν της Βασιλείας Του, οι διώκται ανά τους αιώνας έως σήμερον λυσσαλέα πολέμουν την σωτηριώδη διδασκαλίαν Του, που κατεγράφη δια του Αίματος της Υπερτάτης θυσίας Του επί του Σταυρού.

Ο Κύριος δεν προβάλλει μόνον ως Διδάσκαλος, αλλά απαιτεί την συμμόρφωσιν της ζωής, εκάστου εξ ημών βάσει της θείας διδασκαλίας Του που προεκάλεσεν «χάσμα εν τω λαώ», διότι οι μεν συμμορφούνται, αναγνωρίζοντας ότι αυτή είναι η υψίστη ηθική Διδασκαλία, οι δε εγκαταλείπουν ως ο πλούσιος νεανίας της άλλης ευαγγελικής διηγήσεως, διότι οι απαιτήσεις της Θείας διδασκαλίας ενίοτε καθίστανται μη συμφέρουσες δια τους έχοντας και κατέχοντας.

Η θεία προσωπικότης του Αναστάντος Λυτρωτού και κυρίως ο Λόγος Του, ο λόγος της παραμυθίας προς τους πάσχοντας και ενδεείς, υψώνονται ως τηλαυγής φάρος που ελκύει την προσοχήν των θαλασσοδαρμένων, εντός του πλοιαρίου της ζωής, που διέρχονται τας συμπληγάδας και τα κύματα των αντιξοοτήτων της ζωής και αγωνιούν να εύρουν στέρεον έδαφος, να πατήσουν και να ορθοποδήσουν.

Οι πιστοί χριστιανοί, οι επιβαίνοντες εντός του πλοιαρίου προσηλωμένοι εις τον φάρον, τον φάρον της ζωής, ομολογούν τη θεότητά Του. Οι λοιποί, οι αμετανόητοι, ως ο δεύτερος ληστής επί του Γολγοθά, συνεχίζουν να ερωτούν «τις άρα ούτος εστίν;» διότι ο διάβολος τους εμποδίζει να εκστομίσουν την θείαν ομολογίαν «συ ει ο Χριστός ο υιός του θεού του ζώντος».

Το ανθρώπινον γένος δια της Σταυρικής θυσίας Του ευεργετήθη και ο ευαγγελιστής Ιωάννης εκστομεί δια της φράσεώς του την ευγνωμοσύνην του «Κύριε, προς τίνα απελευσόμεθα; ρήματα ζωής αιωνίου έχεις» (Ιω. στ. 68).

Που αλλού θα καταφύγωμεν εκτός Εσού Κύριε; Και ενώ ο Κύριος παρουσιάζεται ως «σημείον αντιλεγόμενον» και «κείται εις πτώσιν και ανάστασιν πολλών» αναλόγως της στάσεως ενός εκάστου, μένει πραγματικότης ότι κάθε άνθρωπος καλείται δια της βιοτής του να λάβη στάσιν και θέσιν ή μετ’ Αυτού ή κατά Αυτού.

Ενδιάμεση στάσις δεν υφίσταται, διότι η ουδετερότης ενέχει στάσιν αρνήσεως. «Ο μη ων μετ’ εμού κατ’ εμού εστίν» (Ματθ. ιβ΄, 30). Αυτές είναι οι σκέψεις που αναρριχώνται σήμερον αδελφοί μου, εκ της προφητείας του δικαίου Συμεών, που ελέχθη κατά την Υπαπαντήν του Κυρίου.

Η διδασκαλία του Επιφανέντος Λυτρωτού μας αναμένει. Θα παραμείνωμεν ουρανοπολίται και συγκληρονόμοι της θείας Αυτού χάριτος, ή μετά παρέλευσιν 2014 ετών θα συνεχίσωμεν ως να μην έχομεν εννοήσει ακόμη τα θεία ρήματα της υπερτάτης προς υμάς θυσίας Του να εκστομίζομεν την φράσιν «τις άρα ούτος εστίν;». 

Ουχ οράτε τούτον το παιδίον; Του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Καστορίας κ. Σεραφείμ

Η δεσποτική και συγχρόνως θεομητορική εορτή της Υπαπαντής του Σωτήρος Χριστού μας δίνει και πάλι την ευκαιρία να ανατρέξουμε στα πνευματέμφορα κείμενα των θεοφόρων Πατέρων της Εκκλησίας μας προκειμένου να αντλήσουμε διαυγέστατο νερό για να ξεδιψάσουμε από την πνευματική δίψα που επικρατεί μέσα μας και γύρω μας και που έχει ως αιτία την παρουσία της αμαρτίας.
Οι Πατέρες δεν έγραψαν τις ομιλίες αυτές απλώς για να γράφουν στην εποχή τους, αλλά για να θρέψουν τον λαό του Θεού, για να τον ποτίσουν με το άδολο γάλα της Πίστεως, αλλά και να τον θωρακίσουν από την παρουσία της αιρέσεως.
Σ’ αυτήν την συγκινητική γιορτή θα χρησιμοποιήσουμε ως οδηγό μας έναν Καππαδόκη πατέρα της Εκκλησίας, επιστήθιο φίλο του Μεγάλου Βασιλείου, βαθύ θεολόγο, αλλά και σπουδαίο ρήτορα. Είναι ο Άγιος Αμφιλόχιος, Επίσκοπος Ικονίου.
Στην ομιλία του «Εις την Υπαπαντήν του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και εις την Θεοτόκον και εις την Άννα και εις τον Συμεώνα» (PG 39,43-60) αναλύει όλο το περιεχόμενο αυτής της εορτής.
ΠΡΩΤΟΝ. Δια της προφήτιδος Άννης, της οποίας τα μάτια μετασκευάστηκαν με την χάρη του Αγίου Πνεύματος και ο νους της ελάμπετο από το απρόσιτο φως, ο Άγιος Αμφιλόχιος μας δίνει μια απάντηση στο ερώτημα: τι είναι ο Χριστός.
Να τι λέγει η προφήτιδα Άννα:
«Ουχ οράτε τούτον το παιδίον το μάζον έλκον; το θηλύν δανειζόμενον;». Δηλαδή, δεν βλέπετε αυτό το παιδί το οποίο βρίσκεται στο στήθος της μητέρας του δανείζεται το μαστό της για να τραφεί, Αναπαύεται στην αγκαλιά της το οκταήμερον περιτεμνόμενον;
Αυτό το παιδί εθεμελίωσε τους αιώνας, την γην επλάτυνε και «την θάλασσαν εχαράκωσε ψάμμω».
Αυτό το παιδί επί Νώε, άνοιξε τους καταρράκτες του ουρανού.
Αυτό το παιδί ελευθέρωσε τους προπάτορές μας από τη γη της Αιγύπτου δια της μωσαικής βακτηρίας.
Αυτό το παιδί έτεμε την Ερυθρά Θάλασσα.
Αυτό το παιδί έστειλε το μάννα και εκληροδότησε την γην με μέλι και γάλα...
Αυτό το παιδί είναι και παιδί ως άνθρωπος και συνάναρχο με τον Ουράνιο Πατέρα.
Έχει κάποια ηλικία ως άνθρωπος αλλά είναι και πέρα και πάνω από κάθε γενεά και ηλικία ως Θεός.
Το ίδιο ψελλίζει σαν βρέφος, αλλά χαρίζει συγχρόνως και σοφία και στόμα, δηλαδή την δυνατότητα της ομιλίας.
Το πρώτο οφείλεται το ότι γεννήθηκε ως άνθρωπος από την Παρθένο. Το δεύτερο στο ότι είναι Θεός του Οποίου η ύπαρξη είναι ανερμήνευτη.
Γι’ αυτό το παιδίον ομιλεί ο Προφήτης Ησαίας. «Παιδίον εγεννήθη ημίν, υιός και εδόθη ημίν. Το μεν, εγεννήθη· το δε, εδόθη. Το μεν, δια το ορώμενον· το δε, δια το νοούμενον».
Και προτρέπει ο θεοφόρος Πατέρας : «μην προσπεράσεις χωρίς προσοχή τα λόγια της Άννης, την ώρα εκείνη κήρυσσε την εκδήλωση της δυνάμεως του Κυρίου».
ΔΕΥΤΕΡΟΝ. Αυτή η γιορτή δεν μας φανερώνει μόνο το τι είναι ο Χριστός, τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος, ο μεγάλης βουλής Άγγελος (στην Παλαιά Διαθήκη), που ενηνθρώπισε (στήν Καινή Διαθήκη), προκειμένου να μας φανερώσει τον Πατέρα, να καταργήσει τον θάνατο και να μας χαρίσει την αιώνια ζωή, αλλά μας δείχνει ακόμη και ποιός είναι ο σκοπός της ζωής μας, που είναι η θέα του προσώπου Του καί η συνάντησή μας μαζί Του.
Οι ιεροί υμνογράφοι της Εκκλησίας μας επιμένουν πολύ σε αυτό το σημείο.
«Δεύτε και ημείς άσμασιν ενθέοις Χριστώ συναντηθώμεν και δεξόμεθα Αυτόν ου το σωτήριον, ο Συμεών εώρακε» (Στιχηρό του Εσπερινού).
Αυτή η θέα του προσώπου του Χριστού απασχολούσε πάντοτε τους Δικαίους και της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης, από τον Μωυσή, που ζητούσε επίμονα «εμφάνισόν μοι σεαυτόν γνωστώς, ίνα ίδω σε...δείξον μοι την σεαυτού δόξαν» (πρβλ. Εξοδ. λγ’ 11-23) μέχρι και τον τελευταίο ασκητή και χριστιανό που φωνάζει με αλαλήτους στεναγμούς : «φώτισόν μου το σκότος», «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με».
Όλα αυτά προϋποθέτουν ανάλογο βίο, δηλαδή καθαρότητα, τήρηση των εντολών του Θεού, φρόνημα ταπεινώσεως, ασκητική ζωή. Χρειάζεται σταύρωση της σάρκας μαζί με τις επιθυμίες, για να γίνουμε θεατές του προσώπου του Χριστού.
Αυτή η θέα του Θεού δεν είναι μόνο για τους ασκητές της ερήμου, αλλά και για όλους τους ανθρώπους. Η σωτηρία δεν εξαρτάται από ποιό είδος ζωής εκλέγουμε να ζήσουμε, αλλά από τη σχέση την οποία έχουμε με τον Χριστό.
Θα το πετύχουμε αυτό αν χρησιμοποιήσουμε τον τρόπο ζωής της Εκκλησίας μας και την μέθοδο θεραπείας της.
Έχουμε όμως στην ζωή μας και κάτι πολύ σπουδαίο. Έχουμε ένα κλειδί που μπορούμε να ανοίξουμε την πύλη της Θεικής Ευσπλαχνίας.
Έχουμε ένα πρόσωπο το οποίο μας οδηγεί απευθείας στον Δεσπότη Χριστό. Είναι η Παναγία.
Ο ιερός υμνογράφος μας συνιστά : «τη Θεοτόκω προσδράμωμεν, οι βουλόμενοι κατιδείν τον Υιόν αυτής».
Γι’αυτό και οι Πατέρες της Εκκλησίας στην ζωή τους χρησιμοποιούσαν αυτό το μυστικό κλειδί, το πρόσωπο δηλαδή της Παναγίας, προκειμένου να φτάσουν στην θέα του Προσώπου του Χριστού.
Ο θεοφόρος Δαμασκηνός , ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, ο Άγιος Νεκτάριος, η Οσία Σοφία από την Κλεισούρα, ο Όσιος Πορφύριος ο Καυσοκαλυβίτης, ο Γέροντας Παίσιος, η χορεία των νεοτέρων αγίων μας υπενθυμίζουν πως θα πρέπει να πιαστούμε από το χέρι της Παναγίας, από το φόρεμα της Παναγίας για να φτάσουμε στον Υιό και Θεό της.
Αυτό έκαναν οι Άγιοι. Αυτό θα πρέπει να κάνουμε όλοι μας. Γι’αυτό και εμείς τα παιδιά της μαζί με τον ιερό υμνογράφο, πάντοτε και ιδιαίτερα σήμερα, την παρακαλούμε:
«Θεοτόκε η ελπίς, πάντων των Χριστιανών, σκέπε, φρούρει, φύλαττε τους ελπίζοντας εις Σε»

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...